Καθώς, άρχισε η καλοκαιρινή κολυμβητική περίοδος, ειδήμονες και μη αναρωτιούνται, πότε και σε ποιες θαλάσσιες περιοχές θα εμφανιστούν, αν εμφανιστούν, τα ‘’σμήνη’’ των μεδουσών. Πολλές χώρες της Δ. Μεσογείου έχουν ήδη ετοιμαστεί για το ενδεχόμενο εισβολής των μεδουσών στην περιοχή τους, εξοπλίζοντας πλαζ σε τουριστικά θέρετρα και μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες με δίχτυα, ειδικά φράγματα, αλλά και ειδικά σκάφη για τη συλλογή τους.
Ως προς την έξαρση της παρουσίας μεδουσών, πέρα από την αύξηση της θερμοκρασίας των νερών, λόγω της υπερθέρμανσης του πλανήτη, που ευνοεί την αναπαραγωγή τους, τελευταίες έρευνες δείχνουν ότι στην αφθονία του πληθυσμού τους συμβάλουν και η υπεραλίευση ή και η εκλεκτική αλιεία ορισμένων ειδών (π.χ. σαφρίδι, γαύρος, σαρδέλα, σκουμπρί, τόνος, ξιφίας), σε συνδυασμό με την κλιματική αλλαγή. Δηλαδή, η εντατικοποίηση της αλιείας έχει αφανίσει μεγάλα τμήματα των πληθυσμών των ψαριών που τρέφονται με τσούχτρες, καθώς και των μικρότερων, με τα οποία ανταγωνίζονται στην κατανάλωση του πλαγκτού.
Οι εμπειρογνώμονες του Παγκόσμιου Οργανισμού για τα Τρόφιμα και τη Γεωργία (FAO) κάνουν λόγο ότι η μεγάλη αύξηση των πληθυσμών των μεδουσών μπορεί να είναι μία από τις αιτίες της μείωσης των αλιευτικών αποθεμάτων που διαπιστώνεται στη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα. Και συνιστά ο FAO σε έκθεσή του που δόθηκε στη δημοσιότητα πρόσφατα (31/5/2013), την ανάπτυξη διατροφικών προϊόντων με βάση τις μέδουσες, για να αντισταθμιστεί η διάδοση αυτού του ζελατινώδους ζώου που απειλεί τα αποθέματα των ψαριών. Εξάλλου, η υπεραλίευση ψαριών, εκτός από την άνοδο της θερμοκρασίας του κλίματος και την αύξηση των θρεπτικών ουσιών στα ύδατα., είναι από τους παράγοντες που εξηγούν αυτό τον πολλαπλασιασμό των μεδουσών, και διατυπώνουν την άποψη ότι ένας φαύλος κύκλος μπορεί να ακολουθήσει, αφού οι μέδουσες τρέφονται με τις νύμφες ψαριών και με μικρά ψάρια.
Η εμφάνιση μεγάλων πληθυσμών από μέδουσες στις ελληνικές θάλασσες και στις παράκτιες περιοχές τους είναι συνηθισμένο φαινόμενο με περιοδικότητα έξαρσης της αφθονίας τους τα 8 με 10 χρόνια. Σε άλλες περιοχές της Μεσογείου η περιοδικότητα μαζικής εμφάνισής τους φτάνει τα 4-6 χρόνια, καθώς κάθε περιοχή έχει ιδιαίτερες περιβαλλοντικές συνθήκες, που επηρεάζουν τη μαζική ή όχι εμφάνισή τους.
Οι εμπειρογνώμονες του Παγκόσμιου Οργανισμού για τα Τρόφιμα και τη Γεωργία (FAO) κάνουν λόγο ότι η μεγάλη αύξηση των πληθυσμών των μεδουσών μπορεί να είναι μία από τις αιτίες της μείωσης των αλιευτικών αποθεμάτων που διαπιστώνεται στη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα. Και συνιστά ο FAO σε έκθεσή του που δόθηκε στη δημοσιότητα πρόσφατα (31/5/2013), την ανάπτυξη διατροφικών προϊόντων με βάση τις μέδουσες, για να αντισταθμιστεί η διάδοση αυτού του ζελατινώδους ζώου που απειλεί τα αποθέματα των ψαριών. Εξάλλου, η υπεραλίευση ψαριών, εκτός από την άνοδο της θερμοκρασίας του κλίματος και την αύξηση των θρεπτικών ουσιών στα ύδατα., είναι από τους παράγοντες που εξηγούν αυτό τον πολλαπλασιασμό των μεδουσών, και διατυπώνουν την άποψη ότι ένας φαύλος κύκλος μπορεί να ακολουθήσει, αφού οι μέδουσες τρέφονται με τις νύμφες ψαριών και με μικρά ψάρια.
