Στις
17 Οκτωβρίου, 2013 τα μέσα ενημέρωσης μετάδωσαν την ακόλουθη είδηση. ‘’ η ωκεανολόγος, Dr. J. Santana, το
απόγευμα της Κυριακής σε παραλία της νήσου Santa Catalina, στην
Καλιφόρνια των ΗΠΑ, εντόπισε ένα νεκρό χέλι
μήκους 5,5 μέτρων. Χρειάστηκε τη συνδρομή ακόμη 14 ανθρώπων, προκειμένου να
μπορέσει να το μεταφέρει στην ξηρά. Το συγκεκριμένο θαλάσσιο
είδος μπορεί να ζει σε βάθος ακόμα και 950 μέτρων, γι αυτό και οι επαφές του με
τον άνθρωπο είναι εξαιρετικά σπάνιες. Ελάχιστα είναι γνωστά για τη συμπεριφορά
του, καθώς οι επιστημονικές μελέτες είναι πολύ λίγες. Σύμφωνα πάντως με τις εκτιμήσεις ωκεανολόγων ένα ενήλικο χέλι μπορεί να
φθάσει ακόμα και τα 17 μέτρα’’.
Η λέξη χέλια παράγεται από την αρχαιοελληνική λέξη ‘’εγχέλειον, έγχελυς < έχις’’= ερπετό, φίδι, έχιδνα, επειδή το χέλι έχει φιδόμορφο σώμα. Από τη λέξη ‘’έχις’’ ετυμολογείται και η λατινική ονομασία του anguilla, Η λαϊκή ονομασία είναι και γλαβίτσι, καβάτσα, καθαρόχελο.
Το χέλι (λατ., Anguilla anguilla) είναι ευρύαλο ψάρι, ζώντας σε αλμυρά, υφάλμυρα, και γλυκά νερά.. Δεν έχει κοιλιακά πτερύγια και η κάτω σιαγόνα του είναι μεγαλύτερη από την πάνω (προγναθισμός). Είναι ένα από τα πιο μυστηριώδη ζώα της φύσης. Η ζωή τους αρχίζει στη μυστηριώδη θάλασσα των Σαργασών (πήρε το όνομα από το φύκος Sargassus sp., που αφθονεί στην περιοχή του Ατλαντικού Ωκεανού, κοντά στις Βερμούδες). Ορισμένα θα φύγουν προs την Αμερική (Anguilla rostata), ενώ άλλα προς την Ευρώπη (Anguilla anguilla). Τα Ιαπωνικά χέλια (Anguilla japonica), απαντώνται μόνο στον Ειρηνικό και Ινδικό Ωκεανό. Τα Ευρωπαϊκά χέλια, με το που θα γεννηθούν στη θάλασσα των Σαργασών, αρχίζουν το ταξίδι προς τα μέρη μας. Στην αρχή είναι διάφανα και ονομάζονται λεπτοκέφαλοι. Θα ταξιδέξουν, περίπου, τρία χρόνια για να φτάσουν στις εκβολές των ποταμών μας. Αν και είναι, ακόμα, πολύ μικρά (7 εκ.) έχουν, όμως, σχηματίσει το φιδόμορφο σώμα τους. Σ΄αυτή τη φάση τα ονομάζουμε ανοδικά χελάκια (elevers). Δισεκατομμύρια τέτοια χελάκια (από το Νοέμβριο έως το Μάιο) κολυμπούν αντίθετα προς το ρεύμα των ποταμών και προσπαθούν να φτάσουν όσο πιο ψηλά μπορούν στην ενδοχώρα. Ταξιδεύουν μόνο τη νύχτα και σε βροχερές και θυελλώδεις μέρες. Τρέφονται με σκουλήκια, ψάρια και μαλάκια, ενώ κατά τη διάρκεια της ημέρας θάβονται μέσα στη λάσπη. Πολλές φορές τα βλέπουμε να εκτινάσσονται από το ποτάμι για να περάσουν κάποιο εμπόδιο, κάποιο δρόμο. Αν δεν το περάσουν, μένουν εκεί και πεθαίνουν, αλλά ποτέ δε γυρνούν προς τα πίσω, για να βρουν άλλο δρόμο (δεν προδίδουν ποτέ το ένστικτο που τα ορίζει να πηγαίνουν πάντα προς τα εμπρός). Όσα, τελικά, φτάσουν, επιλέγουν το μέρος (λίμνη ή ποταμό ή πηγάδι ή δεξαμενή ή στέρνα ή κάποια μικρή ή μεγάλη υδατοσυλλογή) και παραμένουν μέχρι να φτάσουν σε ηλικία αναπαραγωγής (8 έως 10 χρόνια). Όταν πλησιάζει η εποχή της αναπαραγωγής τα μάτια τους διογκώνονται και η κοιλιά τους παίρνει ένα ασημένιο χρώμα (ασημένια χέλια). Σε αυτή την περίοδο, το κρέας τους είναι εξαιρετικά γευστικό. Τότε, αρχίζει και το μεγάλο ταξίδι του γυρισμού. Ταξιδεύουν νύχτα, με συννεφιασμένο ουρανό και ιδιαίτερα στη διάρκεια καταιγίδων. Λέγεται ότι, όσα δεν καταφέρουν να φτάσουν στη θάλασσα θα γίνουν στείρα και μπορούν να ζήσουν μέχρι και πενήντα χρόνια, χωρίς ποτέ να ξαναδούν τον Ωκεανό. Tα υπόλοιπα, εκτιμούν πολλοί επιστήμονες, ότι θα διανύσουν περίπου 6.000km σε 6 μήνες και θα καταλήξουν στον τόπο που γεννήθηκαν, δηλαδή στη θάλασσα των Σαργασσών. Εκει, θα ζευγαρώσουν για πρώτη και τελευταία φορά στη ζωή τους. Το κάθε θηλυκό θα αφήσει 1.000.000 περίπου αυγά, τα οποία θα γονιμοποιήσουν τα αρσενικά. Στη συνέχεια, αρσενικά και θηλυκά θα χαθούν στην άβυσσο του Ωκεανού, τερματίζοντας τη μυστηριώδη ζωή τους. Μετά την εκκόλαψη των αβγών, οι μικροί λεπτοκέφαλοι θα αρχίσουν το γνωστό τους ταξίδι…προς τα εμπρός και……. Ξανά προς τη θάλασσα των Σαργασών……
Μια σχετικά πρόσφατη διδακτορική διατριβή από το Πανεπιστήμιο Πατρών (Δρ. Σπ. Ζόμπολα, 2008) μας πληροφορεί έγκυρα σχετικά με το χέλι. Το χέλι χαρακτηρίζεται από πολλούς ως ένα «συναρπαστικό» και «μυστηριώδες» είδος, ίσως επειδή έχει ασυνήθιστο και πολύπλοκο κύκλο ζωής, ενώ πολλές πτυχές της βιολογίας και της οικολογίας του, είναι σε μεγάλο βαθμό ακόμη άγνωστες. Αυτός είναι ίσως και ο λόγος που ο λαός πιστεύει ότι είναι αινιγματικά πλάσματα της θάλασσας, που ο χρόνος έχει ντύσει με θρύλους και μυστήριο. Το χέλι που ανήκει στο γένος Anguilla περιλαμβάνει 15 είδη, σύμφωνα με τις πρόσφατες μελέτες. Εμφανίζει ευρεία εξάπλωση, με τα περισσότερα είδη να απαντώνται σε τροπικά