

Η λατινική ονομασία του φυτού πασχαλιά -γένος Syringa, σημαίνει αυλός, ή και ειδικός σωλήνας. Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, η Πασχαλιά ήταν μια πανέμορφη νύμφη, η Σειρήνα. Ο Πάνας, ο θεός των δασών, γοητεύεται από την ομορφιά της και την κυνηγά μέσα στο δάσος. Τρομαγμένη τότε η Σειρήνα του ξέφυγε και μετέτρεψε τον εαυτό της σε ένα αρωματικό θάμνο. Τα άνθη της πασχαλιάς, προσφέρονται για την επέτειο γάμου. Τα μοβ άνθη της, συμβολίζουν στη γλώσσα των λουλουδιών τα πρώτα συναισθήματα της αγάπης, ενώ τα λευκά άνθη της αντιπροσωπεύουν τη νεανική αθωότητα. Επίσης, οι ποικιλίες διαφέρουν ως προς το άρωμα, αλλά και ως προς την περίοδο άνθισης που διαρκεί από την αρχή μέχρι το τέλος της άνοιξης. Οι ανθοφόροι αυτοί φυλλοβόλοι θάμνοι ευδοκιμούν σε θέσεις με αρκετό ήλιο,χρειάζονται καλό αερισμό τα κλαδιά τους –άρα κλάδεμα, ενώ το χώμα του φυτού πρέπει να στραγγίζει καλά και να είναι κατά προτίμηση αλκαλικό. Αλλά για να ανθίσει η πασχαλιά υπερβολικά και να ευωδιάζουν τα άνθη της,πρέπει ο χειμώνας που πέρασε, να είχε χαρακτηριστικές θερμοκρασίες ψύχους. Στην ανθοκομική για να δώσετε στην Πασχαλιά σχήμα, κόψτε τις νεαρές κορυφές των βλαστών και αφαιρέστε τακτικότατα τα παλιά άνθη της. Έτσι, την επόμενη χρονιά τα μπουμπούκια θα εμφανιστούν σε ζευγάρια στην θέση των φύλλων, στα κλαδιά. Βαθύ κλάδεμα σημαίνει λιγότερα λουλούδια τη χρονιά της ανθοφορίας, ενώ το ελαφρύ κλάδεμα καλό είναι να γίνεται αμέσως μετά την περίοδο ανθοφορίας, για να έχουμε όσο το δυνατό περισσότερα άνθη την επόμενη χρονιά. Όπως και με τους περισσότερους ανθοφόρους θάμνους, αν θέλουμε να αναζωογονήσουμε μια γερασμένη πασχαλιά κάνουμε βαθύ κλάδεμα κατά τη διάρκεια του χειμώνα, καθώς το φυτό βρίσκεται σε χειμερινό λήθαργο (διάπαυση).
H Κουτσουπιά, είναι φυλλοβόλο δέντρο της Μεσογείου και αυτοφυές της ελληνικής χλωρίδας με μια χαρακτηριστική ροδόχρωμη κόμη, όταν βρίσκεται σε ανθοφορία από τα τέλη Φεβρουαρίου μέχρι και τα τέλη Απριλίου. Τα άνθη της βγαίνουν σε ομάδες κατευθείαν από τα κλαδιά ή και το βλαστό. Οι καρποί της μοιάζει με φασόλια (χέδρωπας) είναι αρχικά πράσινοι και αργότερα γίνονται κόκκινο-καφέ. Ως φυτό αναπτύσσεται τόσο στην παραθαλάσσια, όσο και στην ορεινή ζώνη. Έχει φύλλα εναλλασσόμενα, κυκλικά-καρδιοειδή-νεφροειδή, με μακρύ μίσχο. Μπορεί να φτάσει σε ύψος τα 5 μέτρα. Εξαπλώνεται σε ολόκληρη την ηπειρωτική Ελλάδα και στα νησιά του Β. Αιγαίου και του Ιονίου πελάγους. Σύμφωνα με τον θρησκευτικό μύθο, η κουτσουπιά είναι το δέντρο που κρεμάστηκε ο Ιούδας μετά την προδοσία. Όμως, το ευλύγιστο κλωνάρι της λύγισε και έτσι ο Ιούδας δεν πέθανε αμέσως, αλλά έμεινε εκεί, τρεις μέρες. Γι' αυτό και η ψυχή του δεν βρέθηκε στον Κάτω Κόσμο. Το όνομα του γένους Cercis προήλθε από την λέξη «κερκίς» ,ένα εξάρτημα του αργαλειού, που στην αρχαιότητα φτιαχνόταν από το ξύλο της κουτσουπιάς. Το ξύλο της κουτσουπιάς δεν έχει ιδιαίτερη αξία. Παλαιότερα κάποιοι μερακλήδες έφτιαχναν μικροέπιπλα ή στόλιζαν με ξύλο κουτσουπιάς το σαμάρι του ζώου τους. Παλαιότερα, τα φύλλα της κουτσουπιάς χρησιμοποιούνταν ως ένα είδος αλουμινόχαρτου, στα ορεινά χωριά της Στερεάς Ελλάδας και της Ηπείρου. Με τα μεγάλα, πλατιά κουτσουπόφυλλα οι γυναίκες τύλιγαν τις μπομποτίσιες κουλούρες τους για να τις παράχωσουν στη χόβολη. Έκαναν μάλιστα και αρμαθιές από φύλλα τις οποίες ξέραιναν στη σκιά, για να τις χρησιμοποιήσουν το χειμώνα. Όμως, πριν τη χρήση τους, μαλάκωναν τα φύλλα σε νερό.