Η εμφάνιση μεγάλων πληθυσμών από μέδουσες στις ελληνικές θάλασσες και στις παράκτιες περιοχές τους είναι συνηθισμένο φαινόμενο με περιοδικότητα έξαρσης της αφθονίας τους τα 8 με 10 χρόνια. Σε άλλες περιοχές της Μεσογείου η περιοδικότητα μαζικής εμφάνισής τους φτάνει τα 4-6 χρόνια, καθώς κάθε περιοχή έχει ιδιαίτερες περιβαλλοντικές συνθήκες, που επηρεάζουν τη μαζική ή όχι εμφάνισή τους.
Οι μέδουσες κολυμβούν ελεύθερα, με κυλινδρικό ή ασκοειδές πεπλατυσμένο διαφανές και ζελατινώδες σώμα μορφής “ομπρέλας” ή ‘’καμπάνας’’, με διάμετρο από 12 mm έως 2 m. Ο κίνδυνος παραμονεύει στα πλοκάμια τους που κρέμονται από το σώμα τους και φέρουν οι περισσότερες μακριές λεπτές κεραίες-λεπτά νήματα, με μήκος που σε μερικές φθάνει και τα 10 m. Κάθε πλοκάμι διαθέτει εκατοντάδες ειδικά κύτταρα, τα κνιδοκύτταρα και τις νηματοκύστεις, που περιέχουν ένα μακρύ, κουλουριασμένο νήμα. Όταν ερεθιστεί η νηματοκύστη, το νήμα εκτοξεύεται προς το θύμα, σαν ένα μικρό καμάκι, αφήνοντας στο στόχο του μια ποσότητα νευροτοξίνης. Η τοξική αυτή ουσία έχει σκοπό είτε να προστατεύσει την τσούχτρα από τους εχθρούς της, είτε να παραλύσει τη λεία της (πλαγκτόν και άλλοι μικροί θαλάσσιοι οργανισμοί) για τροφή.
Όλες οι μέδουσες (κοινώς μαλούφες), διαθέτουν κνιδοκύτταρα στα μακριά και λεπτά νήματά τους, τα οποία όταν έρθουν σε επαφή με το σώμα μας, εκκρίνουν διάφορες ουσίες που μπορεί να είναι και τοξικές. Όμως, ονομάζουμε Τσούχτρες, μόνο μερικά είδη μέδουσας, που αν έρθουμε σε επαφή με τα νήματά τους μας προκαλείται δυσάρεστη αίσθηση, απλός κνησμός, ερυθροδερμία, αλλά και έντονα σημάδια με πόνο στο δέρμα, πρήξιμο, συμπτώματα αναφυλαξίας, μέχρι και σοκ σε αλλεργικά άτομα, ναυτία, μυϊκή παράλυση, ακόμα και θάνατο σε ακραίες περιπτώσεις (Κυβομέδουσες Αυστραλίας). Από τα συνολικά 250 είδη μεδουσών, μόνο τα 70 είδη είναι τσούχτρες και είναι επικίνδυνα όταν έρθουμε σε επαφή.....(για τη συνέχεια)
Η διάρκεια ζωής κάποιων πολύ μικροσκοπικών υδρομεδουσών συνήθως κυμαίνεται από λίγες ώρες μέχρι λίγους. Η διάρκεια ζωής τους και το μέγιστο μέγεθός τους κάθε είδους είναι μοναδική. Ένα ασυνήθιστο είδος φέρεται να ζει μέχρι 30 χρόνια και ένα άλλο είδος, το Turritopsis dohrnii ή Τ. nutricula, λέγεται ότι είναι σχεδόν αθάνατο λόγω της ικανότητάς του να μετατρέπεται από μέδουσας σε πολύποδα, αποφεύγοντας κατ'αυτόν τον τρόπο το θάνατο. Οι περισσότερες από τις μεγάλες παράκτιες μέδουσες ζουν περίπου 2 έως 6 μήνες. Τρέφονται συνεχώς και αυξάνονται αρκετά γρήγορα. Μετά την επίτευξη της ενηλικίωσής τους (που ποικίλλει ανά είδος), οι μέδουσες αναπαράγονται καθημερινά, αν υπάρχει αρκετή τροφή στο οικοσύστημα και ικανή θερμοκρασία. Στα περισσότερα είδη μεδουσών, η ωοτοκία ελέγχεται από το φως, έτσι ώστε το σύνολο του πληθυσμού γεννά περίπου την ίδια ώρα της ημέρας, συχνά είτε το σούρουπο ή την αυγή.Οι μέδουσες ζουν και στα γλυκά νερά, σε θάλασσες και ωκεανούς, ενώ αντέχουν σε μεγάλο φάσμα θερμοκρασιών και αλατότητας. Έχουν βρεθεί να ζουν ακόμη και σε βάθη μέχρι και τα 3500 μέτρα, ενώ συνήθως βρίσκουμε τις περισσότερες στην ανοιχτή θάλασσα, αλλά μεταφέρονται στις παραλίες και σε αβαθή παράκτια νερά, με τα επιφανειακά ρεύματα της θάλασσας, τα οποία εξαρτώνται από τους ανέμους. Μια μέδουσα του γλυκού νερού, η μικροσκοπική Craspedacusta sowerbyi, κατακλύζει την καλοκαιρινή περίοδο τις ελληνικές τεχνητές λίμνες (π.χ. Κρεμαστά, Καστράκι, Στράτος).