νερά. Από αυτά, τέσσερα είδη είναι τα πιο εμπορικά, το ευρωπαϊκό χέλι (Anguilla anguilla), το αμερικάνικο χέλι (A.rostrata), το ιαπωνικό χέλι (A. japonica ) και το A. marmorata . Το ευρωπαϊκό χέλι εξαπλώνεται κατά μήκος των ατλαντικών ακτών, από τη Σκανδιναβία έως τη βόρεια Αφρική και από τις Αζόρες έως την ανατολική Μεσόγειο. Το αμερικάνικο, εξαπλώνεται κατά μήκος των ατλαντικών ακτών του Καναδά και των ΗΠΑ έως τον Παναμά, ενώ το ιαπωνικό απαντάται στις ακτές του Ειρηνικού Ωκεανού, στο Βιετνάμ, στις Φιλιππίνες, στην Ταϊβάν, στην Κίνα και στην Κορέα. Το A. marmorata παρουσιάζει τη μεγαλύτερη γεωγραφική εξάπλωση στον κόσμο και απαντάται από τις ανατολικές ακτές της Αφρικής, την Ινδονησία και τις Φιλιππίνες, τον Β. και Ν. Ειρηνικό έως την Πολυνησία. Η γεωγραφική εξάπλωση των χελιών φαίνεται να σχετίζεται με την υποτροπική κυκλοφορία των ωκεανών, με μεγαλύτερες αφθονίες να απαντούν στη δυτική πλευρά του Ατλαντικού, Ειρηνικού και Ινδικού Ωκεανού. Τα ζεστά ρεύματα του ισημερινού ρέουν δυτικά και κινούνται κατά μήκος των ανατολικών ακτών της κάθε ηπείρου, ενώ κατά μήκος των δυτικών ακτών κινούνται κρύα ρεύματα τα οποία δημιουργούνται σε υψηλά γεωγραφικά πλάτη. Αυτή η συσχέτιση με τις υδρολογικές συνθήκες, ίσως εξηγεί γιατί τα χέλια απαντώνται στις ανατολικές ακτές της Ευρασίας, Αυστραλίας, Αφρικής και Β. Αμερικής, αλλά δεν απαντώνται στις δυτικές ακτές της Β. και Ν. Αμερικής, της Αυστραλίας και της Αφρικής. Αν και το ευρωπαϊκό χέλι απαντάται στην Ευρώπη και στη Μεσόγειο, εξαιτίας του ζεστού Ρεύματος του Κόλπου (Gulf Stream) και του Ρεύματος του Β. Ατλαντικού (North Atlantic Drift), δεν είναι γνωστό γιατί δεν υπάρχουν χέλια κατά μήκος των ακτών της Ν. Αμερικής, παρά την ύπαρξη του θερμού Ρεύματος της Βραζιλίας (Brazil Current).
Το σώμα του ευρωπαϊκού χελιού είναι επίμηκες και κυλινδρικό. Αποτελείται από 115 (μέση τιμή) σπονδύλους, καλύπτεται από μικρά κυκλοειδή λέπια και έχει πολύ βλέννα. Τα κοιλιακά πτερύγια απουσιάζουν, ενώ το εδρικό και το ραχιαίο πτερύγιο ενώνονται σχηματίζοντας το ουραίο. Η πλευρική γραμμή τους είναι έντονη. Στο στόμα, η κάτω γνάθος είναι λίγο μεγαλύτερη από την άνω και τα δόντια είναι μικρά και διατεταγμένα σε αρκετές σειρές στις γνάθους και στην υπερώα. Η διάκριση ανάμεσα στα διάφορα είδη του γένους Anguilla είναι δύσκολη και κυρίως ανάμεσα στις ιχθυονύμφες, αφού αλλάζουν συνεχώς σχήμα σώματος και χρωματισμό, με αποτέλεσμα τα χαρακτηριστικά των διαφόρων οντογενετικών σταδίων να μην συγκρίνονται. Σε γενικές γραμμές, τα είδη διαφέρουν κυρίως στον αριθμό των σπονδύλων (μέση τιμή: 115 ευρωπαϊκό, 108 αμερικάνικο) και των μυομερών (εύρος: 112-119 ευρωπαϊκό, 103-111 αμερικάνικο), στη μορφολογία των δοντιών και στο μήκος των ραχιαίων και εδρικών πτερυγίων.
Τα χέλια είναι άκρως ευρύαλα είδη που απαντώνται σε μεγάλο εύρος βιοτόπων: Απαντώνται, σε γλυκά, μεταβατικά ή θαλασσινά νερά, σε βαθιά ή σε ρηχά νερά, σε ανοιχτές ή κλειστές περιοχές, ενώ, μπορεί να μείνουν έξω από το νερό αρκετές ώρες. Παρουσιάζουν συνήθως νυκτόβια δραστηριότητα και μπορεί να βρεθούν σε σχισμές βράχων ή να σκάβουν λαγούμια σε μαλακά υποστρώματα. Τα χέλια είναι σαρκοφάγα. Η διατροφή τους αλλάζει στη διάρκεια του κύκλου ζωής τους, περιλαμβάνει μεγάλο εύρος οργανισμών και εξαρτάται από το στάδιο της ανάπτυξης, το μέγεθος του ατόμου, τον βιότοπο και τη διαθεσιμότητα της τροφής. Γενικά, τρέφονται με ζωντανούς οργανισμούς: ζωοπλαγκτόν, μαλάκια, μαλακόστρακα, ψάρια και αμφίβια. Το ευρωπαϊκό χέλι διακρίνεται σε «χέλι με μυτερό κεφάλι» και σε «χέλι με πλατύ κεφάλι» και αυτό πιστεύεται ότι έχει σχέση με τον τύπο διατροφής του. Τα χέλια με μυτερό κεφάλι τρέφονται με μικρά και μαλάκα θηράματα (όπως αμφίποδα, χειρονομίδες κ.τ.λ.), ενώ αυτά με πλατύ καταναλώνουν μεγάλους και σκληρούς οργανισμούς (όπως μαλάκια, ψάρια κ.τ.λ.). Οι λεπτοκέφαλοι (ιχθυονύμφες) έχουν δυνατά δόντια και τη νύχτα ανεβαίνουν στα ανώτερα επιφανειακά στρώματα (100 m) για να τραφούν με ζωοπλαγκτό. Με τι πραγματικά τρέφονται οι λεπτοκέφαλοι είναι άγνωστο, αλλά πιστεύεται ότι τρέφονται με σωματιδιακό οργανικό υλικό που συγκεντρώνεται στο αλοκλινές, δείχνοντας προτίμηση στις θήκες κωπηλατών και στα περιττώματα ζωοπλαγκτονικών οργανισμών. Στα περισσότερα παράκτια οικοσυστήματα, αποτελούν σημαντικό ποσοστό της ιχθυοβιομάζας και τροφή για πολλούς θηρευτές όπως είναι οι βίδρες, οι κορμοράνοι, οι ερωδιοί κ.τ.λ. Αποτελούν, έτσι, ένα βασικό κρίκο στη τροφική αλυσίδα, ενώ ως μεταναστευτικά είδη συμμετέχουν στη ροή οργανικού υλικού μεταξύ θαλασσινών και εσωτερικών νερών.
