_______________

" In all things of Nature, there is something of the marvelous" (Aristotle -Parts of Animals, I.645A16)

" Nature ......loves simplicity and unity" ( J. Kepler -Apologia)


****** Για το Περιβάλλον, τη Βιώσιμη Προοπτική και ......άλλα Σημαντικά!

(http://sites.google.com/site/perivalloncom/
http://www.perivallon.com, http://envifriends2.blogspot.com, http://envifriends.blogspot.com)
_______________

* ΦΥΣΗ & ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ----- * ΑΝΘΡΩΠΟΣ & ΚΟΙΝΩΝΙΑ -

- Ο ΚΑΙΡΟΣ -

- Ξερικές Καλλιέργειες για Άνυδρες και όχι μόνο Περιοχές

Όλα ανεξαιρέτως τα φυτά έχουν την ανάγκη του νερού, έστω και σε ελάχιστες ποσότητες τόσο μέσα στο έδαφος, όσο και στον περιβάλλοντα αυτά ατμοσφαιρικό αέρα ως υγρασία. Με αυτή την έννοια δεν υπάρχουν ‘’άνυδρες’’ καλλιέργειες και άνυδροι κήποι, καθώς δεν υπάρχουν στον πλανήτη Γη ‘’άνυδρα φυτά’’. Υπάρχουν όμως οι  ΄΄ξερικές’’ ή ξηρικές ή οι μη αρδευόμενες καλλιέργειες.
Αυτές οι καλλιέργειες εξαρτώνται αυστηρά από τη βροχόπτωση και τη μεταβλητότητά της, αλλά και δευτερευόντως από την ατμοσφαιρική υγρασία. Επομένως, καθοριστικοί παράγοντες στην ανάπτυξη ξερικών καλλιεργειών είναι η φυσιογραφία και τοπογραφία της περιοχής, η σύσταση και η κατάλληλη διαχείριση του εδάφους και του νερού και μικροκλιματικοί παράγοντες που επικρατούν στην περιοχή. Συνήθως, καλλιεργούνται στις ξερικές καλλιέργειες, κτηνοτροφικά φυτά, δημητριακά και όσπρια, αμπέλια, αμυγδαλιές και ελιές. Αλλά και βότανα και αρωματικά φυτά (π.χ. δενδρολίβανο, φασκόμηλο, χαμομήλι), μπάμιες, ντομάτες, μελιτζάνες, κολοκύθια, πεπόνια, καρπούζια και άλλα προϊόντα.
Ως άνυδρη χαρακτηρίζεται μια χρονική περίοδος με απουσία βροχόπτωσης, με ξηρούς ανέμους και ελάχιστη ατμοσφαιρική υγρασία. Άνυδρος αποκαλείται ένας τόπος χωρίς νερό, στεγνός, ξηρός. Για παράδειγμα, το ξερικό Μεραμπέλλο είναι ένας άνυδρος τόπος της βορειοανατολικής Κρήτης, στο Λασίθι, δεν έχει δάση, λιβάδια και συστηματικές αγροτικές καλλιέργειες. Είναι χωρίς ποτάμια και πηγές, μόνο το νερό της βροχής συλλέγεται σε στέρνες για να ξεδιψάσει τους λιγοστούς κατοίκους και τα γιδοπρόβατα. Άνυδρος ή Αμοργοπούλα ονομάζεται μια μικρή ακατοίκητη νησίδα στις νοτιοανατολικές Κυκλάδες, στο κέντρο περίπου του θαλάσσιου χώρου που περικλείεται από τα νησιά Σαντορίνη, Αμοργός, Ίος, Ανάφη και Αστυπάλαια. Άνυδρα λέγονται και ορισμένα βουνά και υψώματα που δεν έχουν καθόλου νερό.
