Από το Ιερό του Ιππίου Ποσειδώνα, αρχαία Μαντίνεια |
(Πηγή: σταχυολόγηση από: Η. Μαριολάκος και Ι. Φουντούλης, ‘’Υδρο-Γεω-Πολιτιστική Εκδρομή: Στα βήματα του Ποσειδώνα και του Ηρακλή, στο δρόμο για την Ολυμπία, 4th International Water Symposium, 2002, http://www.kpestylidas.gr/guide/Guide.htm). Κατά τα πρώτα στάδια της ανθρώπινης κοινωνίας, η εξάρτηση του ανθρώπου από την φύση ήταν πιο άμεση, και έντονα φυσικά φαινόμενα όπως πλημμύρες, σεισμοί, καταιγίδες, ηφαιστειακές εκρήξεις κτλ, που έπαιξαν ένα πιο σημαντικό ρόλο στη ζωή του ανθρώπου ερμηνεύτηκαν ως θεϊκές και συνδέθηκαν με τους θεούς, ημίθεους η με ανθρώπους που είχαν υπερφυσικές δυνάμεις. Αυτά τα γεωλογικά φαινόμενα, που αναγνωρίζονται σήμερα σε αρχαίους μύθους και συνδέονται κυρίως με τη χρονική περίοδο του Ολοκαίνου (10000 χρόνια πριν από σήμερα), μπορούν και πρέπει να αναδειχθούν σε μια ειδική κατηγορία γεωτόπων, τους γεωμυθολογικούς.
Στην Ελλάδα, υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός γεωμυθολογικών γεωτόπων, οι οποίοι, μετά τον εντοπισμό τους, θα πρέπει να διατηρηθούν και να αναδειχθούν. Κάποιοι από αυτούς, είναι μοναδικοί και προκαλούν το διεθνές ενδιαφέρον, σχετικά με το κλίμα και τις παλαιογεωγραφικές αλλαγές του Ολοκαίνου. Οι γεωμυθολογικοί και οι γεω-αρχαιολογικοί γεώτοποι, εκτός από το γεωλογικό ενδιαφέρον, επιπλέον παρουσιάζουν ιστορικό, παλαιο-κλιματολογικό και επιμορφωτικό-εκπαιδευτικό ενδιαφέρον.
Ακολουθώντας τα αρχαία χνάρια από την Αττική προς την Πελοπόννησο είναι ενδιαφέρον να δούμε μερικούς από τους γεωμυθολογικούς γεωτόπους μας......(για τη συνέχεια)
Στάση 1η – Παναθηναϊκό Στάδιο. Αρχικά ήταν μία φυσική κοιλότητα του εδάφους ανάμεσα σε δύο παραϊλίσια υψώματα, τους λόφους ΄Αγρα και Αρδηττό. Διευθετήθηκε ως Στάδιο από τον Λυκούργο το 330-329 π.Χ. για τους αθλητικούς αγώνες στις εορτές των Μεγάλων Παναθηναίων. Στην τετραετία 140-144 μ.Χ. ο Ηρώδης Αττικός ανακαίνισε το Στάδιο, στη μορφή που η ανασκαφή του 1870 απεκάλυψε. Ήταν πεταλόσχημο, συνολικού μήκους στίβου 204,07μ. και πλάτους 33,35μ. Υπολογίζεται ότι χωρούσε 50.000 θεατές. Είχε κτιστές κλίμακες ανάμεσα στις κερκίδες. Στη σφενδόνη υπήρχε στοά με δωρικούς κίονες, όπως επίσης στοά υπήρχε και στην πρόσοψη. Ο Ηρώδης ανακαίνισε πιθανόν και την γέφυρα του Ιλισού στην είσοδο του Σταδίου. Την έκανε μεγαλύτερη, με τρία τόξα. Ήταν ορατή έως το 1778, τμήμα της δε αποκαλύφθηκε σε ανασκαφή του 1958. Στα Ρωμαϊκά χρόνια μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως αρένα, με προσθήκη ενός ημικυκλικού τοίχου προς Β που αντιστοιχούσε στην σφενδόνη της νότιας πλευράς. Η νεώτερη αναμόρφωση του Σταδίου έγινε από τον Γ. Αβέρωφ στα τέλη του 19ου αιώνα για τους αγώνες της πρώτης Ολυμπιάδας, μετά την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων το 1896. Οι προσπάθειες για την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων στη σύγχρονη εποχή κορυφώθηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα με την αποφασιστική συμβολή του Γάλλου βαρώνου Πιέρ ντε Κουμπερντέν και του Έλληνα Δημητρίου Βικέλα. Οι πρώτοι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες τελέσθηκαν με μεγάλη λαμπρότητα το 1896 στην Αθήνα, στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Η αφή της Ολυμπιακής Φλόγας γίνεται στον βωμό του ναού της Ήρας στην Ολυμπία. Η φλόγα ανάβει με την συγκέντρωση των ηλιακών ακτίνων σε μεταλλικό κάτοπτρο. Η διαδικασία αυτή αποτελεί μέρος ενός σύνθετου τελετουργικού, το οποίο περιλαμβάνει την επίκληση και τον ύμνο στον Απόλλωνα. Η πρωθιέρεια κρατώντας την αναμμένη δάδα εισέρχεται στο στάδιο και στη συνέχεια την παραδίδει στον πρώτο δρομέα, για να ξεκινήσει το μακρύ ταξίδι της έως τα πέρατα της γης.