Τα χέλια είναι μεταναστευτικά είδη και ο κύκλος ζωής τους, αν και έχει μελετηθεί αρκετά, είναι ακόμη σε μεγάλο βαθμό άγνωστος. Τα στάδια ανάπτυξης του ευρωπαϊκού χελιού και τα χαρακτηριστικά τους έχουν ως εξής ως προς το στάδιο ανάπτυξης, το σχήμα τους, το χρώμα, το βιότοπο το μήκος τους και τη δι’άρκεια ζωής τους. α). Λεπτοκέφαλος – Φυλλοειδές- Διαφανής -Ωκεανός - έως 7,5cm-7-9 μήνες. β) Γυαλόχελο- Επίμηκες κυλινδρικό- Διαφανές- Εκβολές ποταμών-5-7cm-2-4 μήνες. γ) Elver-Επίμηκες κυλινδρικό-Γκρι καφέ- Γλυκά ή μεταβατικά ή θαλάσσια νερά – 7-8cm (έως και 30cm)- 1-2 έτη. δ) Κιτρινόχελο- Επίμηκες κυλινδρικό - Γκρι καφέ ή κιτρινωπό->30cm -2-20 έτη. ε) Ασημόχελο Επίμηκες κυλινδρικό- Ασημένια απόχρωση- Ωκεανός- Αρσ: 35-41 cm, Θηλ: 54-61cm.- Αρσ: 2-15 έτη, Θηλ: 4-20 έτη.
Το ευρωπαϊκό χέλι θεωρείται ότι γεννά στη Θάλασσα των Σαργασσών (δυτικός Ατλαντικός Ωκεανός), επειδή εκεί βρέθηκαν οι μικρότερες ιχθυονύμφες. Ωστόσο, αυτή η υπόθεση δεν έχει ποτέ επιβεβαιωθεί, αφού μέχρι σήμερα, δεν έχουν βρεθεί ούτε γεννητικά ώριμα άτομα αλλά ούτε και αβγά. Στην ίδια περιοχή πιστεύεται ότι αναπαράγεται και το αμερικάνικο χέλι. Το ιαπωνικό χέλι αναπαράγεται στον δυτικό Ειρηνικό Ωκεανό, κοντά στο Ρεύμα του Βόρειου Ισημερινού (North Equatorial Current). Τα άλλα 12 είδη του γένους Anguilla δεν είναι γνωστό που αναπαράγονται. Σύμφωνα με το γερμανό επιστήμονα Schmidt (1922), η ωοτοκία του ευρωπαϊκού χελιού λαμβάνει χώρα σε βάθος 200-500 m κατά τους χειμερινούς μήνες, μέχρι τις αρχές της άνοιξης και σε θερμοκρασίες μεταξύ 17 και 20οC. Αντίθετα, άλλοι ερευνητές θεωρούν ότι η ωοτοκία διαρκεί όλο το χρόνο με κύρια περίοδο μεταξύ Απριλίου και Ιουλίου(Guerault et al. 1992, Desaunay et al. 1993a). Σύμφωνα με τις τελευταίες έρευνες, η ωοτοκία λαμβάνει χώρα από τον Μάρτιο έως τον Ιούνιο, σε στενού γεωγραφικού εύρους περιοχή (48ο-74ο Δ, 23ο-30ο Β) (van Ginneken & Maes 2005).
Οι ιχθυονύμφες του ευρωπαϊκού χελιού μεταφέρονται, με το Ρεύμα του Κόλπου (Gulf Stream) και το Ρεύμα του Β. Ατλαντικού (North Atlantic Current) στις ακτές της Ευρώπης και της βόρειας Αφρικής. Το στάδιο αυτό και ο πραγματικός μηχανισμός μεταφοράς των ιχθυονυμφών έχουν μελετηθεί πολύ λίγο, ενώ η χρονική περίοδος, που μεσολαβεί για να φθάσουν στις ηπειρωτικές ακτές, έχει αποτελέσει αντικείμενο αντιπαραθέσεων ανάμεσα στους ερευνητές. Κατά τον Schmidt (1922) το ταξίδι αυτό διαρκεί 3-4 έτη, ενώ, σύγχρονοι ερευνητές στηριζόμενοι στις καταγραφές των δακτυλίων των ωτολίθων (μέθοδος μελέτης της ηλικίας των ψαριών) περιορίζουν το διάστημα αυτό σε 14-16 μήνες (Wang & Tzeng 2000) ή ακόμα και κάτω από ένα έτος (Lecomte-Finiger 1992). Φτάνοντας στις παράκτιες περιοχές, πιθανόν στο άκρο της ηπειρωτικής κρηπίδας, οι λεπτοκέφαλοι μεταμορφώνονται σε διάφανο, κυλινδρικό ψάρι γνωστό ως γυαλόχελο (glass eel), με μήκος 5-7 cm και βάρος κάτω από 0,35 g . Κατά τη διάρκεια της μεταμόρφωσης, οι λεπτοκέφαλοι μειώνονται σε μέγεθος και υγρό βάρος, καθώς η εσωτερική ζελατινώδες ουσία διασπάται και αντικαθίσταται από μύες και οστά (Kawakami et al. 1999, Pheiler 1999), αναπτύσσονται περισσότερο κάποια όργανα, όπως το έντερο, το δέρμα, τα βράγχια και οι νεφροί (Hulet & Robins 1989, Briand et al. 2005) και χάνουν τα σχετικά μεγάλα τους δόντια (Tesch 2003, McCleave 2003).
Τα γυαλόχελα συνεχίζουν τη μετανάστευσή τους σε γλυκά νερά και το δέρμα τους παίρνει σκουρότερο χρώμα. Σε αυτό το στάδιο του κύκλου ζωής τους, αναφέρονται ως elvers (επειδή δεν υπάρχει δόκιμος όρος στα ελληνικά για αυτό το στάδιο, στο κείμενο θα ονομάζεται elver). Τα elvers εισέρχονται ακόμα περισσότερο σε εσωτερικά ή σε μεταβατικά νερά (λιμνοθάλασσες, ποταμόκολποι) εξελισσόμενα σε κιτρινόχελα (yellow eels). Η δεύτερη περίπτωση χαρακτηρίζεται ως «ημι-κατάδρομη» μετανάστευση για να διαχωριστεί από τη γνωστή κατάδρομη. Σε περιοχές της Σκανδιναβίας (Βαλτική Θάλασσα) έχει διαπιστωθεί τέτοιος κύκλος ζωής, κατά τον οποίο τα elvers και τα κιτρινόχελα δεν μεταναστεύουν πάντα προς τα εσωτερικά νερά, αλλά παραμένουν στα μεταβατικά (Tzeng et al. 2000). Παρόμοια κατάσταση έχει αναφερθεί και για τα μεταβατικά νερά της Μεσογείου. Ωστόσο, άλλες μελέτες, που στηρίζονται στην ανάλυση ωτολίθων, υποστηρίζουν ότι τα χέλια μπορεί να διαβιώνουν μόνο στα θαλάσσια νερά, χωρίς να μεταναστεύσουν ποτέ σε γλυκά ή μεταβατικά (Tsukamoto et al. 1998, Arai et al.2003).
Τα κιτρινόχελα έχουν ραχιαία γκρι-καφέ απόχρωση, ενώ στις πλευρές και στην κοιλιακή χώρα είναι κιτρινωπά. Φυσικά, ο χρωματισμός τους ποικίλλει από βιότοπο σε βιότοπο. Μετά την περίοδο ανάπτυξης, πολλά χρόνια αργότερα, μια δεύτερη μεταμόρφωση συμβαίνει. Ο χρωματισμός γίνεται σκουρότερος στη ράχη και στην κοιλιακή περιοχή γυαλιστερός και ασημί (ίσως για λόγους καμουφλάζ) και η διάμετρος των οφθαλμών αυξάνει (Pankhurst 1982, Tesch 2003). Η μορφή που προκύπτει ονομάζεται ασημόχελο (silver eel). Τα ασημόχελα είναι εκείνα που θα μεταναστεύσουν στη θάλασσα, όπου θα ωριμάσουν γεννητικά και θα κατευθυνθούν προς τα πεδία ωοτοκίας, στον Ατλαντικό Ωκεανό. Τα ενήλικα χέλια πιστεύεται ότι πεθαίνουν μετά την ωοτοκία. Για αυτή τη δεύτερη μετανάστευση τίποτα δεν είναι πραγματικά γνωστό. Το ταξίδι της επιστροφής πιστεύεται ότι διαρκεί 1,5 έτος (Antunes & Tesch 1997) ή 6-7 μήνες (van Ginneken & Maes 2005). Τα πεδία ωοτοκίας των χελιών έχουν προσδιοριστεί μόνο λόγω της παρουσίας πλαγκτονικών ιχθυονυμφών σε ορισμένες θαλάσσιες περιοχές (Anguilla anguilla, A.rostrata: Schmidt 1922, A. japonica: Tsukamoto 1992).
