Έχουν ήδη
αρχίσει οι σχετικοί ετήσιοι ψεκασμοί για την καταπολέμηση των κουνουπιών από αρμόδιους
φορείς και την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Τα κουνούπια, όπως μας πληροφορούν ο
ειδικοί επιστήμονες, ερεθίζονται και προσελκύονται από την κίνηση μας, από τη
σωματική μας θερμότητα και τον ιδρώτα, αλλά αι από την υγρασία και το διοξείδιο
του άνθρακα που εκπνέουμε με την αναπνοή μας. Δηλαδή, τα κουνούπια διαθέτουν
βιοχημικούς, οπτικούς και θερμικούς ανιχνευτές, και γιαυτό και μπορούν πολύ
εύκολα να βρουν τον στόχο τους. Η δραστηριότητα τους έχει να κάνει με τη
θερμοκρασία και την υγρασία του αέρα. Έτσι, τις πρώτες πρωινές, τις πρώτες
νυχτερινές ώρες και κατά τη διάρκεια της νύχτας τα περισσότερα είδη είναι πιο
ενεργητικά και τσιμπούν, αλλά υπάρχουν και είδη που τσιμπούν και όλο το
εικοσιτετράωρο. Το ενοχλητικό σφύριγμα που κάνουν τα κουνούπια προέρχεται από
το συγχρονισμένο φτερούγισμά τους.
Να και μερικές
πρακτικές για την αντιμετώπιση των κουνουπιών.
-Περιορίζουμε, τις εστίες όπου μπορούν να αναπαραχθούν τα
κουνούπια (περίσσεια
νερού σε γλάστρες, σε δοχεία νερού για ζώα, σε κουβάδες κ.α).-Ελέγχουμε,
ώστε τα φρεάτια της αποχέτευσης, του νιπτήρα και του νεροχύτη να είναι κλειστά
και τα απολυμαίνουμε τακτικά.
-Καθαρίζουμε
και απολυμαίνουμε συχνά δοχεία και κάδους απορριμμάτων.-Δεν αφήνουμε ελεύθερα στο
μπαλκόνι και την αυλή, υγρά αντικείμενα, φρεσκοκομμένη βλάστηση και κλαδιά, ενώ
αραιώνουμε συχνά τους πυκνούς θάμνους του κήπου μας.
-Διατηρούμε σε μπαλκόνια και κήπους αρωματικά φυτά
( θυμάρι, ρίγανη, μαντζουράνα, γεράνια, αρμπαρόριζα, αψιθιά, κ.ά) τα οποία δεν
χρειάζονται πολύ νερό (και ο βασιλικός διώχνει τα κουνούπια, αλλά επειδή
χρειάζεται πολύ νερό, ελέγχουμε συχνά τις γλάστρες, ώστε να μην υπάρχει
περισσευούμενο νερό).....(για τη συνέχεια)
-Τα
σκουρόχρωμα ρούχα προσελκύουν τα κουνούπια.
-Τα αρώματα,
τα σπρέι μαλλιών και οι λοσιόν προσελκύουν τα κουνούπια.
-Αποφεύγουμε
να κάνουμε εξωτερικές εργασίες τις ώρες που τα κουνούπια είναι σε μεγάλη
αφθονία, καθώς τα
κουνούπια ανιχνεύουν το διοξείδιο του άνθρακα της αναπνοής μας και μας
επιτίθενται.
-Λίγο
φασκόμηλο ή δεντρολίβανο ή καφές στη φωτιά απομακρύνει τα κουνούπια.
-Προσοχή στην
εφαρμογή και χρήση των εντομοαπωθητικών και κυρίως στα μικρά παιδιά, έγκυες
γυναίκες και στα ασθενή άτομα.