Στάση 1η – Παναθηναϊκό Στάδιο. Αρχικά ήταν μία φυσική κοιλότητα του εδάφους ανάμεσα σε δύο παραϊλίσια υψώματα, τους λόφους ΄Αγρα και Αρδηττό. Διευθετήθηκε ως Στάδιο από τον Λυκούργο το 330-329 π.Χ. για τους αθλητικούς αγώνες στις εορτές των Μεγάλων Παναθηναίων. Στην τετραετία 140-144 μ.Χ. ο Ηρώδης Αττικός ανακαίνισε το Στάδιο, στη μορφή που η ανασκαφή του 1870 απεκάλυψε. Ήταν πεταλόσχημο, συνολικού μήκους στίβου 204,07μ. και πλάτους 33,35μ. Υπολογίζεται ότι χωρούσε 50.000 θεατές. Είχε κτιστές κλίμακες ανάμεσα στις κερκίδες. Στη σφενδόνη υπήρχε στοά με δωρικούς κίονες, όπως επίσης στοά υπήρχε και στην πρόσοψη. Ο Ηρώδης ανακαίνισε πιθανόν και την γέφυρα του Ιλισού στην είσοδο του Σταδίου. Την έκανε μεγαλύτερη, με τρία τόξα. Ήταν ορατή έως το 1778, τμήμα της δε αποκαλύφθηκε σε ανασκαφή του 1958. Στα Ρωμαϊκά χρόνια μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως αρένα, με προσθήκη ενός ημικυκλικού τοίχου προς Β που αντιστοιχούσε στην σφενδόνη της νότιας πλευράς. Η νεώτερη αναμόρφωση του Σταδίου έγινε από τον Γ. Αβέρωφ στα τέλη του 19ου αιώνα για τους αγώνες της πρώτης Ολυμπιάδας, μετά την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων το 1896. Οι προσπάθειες για την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων στη σύγχρονη εποχή κορυφώθηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα με την αποφασιστική συμβολή του Γάλλου βαρώνου Πιέρ ντε Κουμπερντέν και του Έλληνα Δημητρίου Βικέλα. Οι πρώτοι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες τελέσθηκαν με μεγάλη λαμπρότητα το 1896 στην Αθήνα, στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Η αφή της Ολυμπιακής Φλόγας γίνεται στον βωμό του ναού της Ήρας στην Ολυμπία. Η φλόγα ανάβει με την συγκέντρωση των ηλιακών ακτίνων σε μεταλλικό κάτοπτρο. Η διαδικασία αυτή αποτελεί μέρος ενός σύνθετου τελετουργικού, το οποίο περιλαμβάνει την επίκληση και τον ύμνο στον Απόλλωνα. Η πρωθιέρεια κρατώντας την αναμμένη δάδα εισέρχεται στο στάδιο και στη συνέχεια την παραδίδει στον πρώτο δρομέα, για να ξεκινήσει το μακρύ ταξίδι της έως τα πέρατα της γης.
Στάση 2η – Ποταμός Ιλισός και Πηγή
Καλλιρρόης.
Ο Ιλισός, ο οποίος είναι σήμερα εντελώς καλυμμένος, είναι ένα από τα δυο
σημαντικά ποτάμια του λεκανοπεδίου. Ο άλλος ποταμός είναι ο Κηφισός. Και οι δύο
είναι ποταμοί θεοί. Στις όχθες του Ιλισού υπήρχε μεγάλος αριθμός μνημείων: -Βωμός, ίσως και μικρό ιερό αφιερωμένο
στον άνεμο Βορέα, που είχε κλέψει την Ωρείθυια. -Βωμός των Ιλισιάδων Μουσών. -Κρήνη,
η Καλλιρρόη. -Ιερό της Αρτέμιδος της
Αγροτέρας. - Ιερό Αφιερωμένο στον
Πάνα τον Αχελώο και τις Νύμφες (πριν από το Στάδιο).
Στάση
3η – Ποταμός Ηριδανός και Κεραμικός. Ο Κεραμικός
είναι το σημαντικότερο νεκροταφείο της Αρχαίας Αθήνας. Η ονομασία του
προέρχεται από τον πανάρχαιο συνοικισμό των κεραμέων που είχαν εγκατασταθεί
στις όχθες του ποταμού Ηριδανού. Διαιρέθηκε σε δύο τμήματα, τον "έσω"
και "έξω" Κεραμικό, όταν κατασκευάσθηκε το Θεμιστόκλειο τείχος (5ος
αιώνας π.Χ.). Τα τμήματα αυτά συνδέονταν μεταξύ τους με δύο από τις
σπουδαιότερες πύλες της αρχαίας Αθήνας, το Δίπυλο και την Ιερά Πύλη. Από τις
πύλες αυτές εκκινούσαν δύο δρόμοι, εκατέρωθεν των οποίων αναπτύχθηκε το επίσημο
νεκροταφείο της πόλης, το οποίο χρησιμοποιήθηκε αδιάκοπα από τον 9ο αιώνα π.Χ.