Από πολύ παλιά, στα περισσότερα νησιά των Κυκλάδων, Σποράδων, Επτανήσων, Αιγαίου, Δωδεκανήσου και στην Κρήτη και σε πολλές περιοχές της ηπειρωτικής χώρας, εκεί που το νερό, ειδικά το καλοκαίρι, είναι λιγοστό και πολύ σπάνια διαθέσιμο, οι καλλιεργητές είχαν επινοήσει την πρακτική του άνυδρου λαχανόκηπου. Σήμερα, η τεχνική αυτή, που εφαρμόζεται αποκλειστικά και μόνο στην καλλιέργεια ντόπιων ποικιλιών, έχει να μας προσφέρει τα αρώματα και τις γεύσεις των ντόπιων ποικιλιών των λαχανικών που συναντούσαμε παλιά......(για τη συνέχεια)
Τα προϊόντα αυτής της καλλιέργειας έχουν υψηλή διατροφική αξία, είναι πλούσια σε ιχνοστοιχεία και μέταλλα, ενώ παράγονται απολύτως βιολογικά, με μηδενική χρήση σε φυτοφάρμακα, λιπάσματα, ενέργεια και νερό. Για να δημιουργήσουμε ένα περιβόλι με αυτόν τον τρόπο, υπάρχουν κάποια βασικά βήματα που πρέπει να ακολουθηθούν και μερικές καθοριστικές συμβουλές, όπως είναι η επιλογή της τοποθεσίας, οι ενδεικνυόμενες ποικιλίες, η διαδικασία της σποράς και η φύτευση των φυταρίων, αλλά και η κατάλληλη προετοιμασία του εδάφους (πηγή: σταχυολόγηση από  το http://perka.org/el/content/%CE%AC%CE%BD%CF%85%CE%B4%CF%81%CE%B7-%CE%BA%CE%B1%CE%BB%CE%BB%CE%B9%CE%AD%CF%81%CE%B3%CE%B5%CE%B9%CE%B1-%CE%BA%CE%B7%CF%80%CE%B5%CF%85%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8E%CE%BD).
Ως προς τη τοποθεσία, επιλέγουμε έδαφος γόνιμο, αφράτο και πολύ καλά στραγγιζόμενο. Ενισχύουμε το έδαφος με χωνεμένη κοπριά, για καλύτερη γονιμότητα. Αποφεύγουμε πλαγιές με κλίσεις ή αμμουδερά εδάφη, διότι δεν συγκρατούν νερό. Εκεί όπου θα δημιουργήσουμε μποστάνι, δεν φυτεύουμε μεγάλα δέντρα διότι απορροφούν μεγάλες ποσότητες νερού. Δημιουργούμε ανεμοφράκτη από καλάμια ή σπέρνουμε καλαμπόκι ή ηλίανθο στην πλευρά από την οποία φυσούν οι επικρατούντες άνεμοι.
Ως προς τις ποικιλίες τα φυτά που μπορούν να καλλιεργηθούν χωρίς πότισμα με τη μορφή σπόρων είναι τα φασολάκια, τα ρεβίθια, οι μπάμιες, τα καλαμπόκια, το πεπόνι, το καρπούζι, το κολοκύθι, το αγγούρι και η ντομάτα. Με τη μορφή μικρών φυταρίων φυτεύονται η πιπεριά και η μελιτζάνα. Τα φυτάρια πλεονεκτούν έναντι των σπόρων στο ότι είναι μεγαλωμένα για τις πρώτες 20-30 ημέρες από την ημερομηνία σποράς τους σε κανονικά αρδευόμενο περιβάλλον, άρα έχουν κερδίσει μια ποσότητα υγρασίας για να μεγαλώσουν, που δεν θα την έβρισκαν στις ξερικές συνθήκες του άνυδρου κήπου. Οι ποικιλίες που έχουν δοκιμαστεί σε άνυδρη καλλιέργεια είναι κυρίως ντόπιες, γιατί είναι προσαρμοσμένες στις ιδιαίτερες συνθήκες της κάθε περιοχής και ανθεκτικές σε αντίξοες συνθήκες, όπως η έλλειψη νερού. Κάθε περιοχή έχει τις δικές της ιδιαίτερες ποικιλίες, που άλλες είναι πιο γνωστές και άλλες πιο σπάνιες. Για παράδειγμα, για τα Φασολάκια στην περιοχή του Δύστου Ευβοίας έχουν την ποικιλία του αμπελοφάσουλου ή μαυρομάτικο, το κόκκινο ή το άσπρο. Για το αγγούρι, τTο ξυλάγγουρο (που γίνεται από το άγουρο πεπόνι το στρογγυλό), το ατζούρι (το κοντό), το αγγούρι Φολεγάνδρου. Για την