(σταχυολογημένο κείμενο από: http://odysseus.culture.gr/h/2/gh251.jsp?obj_id=5521,
Σκούρας Θ., Τα Δρακόσπιτα της Εύβοιας,
βιβλίο, http://www.dirfys.gr/drakospita.html,
http://www.nea-acropoli-athens.gr/index.php?option=com_content&view=article&catid=46:2008-03-11-08-24-31&id=153:2008-06-13-16-55-29&Itemid=77,
http://web.archive.org/web/20101003101745/www.allaroundevia.gr/axiotheata/drakospita.html). Μόλις,
λίγα μέτρα κάτω από την ψηλότερη κορυφή του όρους Όχη (1398 μ.) στη
νότια Εύβοια, βρίσκεται το πλέον εντυπωσιακό και καλοδιατηρημένο Δρακόσπιτο.
Δυσπρόσιτο και απόμακρο,
σε πλήρη αρμονία με την εκεί φύση, στους βράχους και
στις πέτρες. Το μεγαλίθινο αρχαίο αυτό ορθογώνιο κτίσμα (χρονολογείται στα τέλη του 4ου και στις αρχές του 3ου π.Χ. αιώνα), είναι κατασκευασμένο από τεράστιους ογκόλιθους χωρίς συνδετικό κονίαμα. Η
είσοδος είναι στη μεγάλη πλευρά, σε αντίθεση με τους αρχαίους ναούς, όπου η
είσοδος είναι στη μικρή πλευρά. Οι τοίχοι είναι τόσο χοντροί που οδηγούν το νου
σε φαντασιώσεις υπερανθρώπων να τοποθετούν με αξιοζήλευτη μαστοριά, σε
διαδοχικές στρώσεις, τις τεράστιες πελεκημένες πέτρες. Εξάλλου, χαρακτηριστικός
είναι και ο τρόπος κατασκευής της στέγης, όπου οι πέτρες εισχωρούν εσωτερικά η
μία στην άλλη και σχηματίζουν ένα κατασκεύασμα που θυμίζει συνολικά
αναποδογυρισμένη σκάφη. Τα Δρακόσπιτα, οι ‘’κυκλώπειες’’ αυτές κατασκευές,
είναι χτισμένες σε κορυφές και απότομες
πλαγιές στη νοτιοδυτική και κεντρική Εύβοια. Κοινά χαρακτηριστικά τους
αποτελούν η απόκρημνη και εποπτική θέση στην οποία έχουν κατασκευασθεί, οι
κατασκευαστικές λεπτομέρειες της μεγαλιθικής τοιχοποιίας και της εισόδου τους
και κυρίως ο τρόπος στέγασης τους, με μεγάλες βαριές πλάκες. Η κάθε στρώση
πλακών εξέχει λίγο περισσότερο από την αμέσως κατώτερη της, έτσι ώστε να
επιτυγχάνεται η δημιουργία μίας πυραμιδωτής στέγης. Αυτός ο τρόπος κατασκευής
της στέγης (λέγεται
εκφορικός και οι πέτρες της οροφής εισχωρούν εσωτερικά η μία στην άλλη και
σχηματίζουν ένα κατασκεύασμα που είναι σαν κλιμακωτή κόλουρη πυραμίδα), συναντάται
πολύ σπάνια, στη Δήλο, στις σήραγγες της αρχαίας Τίρυνθας, η κεκλιμένη κατάβαση
προς την Περσία κρήνη των Μυκηνών, η Μυκηναϊκή γέφυρα στο δρόμο που οδηγεί από
το Ναύπλιο στην Επίδαυρο, αλλά και σε αρχαίες επίσης κατασκευές στην Ιρλανδία
και στην Ιταλία.
Τα Δρακόσπιτα
στην Εύβοια, αποτελούν μία ομάδα περισσοτέρων από 25 λίθινων μνημειακών υπερκατασκευών,
τετράγωνης ή κυρίως ορθογώνιας κάτοψης. Καλύτερα σωζόμενα είναι το Δρακόσπιτο
στην κορυφή του όρους Όχη (διαστάσεις: 12,40 x 7,63 μ.) στα βόρεια της
Καρύστου και το συγκρότημα Πάλλη-Λάκκα στα Στύρα (Δρακόσπιτο Α -
βόρειο: 12,40 x 6,20 μ., Δρακόσπιτο Β - νότιο: 12,40 x 6,20 μ., Δρακόσπιτο Γ -
ανατολικό: 6,15 x 6,15 μ.).