Το στάδιο της μεταμόρφωσης σε γυαλόχελο αρχίζει όταν φθάσουν στην ηπειρωτική κρηπίδα. Το ταξίδι δια μέσου της ηπειρωτικής κρηπίδας θεωρείται ως περίοδος «λιμοκτονίας», κατά την οποία τα γυαλόχελα επιβιώνουν από τα ενεργειακά τους αποθέματα. Αρχίζουν να διατρέφονται όταν εισέλθουν στις εκβολές των ποταμών. Στα στάδια του elver και του κιτρινόχελου (yellow eel), τρέφονται σχεδόν αποκλειστικά με βενθικά ασπόνδυλα, μαλάκια και προνύμφες εντόμων (τριχόπτερα, χειρονομίδες και κολεόπτερα) και σπάνια με καρκινοειδή και ψάρια. Κατά τη μεταμόρφωσή τους σε ασημόχελα, ο πεπτικός σωλήνας ατροφεί, σταματούν να διατρέφονται και μεταναστεύουν προς τα πεδία ωοτοκίας, στη Θάλασσα των Σαργασσών, ενώ οι γονάδες ωριμάζουν κατά τη διάρκειά της. Η περιεκτικότητα σε λίπος είναι εκείνο που πιστεύεται ότι ελέγχει την έναρξη της ωρίμανσης των γονάδων και της μετανάστευσης, παρά το σωματικό μέγεθος, αφού τα χέλια δεν διατρέφονται κατά τη διάρκεια της μετανάστευσής τους, θα πρέπει να διαθέτουν αποθέματα ενέργειας για την ανάπτυξη των γονάδων.
Τα χέλια έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής. Το στάδιο του ασημόχελου διαρκεί 2-15 έτη για τα αρσενικά και 4-20 έτη για τα θηλυκά (Tesch 2003). Οι διαφορές της ηλικίας, ανάμεσα στα δύο φύλα, πιθανόν να καθορίζονται από γεωγραφικές κλιματολογικές διακυμάνσεις. Εάν η μετανάστευση παρεμποδιστεί, τα χέλια μπορούν να ζήσουν πολλά χρόνια, έχουν βρεθεί χέλια ηλικίας 85 ετών. Στη δυτική Ιρλανδία έχει βρεθεί ότι χέλια με εξαιρετικά μεγάλο μέγεθος, φθάνουν στο στάδιο του γεννητικά ώριμου ασημόχελου και μεταναστεύουν ακόμη και σε μεγάλες ηλικίες (57 ετών). Η συνολική διάρκεια ζωής εξαρτάται από τη χρονική στιγμή, που το άτομο φθάνει στη σεξουαλική ωρίμανση (στάδιο του ασημόχελου), η οποία καθορίζεται από το φύλο και το ρυθμό αύξησης, που με τη σειρά τους επηρεάζονται έντονα από τις περιβαλλοντικές συνθήκες. Έτσι, με δεδομένο ότι το χέλι ζει στα θαλάσσια, μεταβατικά και εσωτερικά νερά, όπου οι επικρατούσες περιβαλλοντικές συνθήκες, διαφέρουν από τόπο σε τόπο, είναι δύσκολο να δοθεί ένα κοινό μοντέλο ανάπτυξης.
Από τα παραπάνω, είναι προφανές ότι υπάρχουν ακόμη πολλά αναπάντητα ερωτήματα στον κύκλο ζωής του χελιού. Για παράδειγμα, είναι δύσκολο να εξηγηθεί πως γίνεται η μεταφορά των νυμφών με το Ρεύμα του Κόλπου προς τις ακτές της Ευρώπης. Οι αμφιβολίες αυτές προκύπτουν από τους εξής λόγους:
• Το Ρεύμα του Κόλπου ανιχνεύεται έως την ηπειρωτική κρηπίδα της Β.Αμερικής που είναι περίπου 40ο δυτικά. Πέρα από αυτό το όριο οι υδάτινες μάζες χωρίζονται δεξιά και ρέουν προς ΝΔ. Ακόμη και πριν από αυτό το όριο, οι υδάτινες μάζες διαχωρίζονται και δεν συνεχίζουν ΒΑ.
• Οι δειγματοληψίες νυμφών δείχνουν ότι οι νύμφες στο Β. Ατλαντικό Ωκεανό προτιμούν βάθη 350-550 m την ημέρα και 30-120 m τη νύχτα, οπότε, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι μεταφέρονται με επιφανειακό ρεύμα βάθους μόνο 20 m.
• Έχουν βρεθεί νύμφες ΝΔ των Αζόρων, σε μια περιοχή δηλαδή στην οποία δεν φτάνει ούτε το Ρεύμα του Κόλπου ούτε το Ρεύμα του Β. Ατλαντικού.
Η επιστημονική κοινότητα, επίσης είναι διχασμένη στο ερώτημα, εάν όντως όλα τα χέλια της Ευρώπης αναπαράγονται στη Θάλασσα των Σαργασσών και αποτελούν έτσι ένα ενιαίο απόθεμα. Αρκετές γενετικές αναλύσεις υποστηρίζουν την υπόθεση της παμμιξίας για το ευρωπαϊκό χέλι. Αντίθετα, η εργασία των Wirth & Bernatchez (2001) δείχνει την ύπαρξη τριών γενετικά διαφορετικών υποομάδων: • υποομάδα της βόρειας Ευρώπης, που αντιστοιχεί στο απόθεμα της Ισλανδίας, • υποομάδα της δυτικής Ευρώπης, η οποία περιλαμβάνει αποθέματα της Μεσογείου, δυτικής Ευρώπης και Βαλτικής, • υποομάδα της νότιας Ευρώπης, που αντιστοιχεί στο απόθεμα του Μαρόκου.
Και για το μεζέ μας. Το χέλι έχει κρέας νόστιμο που μπορεί να μαγειρευτεί φρέσκο, να γίνει παστό ή καπνιστό. Περνώντας από το Μεσολόγγι δοκιμάστε τα ‘’σουβλάκια ‘’ με χέλι. (Πηγές: Ζόμπολα Σπ., 2008, Διδακτ., Διατριβή, Πανεπιστήμιο Πατρών, 222σελ.,’’ Δυναμική της μετανάστευσης των νεαρών σταδίων του χελιού στα εσωτερικά νερά της δυτικής Ελλάδας και η αλιευτική του εκμετάλλευση’’ και Γ. Δαμιανός- http://www.24grammata.com/?p=6396 ).