ντομάτα, το λιαστό ντοματάκι Σαντορίνης (ή «ξερικό» ), η Συριανή ξερική, η ποικιλία της Βραυρώνας και η ψωμοτομάτα. *Για την πιπεριά, η καυτερή πιπεριά, η στρογγυλή πιπεριά και η ποικιλία «κέρατο». Για το καρπούζι, το μικρό στρογγυλό, το καρπούζι της «καλουριάς» από την Πάρο ή το άνυδρο καρπούζι της Ικαριάς. Για το πεπόνι, η ποικιλία Mπουλκέικο, το αργίτικο της Πάρου, ο «κριθαρίτης» (το μακρόστενο το κόκκινο και το μοσχάτο της Πάρου). Για το καλαμπόκι, το λευκό και το κόκκινο από το Βόρειο Αιγαίο. Για το φασόλι, τα «μπαρμπούνια», τα αμπελοφάσουλα και αυτά με το κόκκινο (ανάλογα την περιοχή) και το «μπορλότο» (τα μπαρμπούνια με πιτσιλιές της Πάρου). Για το κολοκύθι , το κολοκυθάκι «κομποκολόκυθο», η μεγάλη κολοκύθα από τα Κύθηρα, η γλυκοκολοκύθα και το πράσινο κολοκυθάκι. Για τη μελιτζάνα H αργίτικη και η λευκή μελιτζάνα της Τήνου. Άλλες ποικιλίες που γίνονται άνυδρες είναι η πατάτα, το κρεμμύδι, το σκόρδο, το ρεβίθι, η μπάμια, η φάβα αλλά και πολλά ακόμη κηπευτικά τα οποία είναι ιδιαίτερα της κάθε περιοχής. Ειδικά στη Σαντορίνη, ένα από τα πλέον άνυδρα αιγαιοπελαγίτικα νησιά, έχουν καθιερωθεί οι καλλιέργειες με το άνυδρο ή ξερικό ντοματάκι, τη φάβα, το κριθάρι, το αμπέλι και άλλα όπως η άσπρη μελιτζάνα και το κατσούνι (μικρό αγγούρι που αν δεν κοπεί εγκαίρως, αποκτάει γεύση πεπονιού).
Ως προς τη σπορά και τη φύτευση, οι σπόροι που θα χρησιμοποιηθούν θα πρέπει να είναι από ντόπιες ποικιλίες. Συνήθως παίρνουμε σπόρο από τους πρώτους καρπούς, στο χαμηλότερο σημείο του φυτού, και αφού τους αφήσουμε πάνω στο φυτό μέχρι να υπερωριμάσουν. Αφήνουμε τους σπόρους να ξεχειμωνιάσουν σε σκοτεινό και στεγνό χώρο. Τα φυτάρια που θα πάρουμε από το εμπόριο είναι πολύ ευαίσθητα στην άνυδρη καλλιέργεια, γι’ αυτό χρειάζονται σκληραγώγηση. Όσο πιο κοντόχοντρα φυτάρια διαλέξουμε, τόσο πιο ανθεκτικά θα είναι στην έλλειψη νερού. Επίσης, αν βρούμε φυτάρια σε στενόμακρο (βαθύ) κυπελλάκι – που σημαίνει ότι έχουν δημιουργήσει μακριά ρίζα, η οποία θα πάει βαθιά για να βρει την υγρασία που χρειάζεται το φυτό –, έχουμε μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας. Τέλος, θα πρέπει να ξεκινήσουμε τη σκληραγώγηση των φυτών, μειώνοντας σταδιακά τα ποτίσματα, προτού τα φυτέψουμε στο μποστάνι. Φυτεύουμε το απόγευμα λίγο πριν από τη δύση του ηλίου, ώστε να μην περάσουν το μεταφυτευτικό τους σοκ με την έντονη ακτινοβολία του ήλιου όλης της ημέρας. Δεν φυτεύουμε όταν έχει δυνατό αέρα. Ανοίγουμε ένα βαθύ λάκκο, 30-40 εκ., και τοποθετούμε το περισσευούμενο χώμα σαν λοφάκι έξω από τον λάκκο, από την πλευρά της Δύσης, για να προφυλάσσει τα φυτά από τον έντονο δυτικό ήλιο. Ο σπόρος θα φυτευτεί στον πυθμένα του λάκκου και το ύψος των πλαϊνών του θα προστατεύει το μικρό φυτάριο από τους ανέμους και τον ήλιο μέχρι να μεγαλώσει και να δυναμώσει. Φυτεύουμε το σπόρο σε βάθος 2-4 εκ. και μετά συμπιέζουμε το χώμα τριγύρω. Αν πρόκειται για φυτάριο, συμπιέζουμε ώστε να έρθει σε επαφή το χώμα με το ριζικό του σύστημα.