έως και τα υστερορωμαϊκά χρόνια.
Τα σημαντικότερα
μνημεία του αρχαιολογικού χώρου του Κεραμικού είναι: -Tμήμα του
Θεμιστόκλειου τείχους,
που διασχίζει τον Κεραμικό από Β προς Ν (478 π.Χ.). -Το Δίπυλο (478 π.Χ.). Η επισημότερη και μεγαλύτερη Πύλη της
Αθήνας. Διέθετε δύο ανοίγματα που οδηγούσαν σε εσωτερική αυλή με τέσσερις
πύργους στις γωνίες. -Το Πομπείο (τέλη
5ου αι. π.Χ.). Αρχαίο οικοδόμημα που χρησίμευε για τη φύλαξη των αντικειμένων
της πομπής των Παναθηναίων. Πρόκειται για ένα ευρύχωρο οικοδόμημα με περίστυλη
αυλή. -Η Ιερά Πύλη (478 π.Χ.). Είναι
η Πύλη του τείχους από την οποία εκκινούσε η Ιερά Οδός, η οποία κατέληγε στην
Ελευσίνα. Είχε δύο τετράγωνους πύργους και αυλή χωρισμένη σε δύο τμήματα. Το
ένα καταλαμβανόταν από την κοίτη του ποταμού Ηριδανού. -Ο Ταφικός περίβολος με τη στήλη της Ηγησούς (410 π.Χ.). -Το Δημόσιο Σήμα. Έξω από το Δίπυλο
ξεκινούσε το Δημόσιο Σήμα, δηλαδή το Δημόσιο Νεκροταφείο της πόλης. Οι τάφοι
βρίσκονταν στις παρυφές μιας οδού που έξω από τα τείχη είχε πλάτος 40 μ. Μέρος
του αποκαλύφθηκε το 1997 σε ανασκαφή σωστικού χαρακτήρα. -Η Κρήνη (307 - 304 π.Χ.). Αριστερά της εισόδου του Διπύλου
βρισκόταν υπόστυλη κρήνη, ένα οικοδόμημα που τροφοδοτούσε με νερό τους
κατοίκους της πόλης και τους ταξιδιώτες.
Στάση 4η – Ιερά Οδός, Λίμνη Ρειτών,
Παλαιολίμνη Κυχρεία και Σαρωνικός κόλπος. Η Ιερά Οδός συναντάει την κοίτη του
Ελευσινιακού Κηφισού (σημερινού Σαρανταπόταμου), στα ανατολικά κράσπεδα της
σημερινής Ελευσίνας. Εδώ ο αυτοκράτορας Αδριανός, κατασκεύασε τη μεγάλη λίθινη
γέφυρα με διαστάσεις 50 μέτρα μήκος και 5,30 μέτρα πλάτος. Το πλάτος του
ποταμού είναι 30 μέτρα περίπου και γεφυρώνεται από τέσσερα τόξα με διάμετρο των
μεσαίων 6,90 μέτρα και των ακραίων 4,30 μέτρα. Το τμήμα της κοίτης κάτω απ' την
γέφυρα, είναι στρωμένο με μεγάλους ορθογώνιους πωρόλιθους, πάνω στους οποίους
εδράζονται τα βάθρα των τόξων της γέφυρας. Οι τοίχοι της, τα βάθρα και τα τόξα
της, είναι κατασκευασμένα με σκληρούς πωρόλιθους του Πειραιά, που η επεξεργασία
τους είναι τόσο επιμελημένη, ώστε νομίσθηκε κατ' αρχήν ότι ήταν έργο ελληνιστικών
χρόνων. Η χρησιμοποίηση όμως ασβέστη, το σχήμα των συνδέσμων και οι λατινικοί
αριθμοί, χρονολογούν τη γέφυρα στους ρωμαϊκούς χρόνους και μάλιστα στους
χρόνους του Αδριανού. Προς τις ενδείξεις αυτές συμφωνούν και οι μαρτυρίες των
αρχαίων συγγραφέων, που μας πληροφορούν, ότι ο Αδριανός όταν ήλθε στην Αθήνα
και μυήθηκε στα Ελευσίνια Μυστήρια, κατασκεύασε και γέφυρα στον Ελευσινιακό
Κηφισό. Επειδή είναι γνωστό, ότι ο Αδριανός μυήθηκε στα Μυστήρια μεταξύ των
ετών 124-125 μ.Χ., τότε πρέπει να τοποθετηθεί και η κατασκευή της γέφυρας. Ο
Παυσανίας επισκέφθηκε την Ελευσίνα 25 χρόνια μετά την πολύμηνη παραμονή του
Αδριανού στην Αθηνά και ίσως έμαθε, πως αφορμή στην κατασκευή της γέφυρας,
έδωσε μια πλημμύρα του Κηφισού το φθινόπωρο του 125 μ.Χ. Η πληροφορία αυτή,
έκανε τον Παυσανία να χαρακτηρίσει το Ελευσινιακό ποτάμι, ως
"βιαιότερον" του ομώνυμου αθηναϊκού.