- Πολλά φυτά
απομακρύνουν τα κουνούπια, όπως είναι το σκόρδο, η κανέλα, το γεράνι, ο
ευκάλυπτος, ο κέδρος, ο βασιλικός, το δεντρολίβανο, τα γαρίφαλα, η μέντα, το
μελισσόχορτο, τα κρεμμύδια, το θυμάρι, η καλέντουλα και η καλαμίνθη. Επίσης και
τα αιθέρια έλαια ευκαλύπτου, γερανιών, σόγιας, καρύδας και η σιτρονέλλα.
- Για την
ανακούφιση από τη φαγούρα του τσιμπήματος των κουνουπιών, επαλείφουμε πάνω στο τσίμπημα
νερόξυδο ή λεμόνι ή μαγειρική σόδα ή τρίψιμο με φύλλα φρέσκιας μαντζουράνας ή
και πεντάνευρο.- Εφοδιάστε παράθυρα και πόρτες με σήτες, αλλά και οι
κουνουπιέρες για τα κρεβάτια, μπορούν να βοηθήσουν.- Ειδικές ηλεκτρικές
παγίδες προσέλκυσης των κουνουπιών κυκλοφορούν στο εμπόριο, που λειτουργούν με
υπεριώδες φως.
Γενικά, τα
κουνούπια τρέφονται με νέκταρ ή γύρη που βρίσκουν στα άνθη, όμως τα θηλυκά
χρειάζονται και αίμα προκειμένου να μπορέσουν να θρέψουν τα αβγά τους. Ένα
τσίμπημα από θηλυκό κουνούπι μπορεί να αντλήσει μέχρι και 5 χιλιοστά του λίτρου
αίμα. Τα κουνούπια, κατά το τσίμπημα, αφήνουν και κάποιες δικές τους πρωτεΐνες
(αιμολυτικό και αντιισταμινικό υγρό) στον οργανισμό που τσιμπούν. Αυτές μάλιστα
οι πρωτεΐνες δημιουργούν και όλο τα πρόβλημα (κοκκινίλα στο δέρμα, πρήξιμο και
έντονη ενοχλητική φαγούρα), αλλά και σε αυτές μπορεί να κρύβονται και
μεταδοτικές ασθένειες (π.χ. ελονοσία, δάγκειος πυρετός). Το αρσενικό κουνούπι,
που ποτέ δεν τσιμπά, έχει διαφορετική μορφολογία στο κεφάλι, με πιο τριχωτές
κεραίες από εκείνες του θηλυκού. Με τα αλλεπάλληλα γεύματα αίματος του θηλυκού
κουνουπιού, ωριμάζουν τα αβγά του, που τα τοποθετεί στο νερό ή και σε κάθε υγρή
επιφάνεια, Στη συνέχεια εκκολάπτονται οι υδρόβιες προνύμφες που τρέφονται με
διάφορα οργανικά κατάλοιπα του νερού. Μερικές προνύμφες από κάποια είδη
κουνουπιών τρέφονται με άλλα κουνούπια ή άλλα μικρά έντομα. Οι προνύμφες,
παρότι είναι υδρόβιες, έχουν δύο αναπνευστικά συστήματα που τους επιτρέπουν να
αναπνέουν τόσο κάτω από το νερό, όσο και από πάνω. Στη συνέχεια, με την
ενηλικίωση το ώριμο κουνούπι εγκαταλείπει το νερό (βγαίνει από τη ράχη της
προνύμφης και στη συνέχεια χρησιμοποιεί το κενό κέλυφός της για να επιπλεύσει
στο νερό), και μπορεί και πετά στον αέρα.