Οι περισσότερες μέδουσες είναι ιδιαίτερα ευκίνητες, μολονότι συνήθως παρασύρονται από τα ρεύματα της θάλασσας και έχουν την ικανότητα να κινούνται αυτόνομα, κάνοντας απαλές, παλμικές κινήσεις. Μια μέδουσα μπορεί να ταξιδέψει αρκετά χιλιόμετρα τη μέρα. Αυτό, σε συνδυασμό με την τεράστια εξάπλωση των μεδουσών σε όλες τις θάλασσες και τους ωκεανούς, τις κάνει να αποτελούν σημαντική απειλή για μερικά θαλάσσια πλάσματα, αλλά και για τον άνθρωπο. Το ζελατινώδες, διαφανές τους σώμα κάνει αδύνατο τον εντοπισμό τους από δορυφόρους ή σόναρ, όπως συμβαίνει με τα κοπάδια των ψαριών. Κατά συνέπεια, είναι σχεδόν αδύνατη η πρόβλεψη αφθονίας και εμφάνισή τους. που αποτελούν απειλή για τους κολυμβητές και πληγή για το θαλάσσιο τουρισμό, αλλά και την αλιεία, ενώ υπάρχει και οικολογικός αντίκτυπος από την έκρηξη της αφθονίας τους.
Οι μέδουσες εμφανίστηκαν στη Γη πολύ πριν από 57Ο εκατομμύρια χρόνια (Προκάμβρια γεωλογική περίοδος). Τα αρχέγονα αυτά είδη, που αποτελούνται κατά το 95% από νερό, είναι συγγενή με τις θαλάσσιες ανεμώνες και τα κοράλλια (όλα αυτά είναι γνωστά στη ζωολογία με το όνομα κνιδόζωα=ζώα που φέρουν ειδικά κύτταρα με τοξικές ουσίες). Οι μέδουσες έχουν μεγάλη ποικιλία μεγεθών, σχημάτων και χρωμάτων. Οι περισσότερες έχουν διάμετρο από μερικά χιλιοστόμετρων έως και εκατοστόμετρα, αλλά μπορεί να φτάσουν μέχρι και τα 2 μέτρα, ενώ τα πλοκάμια τους φτάσουν και δεκάδες μέτρα. Και κατά την ελληνική μυθολογία, η μέδουσα είναι η πανέμορφη ιέρεια της Αθηνάς που έγινε τέρας μετά τον βιασμό της από τον Ποσειδώνα.
Oι μέδουσες που συναντάμε πιο συχνά στις ελληνικές θάλασσες είναι η γνωστή και ως ''Πελάγια η φθορίζουσα'' (Pelagia noctiluca), η μόνη μέδουσα που στην περιοχή μας είναι και τσούχτρα, η "Χρυσαλίδα η χρυσοποίκιλτη" (Aurelia aurita), η καφε-μουσταρδί μέδουσα, η "Κοτυλόριζα με τα φυμάτια" (Cotylorhiza tuberculata) που θυμίζει τηγανητό αυγό, η μεγάλη γαλάζια μέδουσα "Πνευμο-ριζόστομα" (Rhizostoma pulmo). Ειδικότερα αυτές έχουν σε γενικές γραμμές τα πιο κάτω χαρακτηριστικά:
-Πελάγια, Pelagia noctiluca (ή Chrisaora hisoscella). Χρώμα μωβ, πορφυρό ή κοκκινωπό και μέση διάμετρος περίπου τα 6 εκατοστά., Είναι βιοφωταυγής οργανισμός και τη νύχτα φωσφορίζει. Το τσίμπημά της είναι επώδυνο και οδυνηρό. Οι περιοδικές πληθυσμιακές εξάρσεις της τσούχτρας ‘’Πελάγια’’ στη Μεσόγειο, δεν έχουν καθοριστεί επακριβώς σε ποιους παράγοντες οφείλονται, αλλά φαίνονται ότι συνδέονται με τις διακυμάνσεις της θερμοκρασίας της θάλασσας και με άλλους περιβαλλοντικούς παράγοντες που επηρεάζονται από τις κλιματικές αλλαγές, όπως είναι για παράδειγμα οι περίοδοι ξηρασίας ή έντονων βροχοπτώσεων τους ανοιξιάτικους μήνες. Επίσης, δεν έχει διαπιστωθεί κάποια συσχέτιση ανάμεσα στην αφθονία του πληθυσμού αυτής της τσούχτρας με την αύξηση της αλατότητας του νερού, αλλά ούτε και με τα ρυπασμένα νερά.