Οι Ελευσίνιοι
φαίνεται, πως συχνά υπέφεραν απ' τα νερά του ποταμού, αν κρίνουμε από ένα
χωρίο, του Προς Καλλικλέα λόγου του Δημοσθένη: "σκoπίτ' , ω άνδρες
δικασταί, πόσους υπό των υδάτων εν τοις αγροίς βεβλάφθαι συμβέβηκεν, τα μέν
Ελευσίνι τα δ' εν τοις άλλοις τόποις". Αλλά και σήμερα, εξακολουθεί να
βασανίζει την γύρω περιοχή, με πρόσφατη τη θεομηνία της 27ης Ιανουαρίου 1996,
με ολοκληρωτικές καταστροφές σε βιομηχανίες, κτηνοτροφικές μονάδες,
καλλιέργειες, κατοικίες αλλά και ανθρώπινα θύματα (ένα ανδρόγυνο, εγκλωβίστηκε
απ' τα πλημμυρικά νερά στα ανάντη του ποταμού). Σημειωτέον, ότι η υδρολογική
λεκάνη του σημερινού Σαρανταπόταμου, εκτείνεται απ' τις ανατολικές έως
νοτιοανατολικές παρυφές του όρους Πατέρα, τις νότιες του Κιθαιρώνα και της
Πάστρας, έως τις δυτικές του όρους Πάρνηθα, οριοθετώντας μια έκταση της τάξης
των 253 km².
Λίμνη Ρειτών. Πρόκειται για δύο λιμνοθάλασσες, οι
οποίες ήταν αφιερωμένες στις θεές της Ελευσίνας, η "προς το άστυ"
στην Κόρη και η βορειότερη στη Δήμητρα (κατά τον Ησύχιο). Σήμερα διατηρείται η
"προς το άστυ" (η σημερινή λίμνη Κουμουνδούρου), ενώ τα νερά της
δεύτερης λίμνης διοχετεύονταν στη θάλασσα με όρυγμα. Παρά ταύτα, ένα μέρος των
νερών σχηματίζει και σήμερα βάλτο μεταξύ των εγκαταστάσεων του διυλιστηρίου και
του μικρού υψώματος που χωρίζει τις δύο λίμνες. Στις λίμνες είχαν δικαίωμα να
ψαρεύουν μόνο οι ιερείς της θεάς. Ο Παυσανίας χαρακτηρίζει το νερό που πηγάζει
θαλασσινό και αναφέρει ότι "θα μπορούσε κανείς να πιστέψει, πως από τον
Εύριπο της Χαλκίδας ρέουν κάτω απ' το έδαφος και χύνονται σε μια θάλασσα
χαμηλότερη" (αυτή
της Ελευσίνας μέσω των Ρειτών). Στην πραγματικότητα ήταν ρέματα που σχηματίζονταν
από πολλές πήγες σε δύο γειτονικές θέσεις των δυτικών υπωρειών του Αιγάλεω και
χύνονταν στον κόλπο της Ελευσίνας. Το αλμυρό νερό οφείλεται στη γειτνίαση με τη
θάλασσα. Επειδή οι πήγες και στις δύο θέσεις βρίσκονται σε ταπεινώσεις του
εδάφους (ενώ χωρίζονται μεταξύ τους από πετρώδες λοφίσκο), ήδη στην αρχαιότητα
φαίνεται πως σχηματίστηκαν σ' αυτά λίμνες με φράγματα τεχνητά προς τη μεριά της
θάλασσας, οι οποίες εκροές απ' τα φράγματα σχημάτιζαν "τα ρεύματα
ποταμών", που είδε ο Παυσανίας. σ' όλα τα ιερά που βρίσκονταν κατά μήκος
της Ιεράς Οδού. Πρώτη στάση γινόταν στο Δαφνί , στο ιερό του Δαφνείου Απόλλωνα,
έπειτα στο ιερό της Αφροδίτης και τέλος στους Ρειτούς, τις λίμνες που ήταν
αφιερωμένες στις θεές. Όταν έφθαναν στους Ρειτούς, τα μέλη του γένους των
Κροκωνιδών έδεναν με μάλλινη κίτρινη κλωστή το αριστερό πόδι και το δεξί χέρι
του κάθε μύστη, γιατί πίστευαν ότι μ' αυτόν τον τρόπο εξαφανίζεται κάθε μίασμα.