Για τις καλλιεργητικές  φροντίδες, μόλις τα φυτά σας φτάσουν τα 10-12 πρώτα εκατοστά, αρχίζουμε τις εξής σημαντικές εργασίες: Kαθαρίζουμε την επιφανειακή ξερή στρώση χώματος και σπάμε τους σβώλους. Σκαλίζουμε γύρω από το φυτό μέσα στον λάκκο και προσθέτουμε νέο χώμα, το οποίο θα πάρουμε από τον εξωτερικό λοφίσκο, αφού πρώτα αφαιρέσουμε την ξερή κρούστα γύρω του για να μείνει το φρέσκο χώμα. Συμπιέζουμε το χώμα του λάκκου για να παγιδεύσουμε την υγρασία μέσα στους πόρους του εδάφους, με μεγάλη προσοχή, ώστε να μη σπάσουμε το φυτό. Ξεριζώνουμε τα ζιζάνια (τα άγρια χόρτα) που βγαίνουν τριγύρω και τα απλώνουμε γύρω από τα λαχανικά ώστε να κρατιέται η υγρασία στο χώμα, εμποδίζοντας την εξάτμιση. Αν δεν βγαίνουν χόρτα, μπορούμε να σκεπάσουμε το χώμα γύρω από τα φυτά με άχυρο. Όταν φανούν οι πρώτοι καρποί, μαζεύουμε άγριους θάμνους, π.χ. σχίνα, άγρια χόρτα κτλ., και φτιάχνουμε ένα στρώμα στη βάση του φυτού όπου θα «καθήσουν» επάνω του οι καρποί, αποφεύγοντας έτσι την άμεση επαφή με το χώμα και την έντονη έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία.
Σημειώνουν οι ειδικοί ότι αν κάνουμε το σφάλμα και ποτίσουμε έστω και μία φορά το άνυδρο περιβόλι σας, τότε θα κάνουμε περισσότερο κακό παρά καλό στα φυτά σας. Και αυτό γιατί ενώ η ρίζα τους έχει μάθει να πηγαίνει βαθιά για να βρει την απαραίτητη υγρασία, θα αναζητήσει το νερό από τα επιφανειακά στρώματα, όπου ρίξατε νερό, με αποτέλεσμα μόλις εξατμιστεί η ποσότητα του διαθέσιμου νερού να μαραθούν, περιμένοντας να ξαναβρούν νερό σε αυτά τα επίπεδα του εδάφους. Για την προστασία των λαχανικών από ασθένειες και έντομα, φυτεύουμε βασιλικούς. που θα δράσουν εντομοαπωθητικά για πολλούς εχθρούς των φυτών μας. Αξίζει να θυμηθούμε ότι το έδαφος που περιέχει οργανικές ουσίες συγκρατεί καλύτερα την υγρασία. Η ζωική κοπριά εισχωρεί στο έδαφος με όργωμα που γίνεται συνήθως στις αρχές Οκτωβρίου σε βάθος 50-60 εκ. Φυτεύουμε το φυτό στο κέντρο του λάκκου, πατάμε το χώμα για να κλείσουν τα κενά αέρος και συμπληρώνουμε φρέσκο χώμα από τα πλάγια (πηγή: Β.Αβδελλάς, γεωπόνος).