΄Οπως όλοι
οι οργανισμοί στο περιβάλλον, έτσι και τα κουνούπια, έχουν ιδιαίτερη σημασία
για το οικοσύστημα όπου ζουν, μια που αποτελούν ένα κρίκο από την τροφική
αλυσίδα και τη βασική τροφή για ερπετά, αμφίβια και πουλιά. Γενικά για τα
κουνούπια μπορούμε να πούμε ότι υπάρχουν πάνω από 3.400 διαφορετικά είδη σε όλο
τον κόσμο. Ο κύκλος της ζωής τους περιλαμβάνει το αβγό, την προνύμφη και νύμφη
μέσα στο νερό ή και σε κάθε υγρή επιφάνεια και το τέλειο άτομο που είναι
περισσότερο γνωστό για τα ενοχλητικά τσιμπήματα, αλλά και γιατί τα κουνούπια
αποτελούν παράλληλα φορείς σοβαρών ασθενειών. Στην προσπάθεια μείωσης και
καταπολέμησης των ασθενειών που προέρχονται από τα κουνούπια (π.χ. ελονοσία,
εγκεφαλίτιδα, δάγκειος πυρετός κ.ά) χρησιμοποιήθηκαν και δυστυχώς εξακολουθούν
να χρησιμοποιούνται μέθοδοι εντομοκτονίας, βασισμένες σε συνθετικά τοξικά
χημικά εντομοκτόνα που ενώ πρόσφεραν άμεση λύση στο πρόβλημα, αποδείχτηκαν ότι
είχαν σοβαρές επιπτώσεις και στην υγεία των ανθρώπων και στο περιβάλλον
γενικότερα. Εξάλλου, η συνεχή χρήση τους δημιούργησε ανθεκτικούς πληθυσμούς
κουνουπιών γεγονός που σηματοδότησε τη συνεχή παρασκευή ισχυρότερων συστατικών,
με επιβλαβέστερες συνέπειες προς το περιβάλλον. Σήμερα, οι λύσεις για τη μείωση
των πληθυσμών των κουνουπιών που προτείνουν οι εδικοί επιστήμονες, στηρίζονται
σε μελέτη της βιολογίας των τοπικών ποικιλιών κουνουπιών και των βιοτόπων τους
χρονικά και χωρικά, ενώ η εφαρμογή τους είναι εξαιρετικά ελεγχόμενη από έμπειρα
συνεργία. Έτσι, οι σύγχρονοι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται έχουν να κάνουν με:α)
εντομοκτόνα κατάλληλα για τις προνύμφες των κουνουπιών και τα οποία έχουν πολύ
μικρό χρόνο παραμονής στο περιβάλλον. Αυτά τα κουνουποκτόνα είναι
βιοδιασπούμενα και δεν αφήνουν επιβλαβή κατάλοιπα στο περιβάλλον.β) ζωντανούς
οργανισμούς ή προϊόντα τους (βιοκτόνα), τα οποία έχουν εξειδικευμένη δράση,
μόνο και αποκλειστικά απέναντι στα κουνούπια. Ειδικότερα, από τις παλαιότερες
και πλέον διαδεδομένες μεθόδους είναι ο βιολογικός έλεγχος των προνυμφών των
κουνουπιών, με εντομοφάγα ψάρια και ειδικότερα από το κουνουπόψαρο
(επιστημονικά: Gambusia affinis). Αυτό το ψάρι τοποθετείται σε έλη, τεχνητές
λιμνούλες, αποστραγγιστικά κανάλια και σε συστήματα με μικρό όγκο νερού,
τρέφεται από τις προνύμφες των κουνουπιών, γεννά περίπου 200 ζωντανά άτομα και
όχι αβγά κάθε μήνα, αλλά προτιμά για τη διαβίωσή του καθαρά, ρηχά και όχι κρύα
νερά. Λέγεται ότι κάθε ένα τέτοιο ψάρι μπορεί να καταναλώσει κάθε μέρα γύρω