Οι παλαιοί μύστες, στις ΙΕ του μηνός Βοηδρομιώνος (25 Αυγούστου), έμεναν στην
Αθήνα, ενώ εκείνοι που έπρεπε να μυηθούν πήγαιναν στην Ελευσίνα, θυσίαζαν,
έπιναν τον κυκεώνα (κατά
μίμηση της Δήμητρας)
και προϋπαντούσαν μαζί με τους Ελευσίνιους στην περιοχή των Ρειτών τους
παλαιούς μύστες και προσκυνητές. Μετά από σύντομη διαδρομή (με κατεύθυνση
προς Αθήνα),
την 19η του μηνός επέστρεφαν όλοι μαζί πλέον, ακολουθώντας την Ιερά Οδό με
κατεύθυνση προς Ελευσίνα, αυτή τη φορά, για να αναπέμψουν ύμνους.
Παλαιολίμνη Κυχρεία και Σαρωνικός κόλπος. Όπως είναι
γνωστό, ολόκληρος ο Ελλαδικός χώρος υπάγεται σ΄ αυτό που, από γεωτεκτονική
άποψη, αποκαλείται Ελληνικό τόξο. Ο Ελλαδικός χώρος, με την ευρεία γεωγραφική
έννοια του όρου, έχει μια σύνθετη γεωλογικο-τεκτονική δομή και εξέλιξη, που
αρχίζει πριν από 250 εκατομμύρια χρόνια περίπου, όταν άρχισε να δημιουργείται
ένας νέος, για την εποχή εκείνη, ωκεανός που τον έχουν ονομάσει Τηθύ. Όλα
σχεδόν τα πετρώματα που βλέπουμε στους ορεινούς όγκους έχουν αποτεθεί ως
ιζήματα ή έχουν εκχυθεί ως ηφαιστειακά σ’ αυτόν τον ωκεανό της Τηθύος, όπως για
παράδειγμα τα πετρώματα στον Όλυμπο, στην Πίνδο, στον Ταΰγετο, στον Παρνασσό
κλπ. πολύ προτού δημιουργηθεί ο Ατλαντικός ωκεανός.
Σ’ αυτό το
τεράστιο σε διάρκεια χρονικό διάστημα, σχεδόν όλα έχουν αλλάξει στην επιφάνεια
του πλανήτη. Όλες αυτές οι αλλαγές συνδέονται κυρίως με τις μετατοπίσεις των
λιθοσφαιρικών πλακών, που στην περίπτωση της Ελλάδας βαθμιαία οδήγησαν στη
σημερινή δυναμική κατάσταση και την σημερινή γεωμορφολογική εικόνα του
Ελλαδικού χώρου, όπου λόγω της τοξοειδούς διάταξης των νησιών, όπως συμβαίνει
με τα Επτάνησα και την Κρήτη, αλλά και την τοξοειδή διάταξη των ορεινών όγκων
και των ηφαιστείων, καθώς και των άλλων μορφοτεκτονικών δομών, μιλάμε για
Ελληνικό Τόξο. Αυτή η τοξοειδής διάταξη ως μορφοδομή, παρά το γεγονός ότι πολλά
από τα πετρώματα της είναι παλαιά, δεν είναι γεωλογικά πολύ παλιά, αφού άρχισε
να διαμορφώνεται κατά την λεγόμενη νεοτεκτονική περίοδο, που ξεκίνησε πριν 10
εκατομμύρια χρόνια περίπου και η εξέλιξή της συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Αυτά
πάντως που βλέπουμε την σημερινή εποχή στον ευρύτερο Ελλαδικό χώρο είναι
αποτέλεσμα γεωδυναμικών διεργασιών των τελευταίων 2 εκατομ. ετών και ιδιαίτερα
των τελευταίων 700.000-1.000.000 ετών.
Επανερχόμενοι
στην περιοχή του Αργοσαρωνικού, πρέπει να αναφέρουμε ότι από τα
χαρακτηριστικότερα γνωρίσματα της ευρύτερης περιοχής του είναι οι σεισμοί, που
είναι πολύ συχνοί, ιδιαίτερα από το Μ. Πλειστόκαινο (500.000) μέχρι σήμερα.
Εξάλλου, πάρα πολλά ρήγματα διασχίζουν την ευρύτερη περιοχή, ενώ μεγάλες
ρηξιγενείς ζώνες είναι γνωστές, όπως οι ρηξιγενείς ζώνες της Τροιζηνίας, της
Κακιάς Σκάλας, τα πάμπολλα ρήγματα του Ισθμού της Κορίνθου, οι ρηξιγενείς ζώνες
των Γερανείων, των Πισσίων, της Ψάθας, κλπ. Επειδή ο ρηγματικός τεκτονισμός
είναι ενεργός παρατηρούνται συχνές επαναδραστηριοποιήσεις των ενεργών ρηγμάτων.