Άλλα Δρακόσπιτα έχουν εντοπισθεί στις ορεινές περιοχές γύρω από τα Στύρα, όπως
στις θέσεις Λιμικό (διαστάσεις:
7,65 x 6,25 μ.),
Ίλκιζες (Δρακόσπιτο
Α: 11,40 x 5,70 μ., Δρακόσπιτο Β: 6,20 x 5,80 μ.), Κούρθεα (Δρακόσπιτο Α:
5,95 x 5,85 μ., Δρακόσπιτο Β: 4,60 x 4,60 μ.), Αμινού, αλλά και χαμηλότερα στο
Νημποριό (Πύργος
Νημποριού: 7,40 x 6,50 μ.),
και στη θέση Βίγκλια στη Λεύκα Νέων Στύρων και αλλού. Το κτίριο στο Νημποριό
αποτελεί έναν τυπικό πύργο ελληνιστικών χρόνων και συσχετίζεται με τα
παρακείμενα αρχαία λατομεία. Επίσης, άλλα δύο Δρακόσπιτα έχουν εντοπισθεί στην
κεντρική Εύβοια, στο όρος Δίρφη και κοντά στο Βατώντα.
«Η τοιχοποιία αποτελεί έναν άθλο......... και η ισορροπία επιτυγχάνεται και διατηρείται μόνον από τα υποκείμενο
και υπερκείμενα βάρη. Η ανυπαρξία
θεμελίωσης, όπως πιθανολογούμε, σε συνδυασμό με την μέχρι σήμερα διατήρηση τους δεν δείχνει παρά τις απίθανες
κατασκευαστικές ικανότητες των τεχνικών
αυτού του λαού που τα οικοδόμησε. Μόνον τις καιρικές συνθήκες που επικρατούν στην Όχη, στα 1400 μέτρα περίπου υψόμετρο, αν
σκεφθούμε, με το πολύ χιόνι και το δυνατό άνεμο, στα οποία αντιστέκεται ένα
οικοδόμημα με ξερολιθιά, με τεράστιες και πολύ βαριές πέτρες, αποδεικνύουν τις θαυμαστές τεχνικές της εποχής
εκείνης», αναφέρει πολύ παραστατικά ο καθηγητής Ν.
Μουτσόπουλος (1927, αρχιτεκτονική, ΑΠΘ) που έκανε σχετική ανασκαφή με την ομάδα
του 1959 στο δρακόσπιτο του όρους Όχη. Όμως, ο πρώτος που
ανακάλυψε το δράκοσπιτο της Όχης, ήταν ο άγγλος γεωγράφος M. P. Hawkins, το
1797. Ένας μεταγενέστερος ερευνητής ο Em. Ultichs, το 1842, θεώρησε το
δρακόσπιτο της Όχης ως ναό του Δία και της Ήρας, ενώ πολλοί άλλοι έχουν
μελετήσει αυτές τις μεγαλίθινες κατασκευές στην Εύβοια.....(για περισσότερα)
Τα
Δρακόσπιτα, κατά την λαϊκή παράδοση της
Εύβοιας, τα ‘’Σέντια των Δράκων’’, είναι κατοικίες των υπερφυσικών αυτών όντων,
των Δράκων. Ο Δράκος, ως
υπερφυσικό πλάσμα, συναντάται στην παγκόσμια μυθολογία και παίρνει διαφορετικές
υπερφυσικές μορφές. Οι Δράκοι, ως ανθρωπόμορφοι γίγαντες ή και φτερωτά μεγάλα
φίδια, κατέχουν μεγάλες δυνάμεις, τόσο φυσικές, όσο και πιο λεπτές και
πνευματικές. Είναι φύλακες πολλές φορές μεγάλων θησαυρών και των μυστικών της
ζωής, του θανάτου, αλλά και της αθανασίας. Έτσι, και στην
λαϊκή παράδοση της Εύβοιας έχουν διασωθεί μέχρι και σήμερα πολλές τέτοιες
ιστορίες, για δράκους που ζούσαν σε πέτρινα πανάρχαια σπίτια ή σπηλιές-σέντια.
