
Η πολιτεία έχει πολλά να
κερδίσει υποστηρίζοντας προϊόντα που βασίζονται σε ελληνικές ποικιλίες, καθώς
όλη η «δουλειά» γι' αυτά γίνεται εδώ, από την παραγωγή του σπόρου ώς την
παραγωγή του προϊόντος. Το ίδιο συμφέρον έχουμε και εμείς ως καταναλωτές, καθώς
τα ελληνικά κηπευτικά από ελληνικές ποικιλίες γίνονται καλύτερα και νοστιμότερα.
Οσοι έχουν δοκιμάσει την τσακώνικη μελιτζάνα, το θρακιώτικο πεπόνι, τη ντομάτα Αρετή, το αργείτικο πεπόνι, τη μελιτζάνα Λαγκαδά, τις ελληνικές πιπεριές ή την μπάμια
Πυλαίας ξέρουν. Πιό κάτω θα δούμε αυτές τις 11 ποικιλίες κηπευτικών που αντέχουν στο χρόνο.....(για ολόκληρο το κείμενο πατήστε ΕΔΩ).
Μελιτζάνα Λαγκαδά: Είναι ιδιαίτερα γνωστή κυρίως στη βόρεια Ελλάδα και οι καταναλωτές την
αναγνωρίζουν και την προτιμούν. Μακρόστενη μελιτζάνα με σκούρο ιώδες χρώμα, που
σχεδόν λαμπυρίζει όταν έχει ωριμάσει. Είναι πολύ παραγωγική ποικιλία και
ανθεκτική στη βερτισιλλίωση, μια ασθένεια που οφείλεται σε μύκητα του εδάφους
που μπαίνει στο βλαστό και ξεραίνει το φυτό. Επίσης μεγαλώνει γρήγορα και άρα
προλαβαίνει τα αγριόχορτα που αναπτύσσονται στο χωράφι.
Μελιτζάνα Τσακώνικη: Συγκεντρώνει την προτίμηση των καταναλωτών στη νότια Ελλάδα και καλλιεργείται
κυρίως στην Πελοπόννησο. Προσαρμόζεται εύκολα σε όλα τα περιβάλλοντα
καλλιέργειας. Είναι επίσης μακρόστενη ποικιλία που βγαίνει στις αρχές Ιουλίου,
αλλά η σάρκα της έχει ιώδεις γραμμές. Το θετικό είναι ότι οι παραγωγοί που θα
την προτιμήσουν θα εξασφαλίσουν πολύ καλή παραγωγή.
Πιπεριά Π-14: Κιτρινοπράσινη πιπεριά τύπου Bell για γέμισμα. Εχει γλυκιά γεύση και λεπτή
φλούδα. Καλλιεργείται ευρέως σε θερμοκήπια και έχει υψηλές αποδόσεις.
Λαχανοκομικό Φασόλι Ζαργάνα
Χρυσούπολης: Ενα νόστιμο φρέσκο φασόλι χωρίς καθόλου ίνες, κάτι που βολεύει καταναλωτές
και παραγωγούς, επειδή μπορούν να συλλέγουν τους καρπούς σε πιο αραιά χρονικά
διαστήματα, χωρίς να φοβούνται ότι θα υπερωριμάσουν και άρα θα έχουν
περισσότερες ίνες.
Πιπεριά Πλατίκα Φλωρίνης: Η γνωστή μας πιπεριά Φλωρίνης σε βελτιωμένη έκδοση. Κυρίως κυκλοφορεί σε
μεταποιημένη μορφή, αλλά τελευταία πωλείται και ως φρέσκια. Χρησιμοποιείται
επίσης για την παρασκευή γλυκιάς πάπρικας.
Πιπεριά Σταυρός, Πιπεριά Μυτερό: Δύο πιπεριές ιδανικές για να παρασκευάσουμε τουρσί. Η πρώτη μακρόστενη και η
δεύτερη πιο στρογγυλή. Συγκομίζονται μικρές, τότε που καίνε όσο πρέπει και είναι
ακόμα πράσινες. Γιατί όλες οι πιπεριές, όταν ωριμάσουν, κοκκινίζουν.
--------
Οι τοπικές, παραδοσιακές ποικιλίες έως πριν από λίγο καιρό δεν αναγνωρίζονταν
επισήμως στο πλαίσιο της Ε.Ε., παρόλο που από αυτές παράγονται μοναδικά
προϊόντα, όπως η φάβα και το ντοματάκι Σαντορίνης ή τα φασόλια Πρεσπών. Στην
αρχή του χρόνου ένας νέος κανονισμός, που καθορίζει τους όρους προστασίας και
διαφύλαξης αυτού του πολύτιμου γενετικού υλικού, ανοίγει παράλληλα την πόρτα και
στην προώθηση των αντίστοιχων προϊόντων. Πρόκειται για ποικιλίες που οι ίδιοι οι παραγωγοί έχουν διατηρήσει εδώ και
πολλά χρόνια, γιατί έχουν κάποια χαρακτηριστικά που ταιριάζουν στις συνθήκες
ενός συγκεκριμένου τόπου. Το ντοματάκι Σαντορίνης, για παράδειγμα, καταφέρνει να
δώσει καρπό χωρίς νερό στις έντονα ξηροθερμικές συνθήκες που επικρατούν στο
νησί. Η φάβα Σαντορίνης, που πρόσφατα αναγνωρίστηκε ως Προϊόν Ονομασίας
Προέλευσης, παράγεται από συγκεκριμένο φυτό που ευδοκιμεί μόνο στη
Σαντορίνη. Ομως οι ποικιλίες αυτές δεν έχουν τα χαρακτηριστικά που θα τους εξασφάλιζαν
μια θέση στον εθνικό κατάλογο ποικιλιών και κατ' επέκταση στον ευρωπαϊκό,
απαραίτητος όρος για να επιτρέπονται η παραγωγή και η πώληση σπόρων για παραγωγή
προϊόντων.
Για να εγγραφεί μια ποικιλία σε αυτόν τον κατάλογο, απαιτούνται δοκιμές
τουλάχιστον δύο ετών, ενώ πρέπει να διαθέτει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, όπως
ομοιομορφία των καρπών που αποδίδει και σταθερότητα. Οι ερευνητές εξηγούν ότι
είναι πιο εύκολο να εγγράψει κανείς στον κατάλογο ένα υβρίδιο παρά μια
ποικιλία.
Ωστόσο ένας νέος κανονισμός της Ευρωπαϊκής Ενωσης καθορίζει το ρυθμιστικό
πλαίσιο για την προστασία και αναπαραγωγή αυτών των ποικιλιών που μπορούν να
αναπαράγονται σε τοπικό επίπεδο. ''Οι τοπικές ποικιλίες θα πρέπει να
καλλιεργούνται σε συγκεκριμένο τόπο, εκεί όπου ανέπτυξαν τα χαρακτηριστικά τους
για τα οποία επελέγησαν από τους παραγωγούς'', τονίζει ο ερευνητής του ΕΘΙΑΓΕ
Α. Τσιβελίκας. ''Πρέπει να ξεκαθαριστεί ποιος είναι αυτός που θα διατηρεί
την παραδοσιακή ποικιλία και θα την προφυλάσσει από τις προσμείξεις'',
συμπληρώνει.
Πάντως ο νέος κανονισμός, προσφέροντας ένα νομοθετικό πλαίσιο στις
παραδοσιακές ποικιλίες, ανοίγει την πόρτα στην παραγωγή μοναδικών προϊόντων σε
τοπικό επίπεδο