-Κοτυλόριζα, Cotylorhiza tuberculata. Μεγάλη σε μέγεθος και με καφεκίτρινη απόχρωση, ως «τηγανητό αβγό». Είναι πολύ διαδεδομένη στο Αιγαίο και η διάμετρός της μπορεί να φθάσει τα 40 εκατοστά. Το τσίμπημά της δεν είναι επικίνδυνο.
-Χρυσαλίδα, Aurelia aurita. Η μέδουσα αυτή είναι η πιο διαδεδομένη σε όλες τις θάλασσες. Η «ομπρέλα» της είναι σχετικά επίπεδη με τέσσερις χαρακτηριστικούς κύκλους στο εξωτερικό της τμήμα. Το τσίμπημά της δεν είναι ενοχλητικό για τους περισσότερους ανθρώπους.
-Ριζόστομα, Rhizostoma pulmo. Είναι γνωστή και ως μεγάλη γαλάζια μέδουσα, ενώ η «ομπρέλα» της έχει γαλαζωπό χρώμα με μοβ αποχρώσεις ή μια μοβ ταινία στο εξωτερικό της μέρος. Το τσίμπημά της δεν είναι ενοχλητικό.
-Ροπηλέμα, Rhopilema nomadica. Το 2007 εμφανίστηκε στο νότιο Ιόνιο πέλαγος και αργότερα στο Λακωνικό κόλπο, η τσούχτρα "Ροπηλέμα η νομαδική" (Rhopilema nomadica) που μοιάζει με ασπρο-γαλανό μπαλόνι, διαμέτρου 20-60 εκ. Αυτή η τσούχτρα που προκαλεί προβλήματα και στην αλιεία, φαίνεται ότι εισέλθει στη Μεσόγειο από την Ερυθρά Θάλασσα μέσω Σουέζ και η επαφή της με τον άνθρωπο είναι πολύ επώδυνη.
Επίσης, εδώ και μερικά χρόνια έκανε την εμφάνισή της στα νερά της δυτικής Μεσογείου (ακτές Ισπανίας και Γαλλίας) το είδος Φυσάλια ή κυανή μέδουσα (Ρhysalia physalis). Αυτό το είδος ζει και αναπτύσσεται στον Ατλαντικό Ωκεανό, και κατά καιρούς όμως σποραδικά εμφανίζεται και στη Μεσόγειο. Παλαιότερα είχε εντοπισθεί και στις νότιες ακτές της Βρετανίας και της Ιρλανδίας. Οι επιστήμονες αποδίδουν τη μετακίνηση στα θαλάσσια ρεύματα και στους ευνοϊκούς ανέμους, αφού το είδος αυτό έχει σώμα σαν ασκό με μια κάθετη διαφανή μεμβράνη στην κορυφή που λειτουργεί σαν μικρό ιστίο. Η διάμετρος του φουσκωτού σώματος της Φυσάλια δεν ξεπερνάει τα 20 εκατοστά. Ο κίνδυνος βρίσκεται στα πλοκάμια της που μπορούν να φτάσουν τα 20 μέτρα, με χρώμα από το ανοικτό βιολετί ως το φούξια. Στις απολήξεις τους υπάρχουν περισσότερα από 10 είδη δηλητηρίων, το καθένα διαφορετικού χρώματος και για κάποια από αυτά δεν υπάρχει αντίδοτο. Οι γιατροί συνιστούν προσοχή, χωρίς να υπερτιμούν τον κίνδυνο. Η επαφή με τα πλοκάμια δεν σημαίνει ακαριαίο θάνατο. Εκτός από το κοινό τσούξιμο, το συγκεκριμένο είδος προκαλεί ταχυκαρδία, υπερβολική εφίδρωση, μυϊκούς σπασμούς με πρόσκαιρη τοπική παράλυση και μικρή δυσκολία στην αναπνοή.
Το πιο επικίνδυνο είδος τσούχτρας παγκοσμίως, είναι η Κυβομέδουσα (Chironex fleckerii), γνωστή και ως θαλάσσια σφήκα, που είναι το πιο θανατηφόρο πλάσμα στη Γη. Συναντάται στις ακτές του Ινδικού και του Ειρηνικού Ωκεανού και χρησιμοποιεί το θανατηφόρο δηλητήριό της για τις μεγάλες και μικρές γαρίδες. Το δηλητήριο της Κυβομέδουσας μπορεί να προκαλέσει το θάνατο σ´ έναν ενήλικο άνθρωπο μέσα σε τρία λεπτά, από ανακοπή καρδιάς, κατάρρευση του κυκλοφορικού συστήματος ή και παράλυση του αναπνευστικού. Στις ευρωπαϊκές ακτές του Ατλαντικού ωστόσο, τους μήνες του καλοκαιριού κυρίως, υπάρχουν είδη μέδουσας που το δηλητήριό τους περιέχει το 75% της τοξικότητας του δηλητηρίου της βασιλικής κόμπρας.