στις 1000 προνύμφες κουνουπιών. Επίσης, στους θηρευτές των κοινών κουνουπιών
συγκαταλέγονται το υδρόβιο σαρκοφάγο φυτό με το όνομα Ουρτικουλάρια η κοινή,
που παγιδεύει τις προνύμφες των κουνουπιών, αλλά και ένα άλλο μεγάλο είδος
κουνουπιού, με προέλευση από την Αφρική, το οποίο δεν ενοχλεί τον άνθρωπο και
τα κατοικίδια ζώα, δεν μεταδίδει ασθένειες, αλλά στο στάδιο της προνύμφης του
καταβροχθίζει εκατοντάδες προνύμφες άλλων κουνουπιών. Τελευταία, δοκιμάζεται σε
Αμερικάνικη εταιρία ένας «φωτονικός φράκτης» που αναγνωρίζει τα κουνούπια εν
πτήσει και τα εξουδετερώνει με ριπές λέιζερ.Τα πλέον διαδεδομένα κουνούπια που
ενδιαφέρουν κυρίως τους ταξιδιώτες εξωτικών και υπερατλαντικών προορισμών. Α). Ο Ανωφελής κώνωπας (Anopheles
gambiae), είναι ο φορέας της ελονοσίας και των ασθενειών της εγκεφαλίτιδας
και φιλαρίασης. Τα ενήλικα κουνούπια του γένους αυτού αναγνωρίζονται καθώς τα
φτερά τους φέρουν μικρά στίγματα, αλλά και από τη χαρακτηριστική στάση του
σώματος τους, όπου η προβοσκίδα, το κεφάλι και το σώμα είναι σε μία ευθεία
γραμμή. Με το τσίμπημά του σε άτομο που έχει ελονοσία, το θηλυκό μαζί με το
αίμα ρουφάει και το ‘’πλασμώδιο της ελονοσίας’’ στο οποίο οφείλεται η ασθένεια.
Μέσα στο σώμα του κουνουπιού το μικρόβιο παραμένει και αναπτύσσεται. Στη
συνέχεια μεταφέρεται στους σιελογόνους αδένες του και έτσι με νέο τσίμπημα σε
σώμα υγιούς ανθρώπου, μεταφέρει μέσω του σάλιου του το μικρόβιο στον οργανισμό
του. Το ανωφελές κουνούπι ζει από 18 μέρες μέχρι 4-5 εβδομάδες. Αυτό το
κουνούπι ενδημεί στο κάτω από τη Σαχάρα τμήμα της Αφρικής, στην κεντρική και
νότια Αμερική, στη νοτιοανατολική Ασία, στην Ινδία, στη Μέση Ανατολή και στα
νησιά του Ειρηνικού. Β). Το Κοινό
κουνούπι (γένος Culex) ενδημεί κυρίως στις αγροτικές και στις
ημιαγροτικές περιοχές της Απω Ανατολής, της Ινδίας και της νοτιοανατολικής
Ασίας.. Πολλαπλασιάζεται σε στάσιμα και μολυσμένα νερά αλλά και σε μέρη όπου
υπάρχει αρκετή υγρασία. Η προβοσκίδα του είναι διακεκομμένη και προς τα κάτω σε
σχέση με το υπόλοιπο σώμα του. Τα φτερά του είναι χρωματικά ομοιόμορφα. Τα αβγά
του τα γεννάει στην επιφάνεια του νερού και αυτά επιπλέουν κατά ομάδες των 100
ή και περισσοτέρων. Ζει 10-15 μέρες αλλά σε ψυχρές συνθήκες μπορεί να ζήσει και
περισσότερο. Το κουνούπι αυτό προκαλεί την ιαπωνική εγκεφαλίτιδα, αλλά μπορεί
να μεταφέρει σε σπάνιες περιπτώσεις εγκεφαλίτιδα, ενώ την ασθένεια της
φιλαρίασης την μεταδίδει μόνο στις τροπικές περιοχές. Γ). Το Αεδές κουνούπι ( Aedes aegypti), μεταδίδει τον
κίτρινο πυρετό, την εγκεφαλίτιδα και το δάγκειο πυρετό, ενώ ενδημεί στις
