Σταχυολογώντας από τα ενδιαφέροντα σημεία μελέτης (The Economics of Ecosystems and Biodiversity, UNEP, 2009) σχετικά με τις επενδύνσεις στο περιβάλλον, τονίζονται με ιδιαίτερη έμφαση τα παρακάτω. Η φύση παρέχει πολλαπλές υπηρεσίες, όπως είναι για παράδειγμα η ρύθμιση των υδατικών συστημάτων, η προστασία από τις πλημμύρες, οι θερμορρυθμιστικές διεργασίες στην ατμόσφαιρα, και η αποθήκευση του άνθρακα. Ωστόσο, οι αυξανόμενες πιέσεις που ασκούνται στη Φύση και τα οικοσυστήματά της διακυβεύουν..........
την παροχή πολλών από τις υπηρεσίες αυτές. H ανεπαρκής προστασία της φύσης οφείλεται συχνά στην αδυναμία μας να αντιληφθούμε την αξία της. Πρέπει να μάθουμε να εκτιμούμε τη φύση αν θέλουμε να την προστατεύσουμε αποτελεσματικότερα. Πολύ συχνά θεωρείται ότι η φύση έχει μικρό - ή και μηδενικό - οικονομικό ειδικό βάρος, στην πραγματικότητα όμως στηρίζει και ενισχύει τις οικονομίες και τις κοινωνίες μας, ενώ είναι επίσης σε θέση να μας προστατεύσει αποτελεσματικά από την κλιματική αλλαγή. Δεν θα κατορθώσουμε να μετριάσουμε την αλλαγή του κλίματος ή να προσαρμοστούμε σ’ αυτή αν δεν προστατεύσουμε τα πολύτιμα οικοσυστήματα, όπως εξάλλου δεν θα επιτύχουμε την ανάσχεση της απώλειας της βιοποικιλότητας αν δεν μπορέσουμε να προλάβουμε την εξέλιξη της κλιματικής αλλαγής σε επικίνδυνα επίπεδα. Ο επικεφαλής της μελέτης Pavan Sukhdev, δήλωσε σχετικά: «Η έλλειψη οικονομικής ορατότητας των οικοσυστημάτων και της βιοποικιλότητας αποτελεί σημαντικό παράγοντα συμβολής στην ανησυχητική απώλειά τους, παρά την τεράστια οικονομική αξία τους για την κοινωνία. Οι φυσικοί πόροι και το φυσικό κεφάλαιο που διαθέτουμε είναι εξίσου σημαντικά με τους ανθρωπογενείς πόρους ή το υλικό κεφάλαιο. Η αναγνώριση και ενθάρρυνση των οφελών που αποφέρει στην κοινωνία το φυσικό κεφάλαιο πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα στη χάραξη πολιτικής».
Η πιο πάνω μελέτη καταδεικνύει ότι η επένδυση στην προστασία των οικοσυστημάτων μπορεί να αποδειχθεί πολύ συμφέρουσα οικονομικά. Ένα ευρύ φάσμα κλάδων της οικονομίας στηρίζεται στην φύση, η οποία διευρύνει τις δυνατότητες μακροπρόθεσμης οικονομικής ανάπτυξης. Η ικανότητα της φύσης να παρέχει υπηρεσίες ζωτικής σημασίας, όπως είναι το γλυκό νερό και η ρύθμιση του κλίματος, είναι συχνά λιγότερο δαπανηρή από τις επενδύσεις σε τεχνολογικές λύσεις. Ο καθορισμός προστατευόμενων περιοχών – ακρογωνιαίος λίθος των πολιτικών για τη διαφύλαξη του περιβάλλοντος – πέρα από το ότι ωφελεί τη φύση, είναι δυνατόν να αποφέρει σημαντικά κέρδη. Στη Σκωτία, για παράδειγμα, υπολογίζεται ότι τα δημόσια οφέλη από την προστασία του δικτύου Natura 2000 (το ευρωπαϊκό δίκτυο προστατευόμενων περιοχών) είναι τριπλάσια του κόστους του.
Η προστασία της φύσης συνιστά επίσης τον οικονομικά αποδοτικότερο τρόπο μετριασμού της κλιματικής αλλαγής και προσαρμογής σ’ αυτή. Παρά τις προσπάθειες μετριασμού της, η αλλαγή του κλίματος προβλέπεται να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης φυσικών καταστροφών. Θα είναι απαραίτητες επενδύσεις σε υγιή οικοσυστήματα για την προστασία από φαινόμενα όπως οι πλημμύρες και οι καταιγίδες. Οι επενδύσεις καθίστανται μάλιστα ελκυστικότερες εάν ληφθεί υπόψη ολόκληρο το φάσμα των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Οι διαπιστώσεις της μελέτης υπογραμμίζουν επίσης την ανάγκη επίτευξης συμφωνίας στην Κοπεγχάγη για τη χρηματοδότηση μέτρων περιορισμού των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2) που οφείλονται στην αποψίλωση και την υποβάθμιση των δασών στις τροπικές χώρες (μέσω του συστήματος REDD= Reducing Emissions from Deforestation and Forest Degradation). Η αποψίλωση και η υποβάθμιση των δασών ευθύνονται για το 20% περίπου των παγκόσμιων εκπομπών CO2 – ποσοστό υψηλότερο εκείνου που αντιπροσωπεύουν συλλογικά όλα τα όλα είδη μέσων μεταφοράς. Επιθυμία της ΕΕ είναι να τεθούν στη συμφωνία της Κοπεγχάγης οι εξής στόχοι: περιορισμός της αποψίλωσης των τροπικών δασών, έως το 2020, κατά το ήμισυ τουλάχιστον σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα, καθώς και πλήρης ανάσχεση της απώλειας δασικών εκτάσεων παγκοσμίως έως το 2030. Η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την αύξηση της χρηματοδότησης προς τις αναπτυσσόμενες χώρες, ώστε να συμβάλουν στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, περιλαμβάνει διατάξεις για τον τερματισμό της αποψίλωσης των δασών
Επίσης, η μελέτη επισημαίνει δύο βασικές προκλήσεις για τους πολιτικούς ιθύνοντες. Η πρώτη είναι να κατανοήσουν την αξία των οικοσυστημάτων, της βιοποικιλότητας και των φυσικών πόρων που διαθέτουμε και να τη συνεκτιμήσουν στις αποφάσεις που λαμβάνουν σε όλους τους τομείς και σε όλα τα επίπεδα (τοπικό, εθνικό και παγκόσμιο). Η δεύτερη είναι να αντιδράσουν αποτελεσματικά και να προσαρμόσουν τις λύσεις στις ανάγκες των διαφόρων οικονομιών και κοινωνιών. Η καλύτερη κατανόηση και η αποτίμηση της βιοποικιλότητας και των οικοσυστημάτων, με στόχο τη στήριξη των εκτιμήσεων των ολοκληρωμένων πολιτικών θεωρούνται καίρια στοιχεία μιας μακροπρόθεσμης λύσης. (Πηγές: Δελτίο Τύπου ΕΕ IP/09/1710. -P. Sukhdev, 2009. Report to E.E. και Δελτίο Τύπου IP/09/1297. -www.teebweb.org. http://www.tvlink.org/media.php?type=video&chid=11&titleleft=Environment&order_by=date&chid=11&offset=5)