Πέραν όμως της
επαναδραστηριοποίησης των ρηγμάτων, στον ευρύτερο χώρο των παράκτιων περιοχών
του Σαρωνικού, παρατηρούνται πολύ συχνά και κατακόρυφες κινήσεις φλοιού, όπως
για παράδειγμα καθοδικές στις Κεγχρεές και ανοδικές στην Ποσειδωνία. Πιο
συγκεκριμένα, στις Κεγχρεές, κτίσματα από την αρχαιότητα, αλλά και τους πρώτους
χριστιανικούς χρόνους, βρίσκονται σήμερα κάτω από τη στάθμη της θάλασσας. Στην
Ποσειδωνία, που βρίσκεται στην είσοδο της διώρυγας της Κορίνθου προς την πλευρά
του Κορινθιακού, παρατηρείται τμήμα της Δίολκου, δομικοί λίθοι της οποίας
καλύπτονται από μεταγενέστερα beach rocks, να βρίσκονται σήμερα πάνω από την
στάθμη της θάλασσας. Το 18.000 π.α.σ. οι τότε ακτογραμμές δεν έχουν καμιά σχέση
με τις σημερινές, ούτε από άποψη μορφής ούτε από γεωγραφική θέση. Ο γνωστός μας
Σαρωνικός Κόλπος την εποχή αυτή απλούστατα δεν υπήρχε. Το 18.000 π.α.σ. η
στάθμη της θάλασσας βρισκόταν 125 μ. περίπου χαμηλότερα σε σχέση με την
σημερινή στάθμη.
Την εποχή αυτή
λοιπόν η Πελοπόννησος ήταν ενωμένη με τη Αττική, αφού τα νησιά Αγκίστρι,
Αίγινα, Κυρά, Διάποροι, Λαγούσες, Σαλαμίνα, Φλέβες, το νησί του Πατρόκλου, αλλά
και η Μακρόνησος αποτελούσαν μια ενιαία ξηρά που ήταν ενωμένα με την Αττική. Τα
νησιά του Σαρωνικού αποτελούσαν μια γέφυρα ξηράς, τον Παλαιοϊσθμό της Αίγινας,
αφού ανατολικά αυτής της γέφυρας και της Πελοποννήσου, εκεί που σήμερα
εκτείνεται ο Κόλπος των Κεγχρεών και ο Κόλπος της Επιδαύρου, υπήρχε μια λίμνη,
η Παλαιολίμνη της Τροιζηνίας. Σημειωτέον ότι την εποχή αυτή, ο Κορινθιακός
Κόλπος ήταν κι αυτός λίμνη, ενώ ο Νότιος Ευβοϊκός ήταν μια μεγάλη πεδιάδα που
ένωνε την Ανατολική Αττική με την Νότιο Εύβοια.
Η
Κυχρεία Λίμνη, 18000 χρόνια πριν από σήμερα, στα –125 μέτρα (κόκκινη γραμμή:
σημερινή ακτογραμμή)
Η
Κυχρεία Λίμνη, 12000 χρόνια πριν από σήμερα στα –70 μέτρα (κόκκινη γραμμή:
σημερινή ακτογραμμή)
Η
Κυχρεία Λίμνη, 7000 χρόνια πριν από σήμερα στα –10 μέτρα (κόκκινη γραμμή:
σημερινή ακτογραμμή)
Η
Κυχρεία Λίμνη σήμερα αποτελεί θαλάσσιο χώρο, ως τμήμα του Σαρωνικού κόλπου.
Αφού δεν υπήρχε
ο Σαρωνικός, άρα δεν υπήρχαν ούτε η Αίγινα, ούτε η Σαλαμίνα, ούτε οι Διάποροι
κ.λ.π. Όλα τα σημερινά νησιά του Σαρωνικού συνεπώς δημιουργήθηκαν μετά το
18.000 πριν από σήμερα και φυσικά όχι όλα μαζί. Η διαμόρφωση της σημερινής
μορφής ακτών Σαρωνικού οπότε και αποσπάστηκε η Σαλαμίνα από την Αττική, πρέπει
να έγινε γύρω στο 6.000 π.α.σ., τότε δηλ. που αρχίζει και το κλιματικό optimum
του Ολοκαίνου, που διήρκεσε, σύμφωνα με τις απόψεις των περισσότερων ερευνητών,
μέχρι το 4.000 π.α.σ. περίπου, δηλ. μέχρι το 2.000 π.Χ. Την περίοδο αυτή, τόσο
η μέση θερμοκρασία όσο και οι βροχοπτώσεις πρέπει να ήσαν υψηλότερες από τις
σημερινές.