Να πως μπορούμε να έχουμε κάθε είδους λαχανικά σε άνυδρες περιοχές (Πηγή: AAM Terra Nuova): Διαλέγουμε ένα κομμάτι γη όσης εκτάσεως θέλουμε και το σκάβουμε σε βάθος 35 εκατοστά ή και μισού μέτρου, το χώμα δε που σκάψαμε το αφαιρούμε. Παίρνουμε μετά κεραμίδια και τα στρώνουμε στο σκαμμένο μέρος, από πάνω δε βάνουμε χώμα καθαρό, κοσκινισμένο μαζί με πολύ ξερή κοπριά και έτσι φυτεύουμε ή σπέρνουμε τα λάχανα. Μερικοί αντί για κεραμίδια, αφού σκάψουν το μέρος που διάλεξαν, το ισάζουν και το στρώνουν με αλυσίβα, όπως του λάλους και κατόπιν βάνουν το χώμα και την κοπριά και καλλιεργούν τον κήπο. Είτε όμως κεραμίδια χρησιμοποιήσουμε είτε αλυσίβα πρέπει να προσέξουμε και τους τοίχους που είναι γύρω στο σκαμμένο μέρος και να τους ασφαλίζουμε επίσης με αλυσίβα ή με κεραμίδια για να μη χύνεται από κανένα μέρος το νερό που βάζουμε για να ποτίσουμε το λαχανόκηπο.
Όταν γίνουν όλα αυτά καλλιεργούμε τον κήπο ακριβώς όπως τον καλλιεργούμε και στα υγρά μέρη, δηλαδή το χειμώνα αρκούμαστε στο βρόχινο νερό και το καλοκαίρι τον ποτίζουμε. Δεν έχει πολύ ανάγκη από νερό, γιατί η υγρασία που πήρε όλο το χειμώνα διατηρείτε με τα μέτρα που λάβαμε και δεν πηγαίνει στα γειτονικά χωράφια. Μερικοί όταν δεν έχουν πολύ νερό φτιάχνουν 2 κήπους. Έναν χειμωνιάτικο που τον ποτίζουν οι βροχές και άλλο καλοκαιρινό κήπο, σε πολύ σκιερό και βορεινό μέρος
.
O Eλβετός Jean Pain στη δεκαετία του '60 δούλεψε ως φύλακας μιας φάρμας, η οποία είχε και ένα μεγάλο κομμάτι δάσους. Εφαρμόζοντας τις παλιές μεθόδους διαχείρισης των δασών, έφερε να βοσκήσουν στο δάσος, γουρούνια, πρόβατα, αλλά κυρίως κατσίκια - το κατσικίσιο τυρί που παρήγαγε έγινε διάσημο στην περιοχή του. Το φθινόπωρο, αφού καθάριζε το δάσος από τη θυσανώδη και τη θαμνώδη βλάστηση, χρησιμοποιούσε τα ξερά κλαδιά όπως έκαναν παλαιότερα και οι χωρικοί, δηλαδή ξύλα για τις σόμπες, για τους φούρνους, αλλά το μεγαλύτερο μέρος το έκαιγε επί τόπου στο χωράφι. Μια μέρα, όμως, διαβάζοντας κάποια παλαιά κείμενα που βρήκε στο αρχοντικό της φάρμας, έμαθε για το «humus vivus», αυτό που σήμερα ονομάζουμε κομπόστ. Υλικό που κάποιοι «παλιοί σοφοί» παρασκεύαζαν από τα «σκουπίδια» του δάσους. Με αυτήν την έρευνα -την κατασκευή και τη χρήση του humus- αφιέρωσε και την υπόλοιπη ζωή του. Το μυστικό για την παραγωγή φυτών ντομάτας, ύψους 2,5 μέτρων, χωρίς την ανάγκη νερού ήταν ακριβώς το «humus vivus». Για να αποδείξει τα αποτελέσματα των ερευνών του ο Jean Pain αποφάσισε να κάνει ένα μικρό οικογενειακό λαχανόκηπο 100 τ.