Ως καλλιεργούμενο
δένδρο είναι ιδιαίτερα ανθεκτικό, χωρίς πολλές καλλιεργητικές φροντίδες. Προτιμάται
να φυτεύεται σε ηλιόλουστα σημεία του κήπου. Μπορεί να φυτευτεί ακόμα και σε φτωχά εδάφη ή ασβεστώδη. Είναι
απόλυτα προσαρμοσμένο στις κλιματολογικές συνθήκες του τόπου μας, αφού είναι
φυτό ελληνικής φύσης. Αντέχει στην ξηρασία και είναι ανθεκτική σε υψηλές και
χαμηλές θερμοκρασίες. Φυτεύεται σε παραθαλάσσιες περιοχές και σε περιοχές με
υψηλή ατμοσφαιρική ρύπανση. Δεν αναπτύσσεται με γρήγορο ρυθμό. Φτάνει σε ύψος
τα 8-12 m . Όμως μπορεί να διαμορφωθεί και σαν θάμνος με ύψος 3-4 m και πλάτος
2m. Με σχετικά αραιή βλάστηση, η κόμη του έχει σχήμα στρογγυλό. Ο κορμός και τα
κλαδιά έχουν σκούρο καφέ χρώμα ενώ τα φύλλα του είναι στρογγυλά και μεγάλα. Τα
κλαδιά της κουτσουπιάς είναι πολύ ευλύγιστα και δεν σπάνε εύκολα με τον αέρα.
Η κουτσουπιά εμφανίζεται παγκοσμίως με 7 είδη φυλλοβόλων δέντρων. Το είδος
που καλλιεργείται περισσότερο διαδομένο σε όλες τις μεσογειακές περιοχές είναι
η Κερκίς ή κερατονιοειδής (Cercis siliquastrum). Αυτή κατάγεται από
τη Μέση Ανατολή, έχει κορμό συχνά κυρτό, ελικοειδή και χωρίζεται αρκετά κοντά
στο έδαφος σε χοντρά κλαδιά ακανόνιστου σχήματος. Η φλούδα του είναι μαύρη και
παρουσιάζει ρωγμές. Τα πιο νεαρά κλαδιά είναι σκούρα κόκκινα. Η κόμη με διάμετρο
3-4.5μ, είναι πλατιά. Τα φύλλα είναι πράσινα-μπλέ έχουν σχήμα καρδιάς ή νεφρού
και μακρύ μίσχο. Άλλα είδη και ποικιλίες της είναι η Κερκίς η καναδική (Cercis
canadensis) που προέρχεται από τη βόρεια Αμερική, όπου
φυτρώνει μόνο-του φτάνοντας το ύψος των 6-8μ. Έχει ζωηρά πράσινα φύλλα και
ανοιχτά ροζ λουλούδια. Αντέχει αρκετά καλά στο κρύο. Η ποικιλία «Λευκή» (Alba)
έχει άσπρα λουλούδια. Η Κερκίς η βορτυοειδής (Cercis racemosa), κατάγεται από την Κίνα και φτάνει σε ύψος
τα 8-10μ. Γενικά είναι αρκετά ανθεκτικό δένδρο, αλλά ευαίσθητο στο κρύο. Τα
φύλλα είναι βαθυπράσινα με την κάτω επιφάνεια σκεπασμένη από λεπτό χνούδι. Τα
λουλούδια είναι ενωμένα σε μεγάλους βότρεις κρεμάμενους προς τα κάτω σε έντονο
ροζ χρώμα. Η Κέρκις η σινική (Cercis sineusis), κατάγεται από
την Κίνα και την Ιαπωνία και μπορεί να φτάσει το ύψος των 15μ, αλλά δεν είναι
πολύ εύρωστη. Συχνά παίρνει τη μορφή πολύ απλωτού δενδρυλλίου. Τα φύλλα μάλλον
δερματώδη είναι γυαλιστερά πράσινα και το φθινόπωρο γίνονται κίτρινα. Τα
λουλούδια είναι ροζ-μοβ με λίγες ή πολλές άσπρες ραβδώσεις. Είναι πολύ
ευαίσθητη στο κρύο και μπορεί να καλλιεργηθεί στο ύπαιθρο μόνο στις ζεστές
περιοχές.