Στην αρχαιότητα είχαν σε ιδιαίτερη
εκτίμηση τα χέλια, ιδιαίτερα της τότε λίμνης Κωπαϊδας (αποξηράνθηκε από το 1886
μέχρι το 1931), αλλά και του ποταμού Στρυμόνα. Οι Βοιωτοί λάτρευαν τα χέλια και
τα προσέφεραν θυσία στους θεούς. Στους αρχαίους Έλληνες ήταν τροφή αποκλειστικά
για τους πλούσιους. Ο Αριστοφάνης, θεωρούσε τα χέλια σύμβολο ευδαιμονίας. Ο
Φιλέταιρος (ηγεμόνας της Περγάμου στη Μικρά
Ασία, 343 -263π.Χ.), υποτιμά τους
τσιγκούνηδες πλούσιους που δεν ξοδεύουν χρήματα για να αγοράσουν χέλια λέγοντας
τους ‘’όταν πεθάνεις, χέλια δε θα φας’’. Στο βυζαντινό γιατρό Ορειβάσιο Περγαμηνό (325 – 403 μ.Χ) βρίσκουμε την αναφορά ότι ‘’τα
χέλια είναι παχύχυμα -24% λίπος με σύγχρονη ανάλυση- και πέπτονται δύσκολα’’. Ο
Ιπποκράτης μας
προσφέρει μοναδική μαρτυρία για την αλιεία τους. ‘’άνω και κάτω τον βόρβορον
κυκώσι’’. Δηλαδή, τα χέλια στη διάρκεια της ημέρας θάβονται μέσα στη λάσπη και
βγαίνουν μόνο τη νύχτα. Οι αρχαίοι αλιείς τα έπιαναν στα χέρια τους με ένα φύλο
συκιάς για να μη τους γλιστράνε ‘’τω θρίω την έγχελυν’’. Άλλωστε χρησιμοποιούσαν,
και τότε, τη φράση ‘’ γλιστρά σαν χέλι’’ , όπως και ‘’κολυμπάει σαν χέλι’’.......(για περισσότερα)
Η λέξη χέλια παράγεται από την αρχαιοελληνική λέξη ‘’εγχέλειον, έγχελυς < έχις’’= ερπετό, φίδι, έχιδνα, επειδή το χέλι έχει φιδόμορφο σώμα. Από τη λέξη ‘’έχις’’ ετυμολογείται και η λατινική ονομασία του anguilla, Η λαϊκή ονομασία είναι και γλαβίτσι, καβάτσα, καθαρόχελο.
Το χέλι (λατ., Anguilla anguilla) είναι ευρύαλο ψάρι, ζώντας σε αλμυρά, υφάλμυρα, και γλυκά νερά.. Δεν έχει κοιλιακά πτερύγια και η κάτω σιαγόνα του είναι μεγαλύτερη από την πάνω (προγναθισμός). Είναι ένα από τα πιο μυστηριώδη ζώα της φύσης. Η ζωή τους αρχίζει στη μυστηριώδη θάλασσα των Σαργασών (πήρε το όνομα από το φύκος Sargassus sp., που αφθονεί στην περιοχή του Ατλαντικού Ωκεανού, κοντά στις Βερμούδες). Ορισμένα θα φύγουν προs την Αμερική (Anguilla rostata), ενώ άλλα προς την Ευρώπη (Anguilla anguilla). Τα Ιαπωνικά χέλια (Anguilla japonica), απαντώνται μόνο στον Ειρηνικό και Ινδικό Ωκεανό. Τα Ευρωπαϊκά χέλια, με το που θα γεννηθούν στη θάλασσα των Σαργασών, αρχίζουν το ταξίδι προς τα μέρη μας. Στην αρχή είναι διάφανα και ονομάζονται λεπτοκέφαλοι. Θα ταξιδέξουν, περίπου, τρία χρόνια για να φτάσουν στις εκβολές των ποταμών μας. Αν και είναι, ακόμα, πολύ μικρά (7 εκ.) έχουν, όμως, σχηματίσει το φιδόμορφο σώμα τους. Σ΄αυτή τη φάση τα ονομάζουμε ανοδικά χελάκια (elevers). Δισεκατομμύρια τέτοια χελάκια (από το Νοέμβριο έως το Μάιο) κολυμπούν αντίθετα προς το ρεύμα των ποταμών και προσπαθούν να φτάσουν όσο πιο ψηλά μπορούν στην ενδοχώρα. Ταξιδεύουν μόνο τη νύχτα και σε βροχερές και θυελλώδεις μέρες. Τρέφονται με σκουλήκια, ψάρια και μαλάκια, ενώ κατά τη διάρκεια της ημέρας θάβονται μέσα στη λάσπη. Πολλές φορές τα βλέπουμε να εκτινάσσονται από το ποτάμι για να περάσουν κάποιο εμπόδιο, κάποιο δρόμο. Αν δεν το περάσουν, μένουν εκεί και πεθαίνουν, αλλά ποτέ δε γυρνούν προς τα πίσω, για να βρουν άλλο δρόμο (δεν προδίδουν ποτέ το ένστικτο που τα ορίζει να πηγαίνουν πάντα προς τα εμπρός). Όσα, τελικά, φτάσουν, επιλέγουν το μέρος (λίμνη ή ποταμό ή πηγάδι ή δεξαμενή ή στέρνα ή κάποια μικρή ή μεγάλη υδατοσυλλογή) και παραμένουν μέχρι να φτάσουν σε ηλικία αναπαραγωγής (8 έως 10 χρόνια). Όταν πλησιάζει η εποχή της αναπαραγωγής τα μάτια τους διογκώνονται και η κοιλιά τους παίρνει ένα ασημένιο χρώμα (ασημένια χέλια). Σε αυτή την περίοδο, το κρέας τους είναι εξαιρετικά γευστικό. Τότε, αρχίζει και το μεγάλο ταξίδι του γυρισμού. Ταξιδεύουν νύχτα, με συννεφιασμένο ουρανό και ιδιαίτερα στη διάρκεια καταιγίδων. Λέγεται ότι, όσα δεν καταφέρουν να φτάσουν στη θάλασσα θα γίνουν στείρα και μπορούν να ζήσουν μέχρι και πενήντα χρόνια, χωρίς ποτέ να ξαναδούν τον Ωκεανό. Tα υπόλοιπα, εκτιμούν πολλοί επιστήμονες, ότι θα διανύσουν περίπου 6.000km σε 6 μήνες και θα καταλήξουν στον τόπο που γεννήθηκαν, δηλαδή στη θάλασσα των Σαργασσών. Εκει, θα ζευγαρώσουν για πρώτη και τελευταία φορά στη ζωή τους. Το κάθε θηλυκό θα αφήσει 1.000.000 περίπου αυγά, τα οποία θα γονιμοποιήσουν τα αρσενικά. Στη συνέχεια, αρσενικά και θηλυκά θα χαθούν στην άβυσσο του Ωκεανού, τερματίζοντας τη μυστηριώδη ζωή τους. Μετά την εκκόλαψη των αβγών, οι μικροί λεπτοκέφαλοι θα αρχίσουν το γνωστό τους ταξίδι…προς τα εμπρός και……. Ξανά προς τη θάλασσα των Σαργασών……