Οι μέδουσες είναι πλαγκτονικοί αρπαγοφάγοι οργανισμοί και, όπως όλοι οι οργανισμοί αυτού του είδους, δεν κολυμπούν αλλά μετακινούνται παρασυρόμενες από τα θαλάσσια ρεύματα. Αυτό εξηγεί σε έναν βαθμό τις διαφορές στην παρουσία των πληθυσμών τους από θάλασσα σε θάλασσα. Επειδή η κίνησή τους είναι πολύ αδύναμη, δεν μπορούν να πάνε αντίθετα στα ρεύματα, όπως συμβαίνει με τα ψάρια. Το σώμα των μεδουσών αποτελείται ως και κατά 94%-98% από νερό. Οι μέδουσες αναπαράγονται σε σχετικά θερμά νερά συνήθως από την άνοιξη ως το φθινόπωρο, με διακοπή κατά τους χειμερινούς μήνες. Τα τελευταία χρόνια ωστόσο, με τους ήπιους χειμώνες και τους θερμούς ανοιξιάτικους και φθινοπωρινούς μήνες, η θερμοκρασία των νερών της Μεσογείου δεν πέφτει σχεδόν ποτέ κάτω από τους 14 βαθμούς Κελσίου, παρατείνοντας την περίοδο της αναπαραγωγής τους. Ορισμένοι υποστηρίζουν μάλιστα ότι, αν η κλιματική μεταβολή συνεχιστεί στον ίδιο ρυθμό, πολύ σύντομα θα φθάσουμε να βλέπουμε μέδουσες στη λεκάνη της Μεσογείου καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου.
Η επιδρομή μεδουσών που παρατηρείται τις τελευταίες δεκαετίες σε όλες τις θάλασσες και τους ωκεανούς συνιστά μια τεράστια αλλαγή στις συνήθειες των θαλάσσιων αυτών ζώων. Η περιοδικότητα του φαινομένου εξακολουθεί να ισχύει στην Ελλάδα, όμως παρατηρείται ότι πλέον έχει διακοπεί σε άλλες θάλασσες του κόσμου. Όταν τα μεγέθη του πληθυσμού τους βρίσκονται σε φυσιολογικά επίπεδα, οι πλαγκτονικοί αυτοί οργανισμοί είναι απαραίτητοι για το οικοσύστημα και την ισορροπία του. Η αύξηση όμως του πληθυσμού τους τα τελευταία χρόνια κρίνεται ανησυχητική από τους ερευνητές. Στην ανατολική πλευρά της λεκάνης της Μεσογείου η αύξηση των πληθυσμών τους δεν είναι το ίδιο έντονη, όσο στη δυτική Μεσόγειο Θάλασσα. Η ιδιόρρυθμη αυτή κατάσταση οφείλεται, σύμφωνα με τους επιστήμονες, σε μια σειρά παραγόντων. Ανάμεσά τους, από τους κυριότερους, είναι η υπερθέρμανση του πλανήτη, η οποία έχει κάνει τα νερά πιο θερμά ευνοώντας και παρατείνοντας την περίοδο αναπαραγωγής των μεδουσών. Εξάλλου, και η υπέρμετρη αλιεία, σε συνδυασμό με την υποβάθμιση του περιβάλλοντος. έχουν οδηγήσει σχεδόν σε εξαφάνιση τους φυσικούς εχθρούς - όπως ο τόνος και η θαλάσσια χελώνα - και τα ανταγωνιστικά τους είδη, αφήνοντάς τους ελεύθερο το πεδίο και άφθονη τροφή. Μια άλλη αιτία η οποία προτείνεται από ορισμένους ειδικούς και συνδέεται και αυτή με την υπερθέρμανση του πλανήτη είναι η αλλαγή που έχει παρατηρηθεί τα τελευταία χρόνια στα θαλάσσια ρεύματα και στους ανέμους.
Σε γενικές γραμμές η παρουσία των μεδουσών, δεν έχει να κάνει με τη ρύπανση των νερών. Εισβολές μεδουσών και τσουχτρών έχουν παρατηρηθεί τα τελευταία χρόνια ακόμη και σε παρθένες θάλασσες και προστατευόμενους βιοτόπους. Ωστόσο, πολλά είδη μεδουσών ανήκουν στους οργανισμούς που μπορούν να ζήσουν και να επιβιώνουν σε ρυπασμένα νερά, με αποτέλεσμα να έχουν καταλάβει ολόκληρες θαλάσσιες περιοχές. Για παράδειγμα, στον Κόλπο του Μεξικού, τα βιομηχανικά και γεωργικά απόβλητα, και τα άλλα χημικά που εκβάλλονται στους ωκεανούς δημιουργούν νεκρές ζώνες με ενισχυμένη ανάπτυξη φυκών και πλαγκτόν. Εξαιτίας της έλλειψης οξυγόνου, τα ψάρια δεν μπορούν να ζήσουν σε ένα τέτοιο περιβάλλον, οι μέδουσες όμως βρίσκουν σε αυτό άφθονη τροφή και ιδανικές συνθήκες για την αναπαραγωγή τους.