αστικές και στις αγροτικές περιοχές της Αφρικής, της νότιας Αμερικής, της
Ασίας, της Καραϊβικής και των νησιών του Ειρηνικού. Διαφέρει από το κοινό
κουνούπι στο ασημένιο χρώμα που έχει ο θώρακάς του. Το άκρο της κοιλιάς του
θηλυκού είναι μυτερό και έχει διάφορα αισθητήρια εξαρτήματα που εξέχουν. Οι
προνύμφες του γένους αυτού είναι κοντές και χοντρές ενώ τα αβγά του έχουν τη
δυνατότητα να αντέχουν και έξω από το νερό για αρκετό καιρό. Αναπαράγεται μετά
από πλημμύρες σε δεξαμενές βρόχινου νερού ή σε αρμυρά έλη. Η ζωή του είναι
συνήθως σύντομη (10-15 μέρες) αλλά κάτω από κατάλληλες ψυχρές κλιματολογικές
συνθήκες μπορεί να ζήσει έως και μερικούς μήνες. Δ). Την τελευταία πενταετία επανέρχεται το πρόβλημα με το κουνούπι
''Τίγρης'' στη βόρεια Ελλάδα. Το “Κουνούπι Τίγρης” (Aedes albopictus)
εντοπίστηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 2004 (Κέρκυρα και Θεσπρωτία). Τον
Αύγουστο του 2008 εντοπίστηκε και στην Αθήνα. Το κουνούπι Τίγρης είναι
δυνητικός φορέας πολλών σοβαρών για τον άνθρωπο ασθενειών, όπως του δάγκειου
και του δάγκειου αιμορραγικού πυρετού, της νόσου Chikungunya, της Ιαπωνικής
Εγκεφαλίτιδας, του πυρετού του Δυτικού Νείλου. Στη Θεσσαλονίκη, το κουνούπι
τίγρης υπάρχει και μέσα στην πόλη. Άλλωστε αυτό είναι αναμενόμενο όπως εξηγούν
οι ειδικοί , οι οποίοι συστήνουν να μην αφήνουμε εστίες με λιμνάζοντα νερά ούτε
στα μπαλκόνια ούτε ακόμη και στις γλάστρες ή σε μικρά δοχεία, διότι το
συγκεκριμένο είδος κουνουπιού αναπαράγεται πολύ εύκολα ακόμη και σε λίγες
σταγόνες νερού. Είναι ένα μικρό ασπρόμαυρο κουνούπι που πετά και τσιμπά ακόμη
και την ημέρα και είναι ιδιαίτερα επίμονο. Το κουνούπι- τίγρης προέρχεται από
τα δάση της Νοτιοανατολικής Ασίας. Στην Ευρώπη πρωτοεμφανίστηκε το 1979 στην
Αλβανία και στη συνέχεια το 1990 πέρασε στην Ιταλία και το 1999 στη Γαλλία, ενώ
σήμερα εντοπίζεται σε περισσότερες από δέκα ευρωπαϊκές χώρες. Στις ΗΠΑ, το 1985
το είδος εντοπίστηκε για πρώτη φορά στο Τέξας και πολύ σύντομα επεκτάθηκε και
σε άλλες πολιτείες. Το μέγεθος του κουνουπιού- τίγρη δεν διαφέρει ιδιαίτερα σε
σχέση με τα άλλα είδη, ενώ ξεχωρίζει για τις λευκές ρίγες που έχει στο σώμα
του.
Ελπίζουμε,
ότι οι ετήσιοι ψεκασμοί για την αντιμετώπιση των κουνουπιών θα είναι
αποτελεσματικοί, ενώ η χρησιμοποιούμενη πλέον μεθοδολογία και τα σκευάσματα
κάνουν λόγο για ‘’βιολογικούς ψεκασμούς’’, που μας βεβαιώνουν ότι είναι ακίνδυνοι για τον άνθρωπο,
για τις μέλισσες και τα άλλα ωφέλημα έντομα, για τα πουλιά, αμφίβια, ερπετά, ψάρια
και τους άλλους οργανισμούς που συνθέτουν το περιβάλλον μας.