Ωστόσο, τα
δρακόσπιτα, προκαλούν, εντυπωσιάζουν και προβληματίζουν. Έχουν διατυπωθεί οι
πιο αντιφατικές απόψεις σχετικά με τη λειτουργία τους. Αναφέρουμε ενδεικτικά
ότι ειδικά το Δρακόσπιτο της Όχης έχει θεωρηθεί αρχαίο ιερό αφιερωμένο στη
λατρεία του Δία και της Ήρας, φρυκτωρία, φυλάκιο, καταφύγιο λατόμων και
κατοικία ρωμαϊκού στρατιωτικού αποσπάσματος που φρουρούσε τα λατομεία και έχει
χρονολογηθεί από τον 6ο έως τον 2ο - 1ο αιώνα π.Χ. Ακόμη, το Δρακόσπιτο της
Όχης, όπως και το συγκρότημα Πάλλη-Λάκκα στα Στύρα έχουν θεωρηθεί αποθήκες και
ιερά που κατασκευάστηκαν από Κάρες σκλάβους (οι Κάρες ήταν αρχαιότατος λαός
στη Μικρά Ασία που κατοικούσαν νοτιοδυτικά της Ιωνίας στην Καρία στην απόκρυμνη
Μυκάλη τη Μίλητο και την κοιλάδα του Μαίανδρου ποταμού), που
εργάζονταν στα λατομεία του καρύστιου λίθου κατά την ύστερη ελληνιστική και
πρώιμη ρωμαϊκή περίοδο. Άλλοι, τα θεωρούν ταφικά κτίσματα, ή καταφύγια λατόμων,
ή και λιθόκτιστες καλύβες των τότε
βοσκών. Κάποιοι άλλοι, θεωρούν ότι τα δρακόσπιτα είναι μεγαλιθικά κτίσματα που
κατασκευάστηκαν στην Εποχή του Χαλκού (περίοδος ανάπτυξης ενός πολιτισμού όπου
είχαν αναπτυχθεί μεταλλουργικές τεχνικές εξόρυξης και κατεργασίας του χαλκού,
αλλά και μέθοδος χρονολόγησης των προϊστορικών κοινωνιών που διαδέχθηκαν τη
νεολιθική περίοδο. Στο Αιγαίο η εποχή του χαλκού αρχίζει περίπου το 3000π.Χ.). Εξίσου αινιγματική
παραμένει η ταυτότητα των κατασκευαστών-οικοδόμων των δρακόσπιτων. Ήταν οι
Δρύοπες, μυθικοί κάτοικοι της Καρυστίας, που με τόση επιδεξιότητα κατασκεύασαν
αυτά τα μεγαλιθικά οικοδομήματα; ή μήπως ήταν οι Κάρες, ορεινός λαός της
ανατολής, γνωστός για τα αρχιτεκτονήματά του στην Αλικαρνασσό, που έχουν αρκετές
ομοιότητες με τα αντίστοιχα δρακόσπιτα της Εύβοιας;
Κοινό
χαρακτηριστό των δρακόσπιτων είναι ότι όλα φτιάχτηκαν από ντόπια πέτρα, χωρίς
να έχει χρησιμοποιηθεί συνδετικό υλικό, είναι δηλαδή οικοδομημένα ξερολιθιά. Σε καμιά από
τις πέτρες δεν υπάρχουν συνδετικοί γόμφοι, αλλά υπάρχουν μόνο μικρές πέτρες
που χρησιμοποιούνται ως σφήνες, που συναντούμε στους τοίχους όλων γενικά των δρακόσπιτων οι πέτρες που έχουν χρησιμοποιηθεί είναι όλες
μεγάλες και αρκετές φορές τεράστιες.
Συνήθως είναι πλατιές, άσχετα αν το πάχος τους ποικίλει από 0.20 – 0.80
εκατοστόμετρα, αφού το μήκος τους φτάνει και τα 4 μέτρα, ενώ το πλάτος τους
υπερβαίνει σε πολλές τα 2 μέτρα. Επίσης, οι
διαστάσεις των δρακόσπιτων κυμαίνονται περίπου από 5 μέχρι και 13 μέτρα. Πουθενά, στη γύρω
περιοχή δεν υπάρχουν ίχνη μεταφοράς των λίθων (π.χ., διάδρομος, γλίστρες κ.ά).