Μια σχετικά πρόσφατη διδακτορική διατριβή από το Πανεπιστήμιο Πατρών (Δρ. Σπ. Ζόμπολα, 2008) μας πληροφορεί έγκυρα σχετικά με το χέλι. Το χέλι χαρακτηρίζεται από πολλούς ως ένα «συναρπαστικό» και «μυστηριώδες» είδος, ίσως επειδή έχει ασυνήθιστο και πολύπλοκο κύκλο ζωής, ενώ πολλές πτυχές της βιολογίας και της οικολογίας του, είναι σε μεγάλο βαθμό ακόμη άγνωστες. Αυτός είναι ίσως και ο λόγος που ο λαός πιστεύει ότι είναι αινιγματικά πλάσματα της θάλασσας, που ο χρόνος έχει ντύσει με θρύλους και μυστήριο. Το χέλι που ανήκει στο γένος Anguilla περιλαμβάνει 15 είδη, σύμφωνα με τις πρόσφατες μελέτες. Εμφανίζει ευρεία εξάπλωση, με τα περισσότερα είδη να απαντώνται σε τροπικά νερά. Από αυτά, τέσσερα είδη είναι τα πιο εμπορικά, το ευρωπαϊκό χέλι (Anguilla anguilla), το αμερικάνικο χέλι (A.rostrata), το ιαπωνικό χέλι (A. japonica ) και το A. marmorata . Το ευρωπαϊκό χέλι εξαπλώνεται κατά μήκος των ατλαντικών ακτών, από τη Σκανδιναβία έως τη βόρεια Αφρική και από τις Αζόρες έως την ανατολική Μεσόγειο. Το αμερικάνικο, εξαπλώνεται κατά μήκος των ατλαντικών ακτών του Καναδά και των ΗΠΑ έως τον Παναμά, ενώ το ιαπωνικό απαντάται στις ακτές του Ειρηνικού Ωκεανού, στο Βιετνάμ, στις Φιλιππίνες, στην Ταϊβάν, στην Κίνα και στην Κορέα. Το A. marmorata παρουσιάζει τη μεγαλύτερη γεωγραφική εξάπλωση στον κόσμο και απαντάται από τις ανατολικές ακτές της Αφρικής, την Ινδονησία και τις Φιλιππίνες, τον Β. και Ν. Ειρηνικό έως την Πολυνησία. Η γεωγραφική εξάπλωση των χελιών φαίνεται να σχετίζεται με την υποτροπική κυκλοφορία των ωκεανών, με μεγαλύτερες αφθονίες να απαντούν στη δυτική πλευρά του Ατλαντικού, Ειρηνικού και Ινδικού Ωκεανού. Τα ζεστά ρεύματα του ισημερινού ρέουν δυτικά και κινούνται κατά μήκος των ανατολικών ακτών της κάθε ηπείρου, ενώ κατά μήκος των δυτικών ακτών κινούνται κρύα ρεύματα τα οποία δημιουργούνται σε υψηλά γεωγραφικά πλάτη. Αυτή η συσχέτιση με τις υδρολογικές συνθήκες, ίσως εξηγεί γιατί τα χέλια απαντώνται στις ανατολικές ακτές της Ευρασίας, Αυστραλίας, Αφρικής και Β. Αμερικής, αλλά δεν απαντώνται στις δυτικές ακτές της Β. και Ν. Αμερικής, της Αυστραλίας και της Αφρικής. Αν και το ευρωπαϊκό χέλι απαντάται στην Ευρώπη και στη Μεσόγειο, εξαιτίας του ζεστού Ρεύματος του Κόλπου (Gulf Stream) και του Ρεύματος του Β. Ατλαντικού (North Atlantic Drift), δεν είναι γνωστό γιατί δεν υπάρχουν χέλια κατά μήκος των ακτών της Ν. Αμερικής, παρά την ύπαρξη του θερμού Ρεύματος της Βραζιλίας (Brazil Current).
Το σώμα του ευρωπαϊκού χελιού είναι επίμηκες και κυλινδρικό. Αποτελείται από 115 (μέση τιμή) σπονδύλους, καλύπτεται από μικρά κυκλοειδή λέπια και έχει πολύ βλέννα. Τα κοιλιακά πτερύγια απουσιάζουν, ενώ το εδρικό και το ραχιαίο πτερύγιο ενώνονται σχηματίζοντας το ουραίο. Η πλευρική γραμμή τους είναι έντονη. Στο στόμα, η κάτω γνάθος είναι λίγο μεγαλύτερη από την άνω και τα δόντια είναι μικρά και διατεταγμένα σε αρκετές σειρές στις γνάθους και στην υπερώα. Η διάκριση ανάμεσα στα διάφορα είδη του γένους Anguilla είναι δύσκολη και κυρίως ανάμεσα στις ιχθυονύμφες, αφού αλλάζουν συνεχώς σχήμα σώματος και χρωματισμό, με αποτέλεσμα τα χαρακτηριστικά των διαφόρων οντογενετικών σταδίων να μην συγκρίνονται. Σε γενικές γραμμές, τα είδη διαφέρουν κυρίως στον αριθμό των σπονδύλων (μέση τιμή: 115 ευρωπαϊκό, 108 αμερικάνικο) και των μυομερών (εύρος: 112-119 ευρωπαϊκό, 103-111 αμερικάνικο), στη μορφολογία των δοντιών και στο μήκος των ραχιαίων και εδρικών πτερυγίων.
Τα χέλια είναι άκρως ευρύαλα είδη που απαντώνται σε μεγάλο εύρος βιοτόπων: Απαντώνται, σε γλυκά, μεταβατικά ή θαλασσινά νερά, σε βαθιά ή σε ρηχά νερά, σε ανοιχτές ή κλειστές περιοχές, ενώ, μπορεί να μείνουν έξω από το νερό αρκετές ώρες. Παρουσιάζουν συνήθως νυκτόβια δραστηριότητα και μπορεί να βρεθούν σε σχισμές βράχων ή να σκάβουν λαγούμια σε μαλακά υποστρώματα. Τα χέλια είναι σαρκοφάγα. Η διατροφή τους αλλάζει στη διάρκεια του κύκλου ζωής τους, περιλαμβάνει μεγάλο εύρος οργανισμών και εξαρτάται από το στάδιο της ανάπτυξης, το μέγεθος του ατόμου, τον βιότοπο και τη διαθεσιμότητα της τροφής. Γενικά, τρέφονται με ζωντανούς οργανισμούς: ζωοπλαγκτόν, μαλάκια, μαλακόστρακα, ψάρια και αμφίβια. Το ευρωπαϊκό χέλι διακρίνεται σε «χέλι με μυτερό κεφάλι» και σε «χέλι με πλατύ κεφάλι» και αυτό πιστεύεται ότι έχει σχέση με τον τύπο διατροφής του. Τα χέλια με μυτερό κεφάλι τρέφονται με μικρά και μαλάκα θηράματα (όπως αμφίποδα, χειρονομίδες κ.τ.λ.), ενώ αυτά με πλατύ καταναλώνουν μεγάλους και σκληρούς οργανισμούς (όπως μαλάκια, ψάρια κ.τ.λ.). Οι λεπτοκέφαλοι (ιχθυονύμφες) έχουν δυνατά δόντια και τη νύχτα ανεβαίνουν στα ανώτερα επιφανειακά στρώματα (100 m) για να τραφούν με ζωοπλαγκτό. Με τι πραγματικά τρέφονται οι λεπτοκέφαλοι είναι άγνωστο, αλλά πιστεύεται ότι τρέφονται με σωματιδιακό οργανικό υλικό που συγκεντρώνεται στο αλοκλινές, δείχνοντας προτίμηση στις θήκες κωπηλατών και στα περιττώματα ζωοπλαγκτονικών οργανισμών. Στα περισσότερα παράκτια οικοσυστήματα, αποτελούν σημαντικό ποσοστό της ιχθυοβιομάζας και τροφή για πολλούς θηρευτές όπως είναι οι βίδρες, οι κορμοράνοι, οι ερωδιοί κ.τ.λ. Αποτελούν, έτσι, ένα βασικό κρίκο στη τροφική αλυσίδα, ενώ ως μεταναστευτικά είδη συμμετέχουν στη ροή οργανικού υλικού μεταξύ θαλασσινών και εσωτερικών νερών.