Η Ισπανία έχει επιχειρήσει να επιβάλει έναν έλεγχο στον πληθυσμό των μεδουσών επανεισάγοντας έναν από τους φυσικούς εχθρούς τους, τη θαλάσσια χελώνα. Όμως η υποβάθμιση του περιβάλλοντος και ο αυξημένος τουρισμός στις ακτές της εμποδίζουν τις χελώνες δεν συναντούν τις ιδανικές συνθήκες για την ανάπτυξή τους. Η λύση που προτείνεται, τουλάχιστον αυτή τη στιγμή, είναι ο συνδυασμός του ελέγχου της αλιείας και της ενίσχυσης των πληθυσμών των ψαριών με την ταυτόχρονη αλίευση των μεδουσών. Ήδη στη Δυτική Μεσόγειο και στα φιόρδ της Νορβηγίας, ειδικά επιφορτισμένα αλιευτικά πλοία ασχολούνται με αυτό το έργο. Η Ιαπωνία εδώ και μερικά χρόνια έχει εισαγάγει άλλου είδους τακτικής Εκεί, θανατώνουν τις μέδουσες με ειδικά κοφτερά δίχτυα. Πέρυσι ωστόσο ερευνητές του ιαπωνικού Πανεπιστημίου Σιμάνε απέδειξαν ότι η μέθοδος είναι ουσιαστικά ανώφελη και τούτο καθώς οι μέδουσες, ακόμη και νεκρές, εξακολουθούν να είναι τοξικές για αρκετά εικοσιτετράωρα, ενώ ο θάνατος επιφέρει ένα είδος οργασμικής αναπαραγωγής, με αποτέλεσμα οι πληθυσμοί τους να αυξάνονται σημαντικά.
Η ανατομία της μέδουσας είναι πολύ απλή. Τρία είναι τα στρώματα που σχηματίζουν την καμπάνα-σώμα της. Στο σώμα της υπάρχει μία μόνο κοινή δίοδος από την οποία περνούν η τροφή και τα περιττώματα. Απ´ αυτή την ίδια δίοδο, εξέρχονται και τα αναπαραγωγικά κύτταρα (σπερματοζωάρια και ωάρια) από τα ώριμα αρσενικά και θηλυκά άτομα. Από τα γονιμοποιημένα ωάρια (σε ειδικό σάκο ή στο στόμα του θηλυκού ατόμου) γεννιέται ένα σκωληκοειδούς μορφής οργανισμός, η πλάνουλα, η οποία αφού περιπλανηθεί προσκολλάται σε σκληρές επιφάνειες στο βυθό και παραμένει εκεί για μήνες ή και για χρόνια ως πολύποδας. Απ' αυτή τη μορφή προέρχονται συνήθως και μικροί πολύποδες που προσκολλώνται με τη σειρά τους ή και τα νεογνά της μέδουσας, τα οποία στη συνέχεια ωριμάζουν και κολυμπούν ελεύθερα για να συνεχιστεί έτσι ο κύκλος της ζωής τους. Δηλαδή, οι μέδουσες, αποτελούν το κυρίαρχο στάδιο του βιολογικού κύκλου ασπόνδυλων οργανισμών (κνιδόζωα, κοιλεντερωτά, υδρόζωα) που κολυμβούν ελεύθερα. Συνήθως, αναπαράγονται σεξουαλικά γεννώντας πολύποδες (βιομορφές στερεωμένες στο βυθό με μικροσκοπικό μέγεθος, κυλινδρική ή ασκοειδής μορφή και με τις εκβλαστήσεις τους σχηματίζεται αποικία με μορφής αλυσίδας σε μήκος μέχρι και τα 2 m.) από τους οποίους οι μέδουσες (βιομορφές που κολυμβούν ελεύθερα, με κυλινδρικό ή ασκοειδές πεπλατυσμένο σώμα μορφής “ομπρέλας” ή ‘’καμπάνας’’ με διάμετρο από 12 mm έως 2 m. και φέρουν μακριές λεπτές συλληπτήριες κεραίες, το μήκος σε μερικές φθάνει τα 10 m. ) γεννιούνται μη σεξουαλικά. Οι βιομορφές Μέδουσα και Πολύποδας, εναλλάσσονται περιοδικά. Έτσι, οι πολύποδες δίνουν γένεση με εκβλάστηση (αφυλετικά-asexual) σε μέδουσες, οι οποίες όμως πολλαπλασιάζονται φυλετικά (sexual), οπότε προκύπτουν πολύποδες και ούτω καθεξής. Με απλά λόγια, τα στάδια αυτά περιλαμβάνουν τις βιομορφές: Πολύποδας, Εκβλάστηση, Νέοι πολύποδες-αποικία, απόσπαση μικρών μεδουσών, οι εφύρες, ενήλικη Μέδουσα, Αρρενα+θήλεα γεννητικά κύτταρα, Πλάνουλα, προσκόλληση , Πολύποδας, κ.ο.