Ο ευρύτερος
χώρος της Αττικής και του Σαρωνικού Κόλπου συγκεντρώνει ένα μεγάλο τμήμα της
ιστορίας και της μυθολογίας του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Δεν θα ήταν υπερβολή
να λεχθεί ότι είναι μια από τις ιερότερες περιοχές του αρχαιοελληνικού χώρου
και ίσως να μην υπάρχει άλλη περιοχή σ’ ολόκληρο τον πλανήτη όπου να έχουν
δραστηριοποιηθεί τόσοι πολλοί Θεοί και Θεές, τόσοι πολλοί ήρωες. Το γεγονός
αυτό συνδέεται με παλαιοκλιματικές και γεωπεριβαλλοντικές μεταβολές σ’ ολόκληρο
τον Αιγαιακό και Περιαιγαιακό χώρο και στον Σαρωνικό. κλειστών υδρολογικών
λεκανών με αλλαγή της φυσικογεωγραφικής τους λειτουργίας με την μετατροπή τους
αρχικά σε λίμνες και στη συνέχεια σε πυθμένα όρμων ή κόλπων.
Ο προϊστορικός
άνθρωπος έγινε μάρτυρας των συγκλονιστικών αυτών αλλαγών στο περιβάλλον του,
και τις απόδωσε σε διάφορους Θεούς, άλλοτε καταστρεπτικούς και άλλοτε
προστάτες. Όλα αυτά παρακολουθούνται σε διάφορους αρχαίους μύθους. Σκοπός λοιπόν
εδώ είναι ο συσχετισμός ορισμένων μύθων με φυσικογεωγραφικές και γεωλογικές
μεταβολές που συνέβησαν κατά την προϊστορία και η την απόπειρα ερμηνείας τους.
Προσπαθούμε να προσεγγίσουμε τη μυθολογική σχέση της Νύμφης Σαλαμίνας, κόρης
του Ασωπού και της Μετώπης, με τον Θεό Ποσειδώνα σε συσχετισμό με τις
φυσικο-γεωγραφικές αλλαγές του χώρου μεταξύ της νήσου Σαλαμίνας και της
Ελευσίνας κατά τα τελευταία 18.000 χρόνια. Του χώρου δηλαδή που καταλαμβάνεται
σήμερα από τον κόλπο της Ελευσίνας. Εκεί, το 18.000 BP
υπήρχε μια κλειστή υδρολογικά λεκάνη, που δεν είχε επιφανειακή απορροή και που
δεν επικοινωνούσε με την τότε θάλασσα που βρισκόταν περί τα 30 Km μακριά. Τα στοιχεία που έχουμε συγκεντρώσει μέχρι
σήμερα δεν μας επιτρέπουν να πούμε ότι ήταν λίμνη την εποχή αυτή, κάτι που
είναι το πιθανότερο, οπωσδήποτε όμως πρέπει να είχε μετατραπεί σε λίμνη μεταξύ
του 10.000 BP και του 5.000 BP.
Την παλαιολίμνη αυτή την ονομάσαμε «Κυχρεία Λίμνη» προς τιμήν του Κυχρέα γιου
του Ποσειδώνα και της Νύμφης Σαλαμίνας. Η Σαλαμίς και η αδερφή της Αίγινα ήσαν
δύο από τις κόρες του Ασωπού ποταμού, ενός ποταμού που βρίσκεται στην Αίγινα.
Κατά τα
τελευταία 18.000 χρόνια, ήτοι μετά το τέλος της τελευταίας παγετώδους περιόδου,
οι κλιματικές αλλαγές που σημειώθηκαν και που συνδέονται με αύξηση της
θερμοκρασίας και επακόλουθο την τήξη των παγετώνων είχαν σαν αποτέλεσμα την
άνοδο της στάθμης της θάλασσας της τάξης των 125 μέτρων τουλάχιστον. Η άνοδος
της στάθμης της θάλασσας είχε σαν αποτέλεσμα σημαντικές αλλαγές στο φυσικό
περιβάλλον και στη διαμόρφωση των ακτογραμμών και των παράκτιων περιοχών. Η
άνοδος της στάθμης είχε επίσης σαν αποτέλεσμα την κατάκλυση κλειστών υδρολογικών
λεκανών με αλλαγή της φυσικογεωγραφικής τους λειτουργίας με την μετατροπή τους
αρχικά σε λίμνες και στη συνέχεια σε πυθμένα όρμων ή κόλπων.
Στάση 5η – Θριάσιο πεδίο, Ράριον πεδίον
και Ελευσίνα.
Η Ελευσίνα ιδρύεται περί το 2000 π.Χ. στις πλαγιές του λόφου της ακρόπολης και
αναπτύσσεται κατά τη μυκηναϊκή εποχή σε ισχυρά οχυρωμένη πόλη, λόγω της
στρατηγικής της θέσης. Από την ίδια εποχή μαρτυρείται η λατρεία της Δήμητρας,
ως θεάς της φύσης και της βλάστησης των σιτηρών, η οποία συνεχίζεται αδιάκοπα
ως τα ρωμαϊκά χρόνια, με την ανέγερση αλλεπάλληλων ναών, στην ανατολική πλευρά
του λόφου. Στον 8ο αιώνα π.Χ. το Ιερό αποκτά Πανελλήνιο χαρακτήρα. Στα χρόνια
του Σόλωνα τα Ελευσίνια καθιερώνονται ως Αθηναϊκή εορτή. Την εποχή του
Πεισίστρατου, ιερό και πόλη περιβάλλονται από ισχυρό τείχος με πύργους. Στην
κλασική και ρωμαϊκή εποχή ιδρύονται λαμπρά οικοδομήματα. Με την επιβολή του
Χριστιανισμού και την επιδρομή των Οστρογότθων, το Ιερό εγκαταλείπεται. Τα
ευρήματα φυλάσσονται στο Μουσείο Ελευσίνας και το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.