Τα χέλια είναι μεταναστευτικά είδη και ο κύκλος ζωής τους, αν και έχει μελετηθεί αρκετά, είναι ακόμη σε μεγάλο βαθμό άγνωστος. Τα στάδια ανάπτυξης του ευρωπαϊκού χελιού και τα χαρακτηριστικά τους έχουν ως εξής ως προς το στάδιο ανάπτυξης, το σχήμα τους, το χρώμα, το βιότοπο το μήκος τους και τη δι’άρκεια ζωής τους. α). Λεπτοκέφαλος – Φυλλοειδές- Διαφανής -Ωκεανός - έως 7,5cm-7-9 μήνες. β) Γυαλόχελο- Επίμηκες κυλινδρικό- Διαφανές- Εκβολές ποταμών-5-7cm-2-4 μήνες. γ) Elver-Επίμηκες κυλινδρικό-Γκρι καφέ- Γλυκά ή μεταβατικά ή θαλάσσια νερά – 7-8cm (έως και 30cm)- 1-2 έτη. δ) Κιτρινόχελο- Επίμηκες κυλινδρικό - Γκρι καφέ ή κιτρινωπό->30cm -2-20 έτη. ε) Ασημόχελο Επίμηκες κυλινδρικό- Ασημένια απόχρωση- Ωκεανός- Αρσ: 35-41 cm, Θηλ: 54-61cm.- Αρσ: 2-15 έτη, Θηλ: 4-20 έτη.
Το ευρωπαϊκό χέλι θεωρείται ότι γεννά στη Θάλασσα των Σαργασσών (δυτικός Ατλαντικός Ωκεανός), επειδή εκεί βρέθηκαν οι μικρότερες ιχθυονύμφες. Ωστόσο, αυτή η υπόθεση δεν έχει ποτέ επιβεβαιωθεί, αφού μέχρι σήμερα, δεν έχουν βρεθεί ούτε γεννητικά ώριμα άτομα αλλά ούτε και αβγά. Στην ίδια περιοχή πιστεύεται ότι αναπαράγεται και το αμερικάνικο χέλι. Το ιαπωνικό χέλι αναπαράγεται στον δυτικό Ειρηνικό Ωκεανό, κοντά στο Ρεύμα του Βόρειου Ισημερινού (North Equatorial Current). Τα άλλα 12 είδη του γένους Anguilla δεν είναι γνωστό που αναπαράγονται. Σύμφωνα με το γερμανό επιστήμονα Schmidt (1922), η ωοτοκία του ευρωπαϊκού χελιού λαμβάνει χώρα σε βάθος 200-500 m κατά τους χειμερινούς μήνες, μέχρι τις αρχές της άνοιξης και σε θερμοκρασίες μεταξύ 17 και 20οC. Αντίθετα, άλλοι ερευνητές θεωρούν ότι η ωοτοκία διαρκεί όλο το χρόνο με κύρια περίοδο μεταξύ Απριλίου και Ιουλίου(Guerault et al. 1992, Desaunay et al. 1993a). Σύμφωνα με τις τελευταίες έρευνες, η ωοτοκία λαμβάνει χώρα από τον Μάρτιο έως τον Ιούνιο, σε στενού γεωγραφικού εύρους περιοχή (48ο-74ο Δ, 23ο-30ο Β) (van Ginneken & Maes 2005).
Οι ιχθυονύμφες του ευρωπαϊκού χελιού μεταφέρονται, με το Ρεύμα του Κόλπου (Gulf Stream) και το Ρεύμα του Β. Ατλαντικού (North Atlantic Current) στις ακτές της Ευρώπης και της βόρειας Αφρικής. Το στάδιο αυτό και ο πραγματικός μηχανισμός μεταφοράς των ιχθυονυμφών έχουν μελετηθεί πολύ λίγο, ενώ η χρονική περίοδος, που μεσολαβεί για να φθάσουν στις ηπειρωτικές ακτές, έχει αποτελέσει αντικείμενο αντιπαραθέσεων ανάμεσα στους ερευνητές. Κατά τον Schmidt (1922) το ταξίδι αυτό διαρκεί 3-4 έτη, ενώ, σύγχρονοι ερευνητές στηριζόμενοι στις καταγραφές των δακτυλίων των ωτολίθων (μέθοδος μελέτης της ηλικίας των ψαριών) περιορίζουν το διάστημα αυτό σε 14-16 μήνες (Wang & Tzeng 2000) ή ακόμα και κάτω από ένα έτος (Lecomte-Finiger 1992). Φτάνοντας στις παράκτιες περιοχές, πιθανόν στο άκρο της ηπειρωτικής κρηπίδας, οι λεπτοκέφαλοι μεταμορφώνονται σε διάφανο, κυλινδρικό ψάρι γνωστό ως γυαλόχελο (glass eel), με μήκος 5-7 cm και βάρος κάτω από 0,35 g . Κατά τη διάρκεια της μεταμόρφωσης, οι λεπτοκέφαλοι μειώνονται σε μέγεθος και υγρό βάρος, καθώς η εσωτερική ζελατινώδες ουσία διασπάται και αντικαθίσταται από μύες και οστά (Kawakami et al. 1999, Pheiler 1999), αναπτύσσονται περισσότερο κάποια όργανα, όπως το έντερο, το δέρμα, τα βράγχια και οι νεφροί (Hulet & Robins 1989, Briand et al. 2005) και χάνουν τα σχετικά μεγάλα τους δόντια (Tesch 2003, McCleave 2003).
Τα γυαλόχελα συνεχίζουν τη μετανάστευσή τους σε γλυκά νερά και το δέρμα τους παίρνει σκουρότερο χρώμα. Σε αυτό το στάδιο του κύκλου ζωής τους, αναφέρονται ως elvers (επειδή δεν υπάρχει δόκιμος όρος στα ελληνικά για αυτό το στάδιο, στο κείμενο θα ονομάζεται elver). Τα elvers εισέρχονται ακόμα περισσότερο σε εσωτερικά ή σε μεταβατικά νερά (λιμνοθάλασσες, ποταμόκολποι) εξελισσόμενα σε κιτρινόχελα (yellow eels). Η δεύτερη περίπτωση χαρακτηρίζεται ως «ημι-κατάδρομη» μετανάστευση για να διαχωριστεί από τη γνωστή κατάδρομη. Σε περιοχές της Σκανδιναβίας (Βαλτική Θάλασσα) έχει διαπιστωθεί τέτοιος κύκλος ζωής, κατά τον οποίο τα elvers και τα κιτρινόχελα δεν μεταναστεύουν πάντα προς τα εσωτερικά νερά, αλλά παραμένουν στα μεταβατικά (Tzeng et al. 2000). Παρόμοια κατάσταση έχει αναφερθεί και για τα μεταβατικά νερά της Μεσογείου. Ωστόσο, άλλες μελέτες, που στηρίζονται στην ανάλυση ωτολίθων, υποστηρίζουν ότι τα χέλια μπορεί να διαβιώνουν μόνο στα θαλάσσια νερά, χωρίς να μεταναστεύσουν ποτέ σε γλυκά ή μεταβατικά (Tsukamoto et al. 1998, Arai et al.2003).