μ. Επέλεξε, λοιπόν, ένα αγροτεμάχιο φτωχότατο σε θρεπτικά συστατικά, το οποίο βρισκόταν 10 μέτρα από την κορυφή ενός πετρώδους λόφου και σε υψόμετρο 410. Hταν ένα χωράφι πετρώδες, με υπέδαφος αμμώδες και με υδροφόρο ορίζοντα στα 95 μέτρα βάθος. Είχε νότιο προσανατολισμό και βρισκόταν στην περιοχή της Provenza (Ν. Γαλλία), που χαρακτηρίζεται από ξηρά καλοκαίρια και με μια μέση θερμοκρασία 35ο C υπό σκιάν. Ο λαχανόκηπος περιμετρικά, αλλά και από πάνω, καλύφθηκε από συρμάτινη σήτα για προστασία από ζώα και πουλιά. Το Μάιο, στην πάνω σήτα τοποθέτησε χλωρά κλαδιά από πεύκα για να δημιουργήσει την απαραίτητη σκίαση για να μπορέσουν να ριζοβολήσουν ευκολότερα τα νεαρά φυτά πριν από τις ζέστες του καλοκαιριού. Σύμφωνα με τις παρατηρήσεις του Jean Pain, η σκίαση του λαχανόκηπου ήταν απαραίτητη επειδή τα φυτά ποτίστηκαν κατά τη στιγμή της μεταφύτευσης και στη συνέχεια μόνο άλλη μια φορά έπειτα από κάποιες μέρες. Το έδαφος του λαχανόκηπου τον χειμώνα ήταν καλυμμένο από ένα στρώμα οργανικής ουσίας τακτοποιημένο σε παρτέρια πλάτους 1,20 μέτρων, χωρισμένα μεταξύ τους από μονοπάτια στα οποία είχε τοποθετήσει μακριές ξύλινες τάβλες για να περπατάει χωρίς να συμπιέζει το έδαφος. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι όλη η επιφάνεια του αγροτεμαχίου, παρτέρια και μονοπάτια ήταν καλυμμένη από ένα στρώμα οργανικής ουσίας. Οι δε γραμμές φύτευσης δεν ήταν πάνω σε σαμάρια, όπως στη Β. Ευρώπη -που είναι λογικό για να έχουμε απορροή του περίσσιου νερού- αλλά το αντίθετο, σε αυλάκια για να έχουμε όσο το δυνατόν περισσότερη υγρασία και να μειώσουμε στο ελάχιστο τις απώλειές της από την εξάτμιση. Ξεκίνησε λοιπόν το Νοέμβριο με την σπορά της σαλάτας. Aυτή ήταν και η πρώτη καλλιέργεια. Στο τέλος του Φεβρουαρίου - αρχές Μαρτίου προχώρησε στη δεύτερη καλλιέργεια, φυτεύοντας μπιζέλια, τα οποία μετά 2 μήνες τα συγκόμισε. Eφτασε έτσι στη στιγμή της τρίτης καλλιέργειας και της πιο σημαντικής. Είναι η στιγμή της ανανέωσης της κάλυψης του εδάφους με νέα οργανική ουσία, που θα δώσει τα θρεπτικά συστατικά και την προστασία που χρειαζόμαστε. Ξεκίνησε, λοιπόν, με μια ομοιόμορφη επικάλυψη του εδάφους από 7 cm κομπόστ. Πάνω από το κομπόστ τοποθέτησε ένα στρώμα 10 cm από χονδροειδές οργανικό υλικό για εδαφοκάλυψη (ροκανίδι από το κόψιμο των ξύλων, άχυρα, φύλλα κ.λπ.). Αυτά τα δύο υλικά δημιούργησαν και το κάλυμμα από οργανική ουσία των παρτεριών. Αρχές Μαΐου ξεκίνησε τις μεταφυτεύσεις, π.