κ. Ανάλογα με το φως, τον άνεμο, τα ρεύματα και τις καιρικές συνθήκες, οι μέδουσες έχουν την τάση να συγκεντρώνονται σε συγκεκριμένες περιοχές. Τότε λαμβάνει χώρα και το ζευγάρωμά τους, και όσο μεγαλύτερο είναι το πλήθος των μεδουσών που συγκεντρώνονται τόσο μεγαλύτερες είναι και οι πιθανότητες να είναι το ζευγάρωμα επιτυχές. Τα αρσενικά εκλύουν σπερματοζωάρια υπό μορφή συνδεδεμένων ινιδίων, που τα τρώνε τα θηλυκά. Στην πραγματικότητα, δηλαδή, η γονιμοποίηση καθαυτή λαμβάνει χώρα στο στομάχι του θηλυκού. Από τη διαδικασία αυτή προκύπτουν προνύμφες, οι οποίες προσκολλώνται αρχικά στα πλοκάμια των θηλυκών. Αργότερα, απελευθερώνονται στο νερό, και στο εξής πρέπει να τα βγάζουν πέρα μόνες τους. Κάθε προνύμφη κατευθύνεται προς το βυθό, στον οποίο και προσκολλάται. Εκεί παίρνει τη μορφή ενός πολύποδα, ενός μικρού, προσκολλημένου στο βυθό επιμήκους ζώου, με μακριά, λεπτά πλοκάμια. Οι πολύποδες μπορούν να ζήσουν έτσι για μεγάλο χρονικό διάστημα, πριν τελικά περάσουν στο επόμενο στάδιο της εξέλιξής τους. Τα πλοκάμια μαραίνονται, και το επίμηκες σώμα του πολύποδα αρχίζει να διαιρείται κάθετα πολλές φορές, μέχρι που καταλήγει να θυμίζει μια στοίβα από ταλαντευόμενα πιάτα. Μετά από λίγο, αυτά τα «πιάτα» διαχωρίζονται και καθένα από αυτά εξελίσσεται σε ενήλικη μέδουσα. Ορισμένα είδη (π.χ. το υδρόζωο Turritopsis), από το ώριμο στάδιο μεταμορφώνονται ξανά σε πολύποδες και ανατρέπουν έτσι το συνηθισμένο κύκλο της ζωής τους, δημιουργώντας άλυτο μέχρι στιγμής μυστήριο για τους επιστήμονες. Αντί του εγκεφάλου, οι μέδουσες διαθέτουν ένα στοιχειώδες νευρικό σύστημα ή νευρικό δίχτυ, το οποίο αποτελείται από υποδοχείς για την ανίχνευση του φωτός, της οσμής και για άλλα ερεθίσματα.
Οι μέδουσες, αποτελούν σημαντικό ανταγωνιστή μας στην εξασφάλιση τροφής, αφού κάθε καλοκαίρι καταναλώνουν μεγάλο ποσοστό από το πλαγκτό και τα αβγά των ψαριών, ενώ καταστρέφουν και τα δίχτυα των ψαράδων. Είναι δύσκολο έως και αδύνατο να ελεγχθεί ο πληθυσμός τους, μια και έχουν ελάχιστους φυσικούς εχθρούς (π.χ. τις θαλάσσιες χελώνες και κάποια είδη πελαγικών ψαριών). Πολλές φορές βλέπουμε μικροσκοπικά ψάρια να αναζητούν συχνά καταφύγιο κάτω από τα πλοκάμια τους και να περνούν το μεγαλύτερο μέρος της ενήλικης ζωής τους στην ασφάλεια που τους παρέχουν οι μέδουσες, αφού αυτά τα μικρά ψάρια έχουν αναπτύξει ανοσία στη νευροτοξίνη των μεδουσών. Εξάλλου, το θαλάσσιο σαλιγκάρι "Γλαύκος", τρέφεται σχεδόν αποκλειστικά από τη μέδουσα "Φυσάλια", ενώ τα νεαρά άτομα από ένα είδος χταποδιού προχωρούν ακόμα πιο πέρα, αφού κόβουν πλοκάμια από τσούχτρες, τα προσαρμόζουν στα δικά τους και τα χρησιμοποιούν ως όπλα για τη δική τους προστασία.
Οι μέδουσες έχουν πλατιές οικολογικές και οικονομικές επιπτώσεις. Η αύξηση του αριθμού των δηλητηριωδών ειδών σε περιοχές που εξαρτώνται από τον τουρισμό μπορεί να έχει καταστροφικές συνέπειες, για παράδειγμα, και η υψηλή βιομάζα μεδουσών μπορεί να είναι ιδιαίτερα επιζήμια για ορισμένα αποθέματα ιχθύων. Από την άλλη πλευρά, ορισμένα είδη μεδουσών (π.χ. Aequorea victoria), παράγουν πολύτιμα προϊόντα, όπως τις φθορίζουσες πρωτεΐνες GFP, που χρησιμοποιούνται στην ιατρική. Αυτή η πρωτεΐνη χρησιμοποιείται για τη μελέτη των γονιδίων των ιστών και του τρόπου έκφρασής τους. Το κολλαγόνο των μεδουσών είναι επίσης θεραπευτικό μέσο για τη ρευματοειδή αρθρίτιδα.