Τουναντίον η ομοιότητα του υλικού τοιχοδομίας των δρακόσπιτων με το πλησιέστερο πέτρωμα
και τα ίχνη λατόμευαης που υπάρχουν πλάι σε αρκετά δρακόσπιτα, οι αφαιρετικές
εργασίες από πλαϊνούς βράχους, καθώς και σε άλλους πολύ κοντινούς, δείχνουν ότι
η εξόρυξη και επεξεργασία γινόταν επί τόπου. Όλοι οι μεγάλοι
λίθοι που χρησιμοποιήθηκαν είναι λαξευμένοι σε άλλα πολύ και σε άλλα λιγότερο ή καθόλου. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι εσωτερικές πέτρες
είναι περισσότερο και καλύτερα λαξευμένες από τις εξωτερικές σε όλα τα
δρακόσπιτα. Στο δρακόσπιτο της Όχης,
συμφωνούν όλοι οι ερευνητές, ότι συναντάμε τις πιο καλά λαξευμένες πέτρες. Όμως τις τέλεια λαξευμένες
πέτρες, όταν δεν είναι σχιστόλιθος,
τις βρίσκουμε στον Πύργο του Νημποριού και στο πρώτο από τα δυο δρακόσπιτα στη θέση Κούρθεα. Το ίδιο
και στα δρακόσπιτα της Δίρφυς και της Γιαμήνας.. Οι
τοίχοι των δρακόσπιτων είναι διπλής
δομής. Δηλαδή αποτελούνται από δυο ισόδομες κατασκευές και μόνον κατά διαστήματα υπάρχουν συνδετικές
πέτρες, αυτές που οι τεχνικοί ονομάζουν
διάτονους λίθους ή μπατικές πέτρες και που ο' αυτά τα οποία είναι γκρεμισμένα φαίνονται πολύ καλά. Αυτό το χαρακτηριστικό, τη
διπλή δομή, εύκολα το καταλαβαίνουμε γιατί όταν παρατηρούμε έναν τοίχο,
οποιονδήποτε, εξωτερικά και εσωτερικά, όπου αυτό είναι δυνατόν, αντιλαμβανόμαστε ότι οι δόμοι δεν είναι
αντίστοιχοι. Οι εξωτερικές πέτρες δεν είναι ίδιες με τις εσωτερικές,
ούτε στις διαστάσεις, ούτε στη θέση.
Η Εύβοια έχει
συνδεθεί με όλες σχεδόν τις στιγμές της Ελληνικής μυθολογίας. Ένα πλήθος από
μύθους προσπαθεί να εξηγήσει και να εξυμνήσει τη Φύση της περιοχής. Δεν είναι
καθόλου τυχαίο ότι η περιοχές της Όχη, του Καβο-Ντόρο και της Καρύστου, είναι
αντίστοιχα συνδεδεμένες με τρείς θεότητες, την Ήρα, τον Ποσειδώνα και τον
Απόλλωνα. Από τον Δευκαλίωνα και την Πύρρα που κατέφυγαν στην Αιδηψό, μέχρι τον
ίδιο τον Ηρακλή, τον Κένταυρο Νέσσο και όλους τους Θεούς του Ολύμπου. Η Εύβοια
είναι η αγαπημένη περιοχή του θεού Απόλλωνα. Στην περιοχή των Στύρων
λατρεύονταν η Θεά Αφροδίτη, ενώ στην κορυφή του όρους ΄Οχη, στην Καρυστία
λατρεύονταν ο Δίας και η Ήρα, όπου βρίσκεται και το πιο ενδιαφέρον Δρακόσπιτο,
σε υψόμετρο 1380 μέτρα. Εξάλλου, προς τιμή του Βορείου ανέμου γινόταν μια
γιορτή-τελετή, όπου ψαλλόταν ένας ύμνος πάνω από βωμό για να κοπάσει ο άνεμος.
Επίσης, στη μυθολογία είναι γνωστός ο εκατόγχειρας Βριάρεως ή Αιγαίων με τα
εκατό χέρια (οι
άλλοι δύο εκατόγχειρες ήταν ο Κόττος και ο Γύγης), που αντιπροσώπευε τις θύελλες
και τις τρικυμίες, εξουσίαζε τα κύματα, και είχε σχέση με την περιοχή της
Καρύστου, που ονομαζόταν Αιγαία.