χ. πήρε ένα φυτό μελιτζάνας -που το είχε φυτέψει το Φεβρουάριο στο σπορείο- και το μεταφύτευσε στο έδαφος δημιουργώντας ένα χώρο στο κόμποστ που είχε ήδη στρώσει. Μια βασική αρχή είναι να μη μένει ποτέ το κομπόστ ακάλυπτο και εκτεθειμένο στο φως, έτσι έπειτα από κάθε μεταφύτευση θα πρέπει να το σκεπάζετε με το υλικό εδαφοκάλυψης. Το υλικό της εδαφοκάλυψης, οποιαδήποτε και αν είναι η σύνθεσή του, όχι μόνο δεν επιτρέπει στο κομπόστ να χάσει την υγρασία του, αλλά κατά τη διάρκεια των ζεστών ωρών της ημέρας, δημιουργεί ένα στρώμα υγρασίας από πάνω του και βοηθάει στην αποδόμηση της οργανικής ουσίας. Ακολουθώντας τα παραπάνω, ήδη στα τέλη του Αυγούστου είχε απίστευτα αποτελέσματα. Οι ντομάτες έφθασαν τα 1,80 μ. ύψος, με μια καταπληκτική ανάπτυξη. Η παραγωγή καρπών αυτήν την περίοδο έφθασε τα 6 κιλά ανά φυτό. Τα φασόλια είχαν ξεπεράσει τα 2 μ. ύψος. Τέσσερις εβδομάδες αργότερα, μπόρεσε να κάνει μιαν επαλήθευση της συγκομιδής. Μέση ανάπτυξη των φυτών της μελιτζάνας 1,20 μ., μέση παραγωγή 5 κιλά/φυτό και το σημαντικότερο, λόγω της ανεπτυγμένης ανθοφορίας και καρποφορίας ήταν σίγουρη η παραγωγή μέχρι και τα πρώτα κρύα του Νοέμβρη. Η τελευταία βροχή έπεσε στις 27 Ιουνίου. Στις 27 Σεπτεμβρίου, που έκανε τον απολογισμό, είχαν περάσει 87 ημέρες χωρίς νερό και τα φυτά συνέχισαν να αναπτύσσονται και να παράγουν.
Στις διάφορες περιοχές του κόσμου με μεσογειακό κλίμα (π.χ. Χιλή, Αυστραλία, Νότια Αφρική) υπάρχουν χιλιάδες γηγενή φυτά που έχουν προσαρμοστεί στις συνθήκες της καλοκαιρινής ξηρασίας και ανομβρίας. Τα μεσογειακά φυτά αντιστέκονται στην καλοκαιρινή ξηρασία γιατί η περίοδος ανάπτυξής τους είναι το φθινόπωρο, ο χειμώνας και η άνοιξη, εποχές κατά τις οποίες μπορούν να βασιστούν στη συνηθισμένη τότε βροχόπτωση. Το καλοκαίρι παύουν να αναπτύσσονται. Πολλά από αυτά έχουν σκληρά, δερματώδη, γυαλιστερά, χνουδωτά ή ασημιά ή μικρά φυλλώματα και μικρά στόματα που τα βοηθούν να περιοριστεί η απώλεια νερού από τα φύλλα. Δηλαδή, με φυσικές διαδικασίες και μορφολογικά χαρακτηριστικά εξοικονομούν νερό. Η ποικιλία φυλλωμάτων και δομής δίνει σε πολλά μεσογειακά φυτά ενδιαφέρουσα εμφάνιση ακόμα και όταν δεν είναι ανθισμένα Τα καλοκαίρια στην Ελλάδα, κυρίως στα νησιά και στις παραθαλάσσιες περιοχές, είναι ξηρά, θερμά, πολλές φορές συνοδεύονται από δυνατούς ζεστούς ανέμους και υψηλά ποσά αλατότητας, τόσο στην ατμόσφαιρα- υδροσταγονίδια της θάλασσας- στο έδαφος και στο νερό με το οποίο ποτίζουμε. Κάτω από αυτές τις συνθήκες μπορούμε  να δημιοουργήσουμε ενός ‘’Μεσογειακού