Οι μέδουσες είναι σημαντική πηγή τροφής για τους Κινέζους αλλά και σε άλλες ασιατικές χώρες. Ενδεικτικά, στην Κίνα, οι επεξεργασμένες μέδουσες αφαλατώνονται με εμβάπτιση στο νερό όλη τη νύχτα και τρώγονται μαγειρεμένες ή ωμές. Συχνά σερβίρονται ως σαλάτα, μαζί με λαχανικά. Στην Ιαπωνία τις πλένουν, τις κόβουν σε λωρίδες και τις σερβίρουν ως ορεκτικό με ξίδι. Εξάλλου, οι μέδουσες χρησιμοποιούνται και στη βιολογία. Έτσι,
πέρα από την ανάπτυξη προϊόντων διατροφής με βάση τις μέδουσες, προτείνει
επίσης ο FAO, μια άλλη δυνατότητα που θα ήταν και η
εκμετάλλευση της "αθάνατης μέδουσας" (Turritopsis nutricula), που υπόσχεται την επεξεργασία προϊόντων
αναζωογονητικών για τους ανθρώπους, ικανών να αντιστρέφουν τη διαδικασία της
γήρανσής μας.
Το 2009, ένα ιαπωνικό αλιευτικό σκάφος ανατράπηκε όταν το πλήρωμά του προσπάθησε να μεταφέρει σε ένα δίχτυ γεμάτο από γιγαντιαίες μέδουσες Nomura. Η αλιεία στην Τυνησία και στην Ιρλανδία έχουν διαταραχθεί, ενώ παράκτιοι σταθμοί παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στη Φλόριντα, τη Σκωτία, την Ιαπωνία και το Ισραήλ αναγκάστηκαν προληπτικά να κλείσουν, όταν μέδουσες έφραξαν την είσοδο του νερού ψύξης των συστημάτων τους.
Και την προσοχή σας στις πρώτες βοήθειες: Αν συμβεί να μας χτυπήσει-τσιμπήσει τσούχτρα κάνουμε τις εξής απλές ενέργειες: α) Ξεπλένουμε άμεσα το σημείο του τσιμπήματος με θαλσσσινό νερό (και όχι με γλυκό γιατί η αλλαγή της ωσμωτικής τονικότητας του γλυκού από το θαλασσινό νερό, μπορεί να απελευθερώσει επιπλέον δηλητήριο. Για τον ίδιο λόγο θα πρέπει να αποφεύγεται ο κνησμός του τραύματος, η χρήση οινοπνεύματος, αμμωνίας και παρόμοιων ουσιών) και απομακρύνουμε τα τυχόν κολλημένα στο σώμα μας πλοκάμια της τσούχτρας, β) Το να πιέσουμε ή έστω ν' αγγίξουμε το σημείο του σώματος που δέχτηκε την επίθεση με άμμο ή φύκια είναι ό,τι το χειρότερο, αφού έτσι θα αυξήσουμε την ευαισθησία του δέρματος μας, γ) Τοποθετούμε πάγο ή κρύες κομπρέσες. Αυτό περιορίζει τα τοπικά φαινόμενα από το δέρμα, δ) Αλείφουμε την πάσχουσα περιοχή με αντι-αλλεργική αλοιφή ή νερόξυδο ή και υγρή αμμωνία ή και ούρα, ώστε να περιοριστεί η τοπική φλεγμονώδη αντίδραση και για να ανακουφιστούμε γρήγορα από το τσούξιμο και τη φαγούρα. Βοηθά επίσης το κρασί, αλλά και η κόκα-κόλα, ε) Χωρίς ιατρική συνταγή δεν παίρνουμε αντι-ισταμινικά χάπια, στ) Τέλος, αν τα συμπτώματα είναι έντονα και αν δεν υποχωρούν μετά την εφαρμογή των τοπικών-προληπτικών μέτρων, συνίσταται η άμεση επίσκεψη σε γιατρό της περιοχής. (επικαιροποίηση με νέα στοιχεία της αρχικής δημοσίευσης στο http://sfrang2.blogspot.com, και στο http://envifriends.blogspot.com, Θ.Κουσουρής, από 31/5/2009 και 14/6/2012 αντίστοιχα ). (πηγές: http://jellywatch.org/blooms, http://www.reference.com/browse/jellyfish, http://www.tovima.gr/science/article/?aid=190232, http://www.pyrgoskymis.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=3786&Itemid=103, ).