Αλλά, οι νότια
Εύβοια στην αρχαιότητα ήταν διάσημη για το μάρμαρό της. Τα αρχαία λατομεία
της Όχης βρίσκονται στις νότιες πλαγιές της, μεταξύ των χωριών Μεκουνίδα και
Αετού. Ο Στράβωνας γράφει για τους περίφημους, “καρυστινούς κίονες” οι οποίοι
ήταν μονόλιθοι. Ήταν τόσο εντατική η λατομική δραστηριότητα ώστε στο χωριό
Μαρμάρι, τον κύριο κόμβο εξαγωγής καρυστινού μαρμάρου, υπήρχε ναός για τη
λατρεία του Μαρμαρίνου Απόλλωνα. Λέγεται ότι η εντατική εξόρυξη του μαρμάρου
πρέπει να έγινε, κυρίως τη Ρωμαϊκή εποχή. Στην εποχή του Ιουλίου Καίσαρα και
του Αυγούστου, το καρυστινό μάρμαρο ήταν περιζήτητο στη Ρώμη, κυρίως για την
κατασκευή μονολιθικών κιόνων. Χρησιμοποιούνταν επίσης σε επενδύσεις τοίχων και
δαπέδων. Ακόμα και σήμερα στο Μοναστηράκι της Αθήνας, μπορεί κανείς να θαυμάσει
μονολιθικούς κίονες καρυστινού μαρμάρου στη βιβλιοθήκη του Αδριανού. Το
αξιολογότερο μνημείο της αρχαίας λατομίας βρίσκεται στη θέση ‘’Κύλινδροι Μύλων’’,
ψηλότερα από το χωριό των Μύλων στην Κάρυστο. Εδώ διατηρούνται, στη θέση όπου
λαξεύτηκαν από το μητρικό πέτρωμα, γιγάντιοι μονολιθικοί κίονες μήκους 12
μέτρων, οι κύλινδροι, όπως τους αποκαλούν οι ντόπιοι. Στα αρχαία λατομεία
μπορεί κανείς να διακρίνει ίχνη της αρχαίας λατομικής δραστηριότητας π.χ.
ορθογώνια λαξευμένα σε βράχο για έμπηξη πασσάλων, αποσπασμένους και μη
ορθογώνιους ογκόλιθους και θραύσματα κιόνων. Το πιο ενδιαφέρον από όλα, είναι η
πιθανότητα σύνδεσης των αρχαίων λατομείων με τα δρακόσπιτα της νότιας Εύβοιας.
Υπάρχει η θεωρία ότι τα δρακόσπιτα ήταν ναοί αφιερωμένοι στον προστάτη των
λατόμων Ηρακλή, που βλέποντάς τους από μακριά τους έδινε κουράγιο και δύναμη
για να συνεχίσουν το πολύμοχθο έργο τους.
Μεγαλιθικές
κατασκευές είναι γνωστές σε ολόκληρο τον κόσμο. Ειδικότερα στη Μεσόγειο και την
κεντρική Ευρώπη μεγαλιθικά μνημεία κατασκευάζονταν σε όλη τη διάρκεια της
νεώτερης προϊστορίας. Πολλά από αυτά χρησίμευαν σαν τόποι λατρείας, αστρονομικά
παρατηρητήρια ή νεκροταφεία, ενώ για άλλα μόνο αβέβαιες υποθέσεις μπορούμε να
κάνουμε για τον προορισμό τους. Η μοναδικότητα των δρακόσπιτων αποτελεί
πειστικό επιχείρημα ότι δημιουργήθηκαν από φορείς ενός ντόπιου πολιτισμού με
αξιοθαύμαστες ικανότητες στην κατεργασία της πέτρας και βαθιές γνώσεις
αρχιτεκτονικής και στατικής επάρκειας αυτών των κτισμάτων. Οι στιβαροί όγκοι
τους, η χρησιμοποίηση βαριών ορθογωνισμένων μονόλιθων και ο δεξιοτεχνικός
τρόπος σύνδεσής τους δίνουν την εντύπωση μιας πραγματικής αρχιτεκτονικής
πρόκλησης.