κήπου΄΄, εξίσου πλούσιου σε χρώματα και ευωδιές όλο το χρόνο, απόλυτα εναρμονισμένου με το ευρύτερο μεσογειακό περιβάλλον, προσαρμοσμένου στα ξηρά καλοκαίρια και με χαμηλές ή και ελάχιστες-αλλά όχι μηδενιές- απαιτήσεις σε νερό. Υπάρχει, μια μεγάλη ποικιλία αρωματικών φυτών, θάμνων, δένδρων και εποχικών φυτών, ελληνικής παραγωγής ή εισαγόμενα, εγκλιματισμένα όμως σε ξηροθερμικές συνθήκες. Αν τα επιλέξετε, θα τα δείτε να αναπτύσσονται το φθινόπωρο, το χειμώνα ή την άνοιξη υποβοηθούμενα από τις βροχές, ενώ το καλοκαίρι σταματούν οποιαδήποτε ανάπτυξη. Αυτά τα φυτά, συνήθως μπορεί να ξεραθούν αν ποτιστούν ή απλά επιβιώνουν -αλλά με βραχύτερο κύκλο ζωής απ' ό,τι θα είχαν απότιστα -, ενώ μια πληθώρα άλλων ξηροθερμικών φυτών, θα δεχτούν το πότισμα χωρίς βλαβερές συνέπειες. Κάποια άλλα πάλι μπορεί να πέσουν σε ‘’θερινή νάρκη’’ και με τη διακοπή του ποτίσματος χάνουν όλα τους τα φύλλα, ενώ το φθινόπωρο θα ξαναζωντανέψουν.
Κατά τους ειδικούς και μη ‘’ο άνυδρος κήπος κατά την αρχική του εγκατάσταση και κατά τη διάρκεια των πρώτων καλοκαιριών θα χρειαστεί ένα βαθύ πότισμα (πολύ νερό σε αραιά χρονικά διαστήματα) περίπου μια φορά το μήνα. Ποτίζοντας αραιά και με μεγάλη ποσότητα αναγκάζετε τις ρίζες να εισχωρήσουν στο έδαφος και να γίνουν ακόμα πιο ανθεκτικές στην ξηρασία. Γι' αυτό δημιουργήστε μεγάλες λεκάνες γύρω από τα φυτά, μεμονωμένες ή κατά ομάδες και αφού τις γεμίσετε με νερό, αφήστε τα φυτά να το απορροφήσουν αργά-αργά’’.
Καθώς οι αλλαγές στο κλίμα θα φέρουν ακόμα ξηρότερα και θερμότερα καλοκαίρια σε ορισμένα μέρη του κόσμου, ολοένα και περισσότερο θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι με στρατηγικές και πολιτικές, ώστε να αντιμετωπιστούν έγκαιρα οι καινούργιες συνθήκες στη ζωή μας, στις συνήθειές μας, στις καλλιέργειές μας, ακόμη και στα φυτά του κήπου ή της βεράντας μας, γιατί το νερό είναι πολύτιμος φυσικός πόρος που πιθανότατα θα σπανίζει. (πηγές: http://geografia.fcsh.unl.pt/lucinda/booklets/C4_Booklet_Final_GR.pdf, http://www.ftiaxno.gr/2008/04/blog-post_15.html, http://www.sigmalive.com/simerini/news/local/130281, href='http://www1.sigmalive.com/openx/www/delivery/ck.php?n=a12fcc35&amp;cb=807939141' target='_blank'><img src='http://www1.sigmalive.com/openx/www/delivery/avw.php?zoneid=111&amp;cb=807939141&amp;n=a12fcc35' border='0' alt='' /></a>, http://www.kathimerini.gr/4Dcgi/4dcgi/_w_articles_kathcommon_1_15/01/2005_1283686 ).
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...