Τα κιτρινόχελα έχουν ραχιαία γκρι-καφέ απόχρωση, ενώ στις πλευρές και στην κοιλιακή χώρα είναι κιτρινωπά. Φυσικά, ο χρωματισμός τους ποικίλλει από βιότοπο σε βιότοπο. Μετά την περίοδο ανάπτυξης, πολλά χρόνια αργότερα, μια δεύτερη μεταμόρφωση συμβαίνει. Ο χρωματισμός γίνεται σκουρότερος στη ράχη και στην κοιλιακή περιοχή γυαλιστερός και ασημί (ίσως για λόγους καμουφλάζ) και η διάμετρος των οφθαλμών αυξάνει (Pankhurst 1982, Tesch 2003). Η μορφή που προκύπτει ονομάζεται ασημόχελο (silver eel). Τα ασημόχελα είναι εκείνα που θα μεταναστεύσουν στη θάλασσα, όπου θα ωριμάσουν γεννητικά και θα κατευθυνθούν προς τα πεδία ωοτοκίας, στον Ατλαντικό Ωκεανό. Τα ενήλικα χέλια πιστεύεται ότι πεθαίνουν μετά την ωοτοκία. Για αυτή τη δεύτερη μετανάστευση τίποτα δεν είναι πραγματικά γνωστό. Το ταξίδι της επιστροφής πιστεύεται ότι διαρκεί 1,5 έτος (Antunes & Tesch 1997) ή 6-7 μήνες (van Ginneken & Maes 2005). Τα πεδία ωοτοκίας των χελιών έχουν προσδιοριστεί μόνο λόγω της παρουσίας πλαγκτονικών ιχθυονυμφών σε ορισμένες θαλάσσιες περιοχές (Anguilla anguilla, A.rostrata: Schmidt 1922, A. japonica: Tsukamoto 1992).
Το στάδιο της μεταμόρφωσης σε γυαλόχελο αρχίζει όταν φθάσουν στην ηπειρωτική κρηπίδα. Το ταξίδι δια μέσου της ηπειρωτικής κρηπίδας θεωρείται ως περίοδος «λιμοκτονίας», κατά την οποία τα γυαλόχελα επιβιώνουν από τα ενεργειακά τους αποθέματα. Αρχίζουν να διατρέφονται όταν εισέλθουν στις εκβολές των ποταμών. Στα στάδια του elver και του κιτρινόχελου (yellow eel), τρέφονται σχεδόν αποκλειστικά με βενθικά ασπόνδυλα, μαλάκια και προνύμφες εντόμων (τριχόπτερα, χειρονομίδες και κολεόπτερα) και σπάνια με καρκινοειδή και ψάρια. Κατά τη μεταμόρφωσή τους σε ασημόχελα, ο πεπτικός σωλήνας ατροφεί, σταματούν να διατρέφονται και μεταναστεύουν προς τα πεδία ωοτοκίας, στη Θάλασσα των Σαργασσών, ενώ οι γονάδες ωριμάζουν κατά τη διάρκειά της. Η περιεκτικότητα σε λίπος είναι εκείνο που πιστεύεται ότι ελέγχει την έναρξη της ωρίμανσης των γονάδων και της μετανάστευσης, παρά το σωματικό μέγεθος, αφού τα χέλια δεν διατρέφονται κατά τη διάρκεια της μετανάστευσής τους, θα πρέπει να διαθέτουν αποθέματα ενέργειας για την ανάπτυξη των γονάδων.
Τα χέλια έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής. Το στάδιο του ασημόχελου διαρκεί 2-15 έτη για τα αρσενικά και 4-20 έτη για τα θηλυκά (Tesch 2003). Οι διαφορές της ηλικίας, ανάμεσα στα δύο φύλα, πιθανόν να καθορίζονται από γεωγραφικές κλιματολογικές διακυμάνσεις. Εάν η μετανάστευση παρεμποδιστεί, τα χέλια μπορούν να ζήσουν πολλά χρόνια, έχουν βρεθεί χέλια ηλικίας 85 ετών. Στη δυτική Ιρλανδία έχει βρεθεί ότι χέλια με εξαιρετικά μεγάλο μέγεθος, φθάνουν στο στάδιο του γεννητικά ώριμου ασημόχελου και μεταναστεύουν ακόμη και σε μεγάλες ηλικίες (57 ετών). Η συνολική διάρκεια ζωής εξαρτάται από τη χρονική στιγμή, που το άτομο φθάνει στη σεξουαλική ωρίμανση (στάδιο του ασημόχελου), η οποία καθορίζεται από το φύλο και το ρυθμό αύξησης, που με τη σειρά τους επηρεάζονται έντονα από τις περιβαλλοντικές συνθήκες. Έτσι, με δεδομένο ότι το χέλι ζει στα θαλάσσια, μεταβατικά και εσωτερικά νερά, όπου οι επικρατούσες περιβαλλοντικές συνθήκες, διαφέρουν από τόπο σε τόπο, είναι δύσκολο να δοθεί ένα κοινό μοντέλο ανάπτυξης.
Από τα παραπάνω, είναι προφανές ότι υπάρχουν ακόμη πολλά αναπάντητα ερωτήματα στον κύκλο ζωής του χελιού. Για παράδειγμα, είναι δύσκολο να εξηγηθεί πως γίνεται η μεταφορά των νυμφών με το Ρεύμα του Κόλπου προς τις ακτές της Ευρώπης. Οι αμφιβολίες αυτές προκύπτουν από τους εξής λόγους:
• Το Ρεύμα του Κόλπου ανιχνεύεται έως την ηπειρωτική κρηπίδα της Β.Αμερικής που είναι περίπου 40ο δυτικά. Πέρα από αυτό το όριο οι υδάτινες μάζες χωρίζονται δεξιά και ρέουν προς ΝΔ. Ακόμη και πριν από αυτό το όριο, οι υδάτινες μάζες διαχωρίζονται και δεν συνεχίζουν ΒΑ.
• Οι δειγματοληψίες νυμφών δείχνουν ότι οι νύμφες στο Β. Ατλαντικό Ωκεανό προτιμούν βάθη 350-550 m την ημέρα και 30-120 m τη νύχτα, οπότε, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι μεταφέρονται με επιφανειακό ρεύμα βάθους μόνο 20 m.
• Έχουν βρεθεί νύμφες ΝΔ των Αζόρων, σε μια περιοχή δηλαδή στην οποία δεν φτάνει ούτε το Ρεύμα του Κόλπου ούτε το Ρεύμα του Β. Ατλαντικού.
Η επιστημονική κοινότητα, επίσης είναι διχασμένη στο ερώτημα, εάν όντως όλα τα χέλια της Ευρώπης αναπαράγονται στη Θάλασσα των Σαργασσών και αποτελούν έτσι ένα ενιαίο απόθεμα. Αρκετές γενετικές αναλύσεις υποστηρίζουν την υπόθεση της παμμιξίας για το ευρωπαϊκό χέλι. Αντίθετα, η εργασία των Wirth & Bernatchez (2001) δείχνει την ύπαρξη τριών γενετικά διαφορετικών υποομάδων: • υποομάδα της βόρειας Ευρώπης, που αντιστοιχεί στο απόθεμα της Ισλανδίας, • υποομάδα της δυτικής Ευρώπης, η οποία περιλαμβάνει αποθέματα της Μεσογείου, δυτικής Ευρώπης και Βαλτικής, • υποομάδα της νότιας Ευρώπης, που αντιστοιχεί στο απόθεμα του Μαρόκου.
Και για το μεζέ μας. Το χέλι έχει κρέας νόστιμο που μπορεί να μαγειρευτεί φρέσκο, να γίνει παστό ή καπνιστό. Περνώντας από το Μεσολόγγι δοκιμάστε τα ‘’σουβλάκια ‘’ με χέλι. (Πηγές: Ζόμπολα Σπ., 2008, Διδακτ., Διατριβή, Πανεπιστήμιο Πατρών, 222σελ.,’’ Δυναμική της μετανάστευσης των νεαρών σταδίων του χελιού στα εσωτερικά νερά της δυτικής Ελλάδας και η αλιευτική του εκμετάλλευση’’ και Γ. Δαμιανός- http://www.24grammata.com/?p=6396 ).