Τα σημαντικότερα
Μνημεία του Αρχαιολογικού Χώρου της Ελευσίνας είναι: - Η Ιερά Αυλή. Χώρος συγκέντρωσης των πιστών, κατάληξη της Ιεράς
οδού, όπου υπήρχε Εσχάρα με βωμούς για θυσίες στις θεές (8ος αιώνας π.Χ. - 2ος
αιώνας μ.Χ.) καθώς και ναός της Προπυλαίας Αρτέμιδος του 2ου αιώνα μ.Χ. -Τα Μικρά και Μεγάλα Προπύλαια. - Το
Τελεστήριο. Μεγάλη τετράγωνη αίθουσα με έξι εισόδους. Στο κέντρο υπήρχε το
ανάκτορο, το άδυτο της Ελευσινιακής λατρείας, όπου έμπαινε μόνο ο Ιεροφάντης.
για την τέλεση των μυστικών ιερουργιών (5ος αιώνα π.Χ. - 2ος αιώνα μ.Χ.). -Οι Θριαμβικές Αψίδες. -Το Καλλίχορον Φρέαρ. Σύμφωνα με τον
Ομηρικό Ύμνο, εδώ κάθισε η Δήμητρα, όταν ήρθε στην Ελευσίνα. Εδώ τελούνταν και
οι χοροί των γυναικών της Ελευσίνας, που αποτελούσαν μέρος των ιεροτελεστιών
προς τιμή της θεάς Δήμητρας (α' μισό 5ου αιώνα π.Χ.). -Το Πλουτώνειο. Ιερός Περίβολος με σπηλιά απ' όπου, σύμφωνα με την
παράδοση, είχε φανεί ο Πλούτων, θεός του Άδη. Εδώ γινόταν αναπαράσταση της
ετήσιας επιστροφής της Περσεφόνης στη γη (β' μισό 6ου αιώνα π.Χ. - 4ος αιώνας
π.Χ. -Το Μυκηναϊκό Μέγαρο. Ναός σε
σχήμα ορθογωνίου παραλληλογράμμου, με δύο κίονες κατά μήκος του κύριου άξονα.
Καλίχορον Φρέαρ. Έτσι ονομάζει ο Παυσανίας το
πηγάδι, που το στόμιο του διατηρείται σε καλή κατάσταση, κοντά στη
βορειοανατολική γωνιά των Μεγάλων Προπυλαίων. Ανακαλύφθηκε το 1892 από το Φίλιο
και είναι κτισμένο με το πολυγωνικό σύστημα. Το άνοιγμα που σώζεται σήμερα
είναι 0,88 μέτρα, ενώ η διάμετρος του δακτυλίου στη βάση του, που σχηματίζεται
από οκτώ λίθους, είναι περίπου 2,85 μέτρα. Το βάθος του φθάνει τα 6 μέτρα.
Τρεις θύρες επέτρεπαν την είσοδο στο φρέαρ, όπου για πρώτη φορά χόρεψαν οι
γυναίκες των Ελευσινίων και έψαλαν προς τιμή της Δήμητρας. Το φρέαρ
χρονολογείται, στο πρώτο μισό του 5ου π.χ. αιώνα και θεωρείται σύγχρονο των Kιμώνειων κατασκευών. Βρισκόταν (πριν χτιστούν τα
Μεγάλα Προπύλαια), στο τέρμα του δρόμου, που ακολουθούσαν απ' την Αθήνα οι
προσκυνητές. Το Καλλίχορον Φρέαρ. Σύμφωνα με τον Ομηρικό Υμνο, εδώ κάθησε η
Δήμητρα, όταν ήρθε στην Ελευσίνα. Εδώ τελούνταν και οι χοροί των γυναικών της
Ελευσίνας, που αποτελούσαν μέρος των ιεροτελεστιών προς τιμή της θεάς Δήμητρας
(α' μισό 5ου αιώνα π.Χ.). Εδώ στο Καλλίχορον φρέαρ, κατέληγε η πομπή την 19η
του μηνός Βοηδρομιώνος, που είχε ξεκινήσει απ' το Δαφνί, με πρώτη στάση στο
ιερό του Δαφνείου Απόλλωνα, δεύτερη στο ιερό της Αφροδίτης, τρίτη στους
Ρειτούς. Στη συνέχεια, στη γέφυρα του Ελευσίνιου Κηφισού οι Ελευσίνιοι
υποδέχονταν τα ιερά και τους μύστες και τέλος αργά τη νύχτα στο φρέαρ της θεάς.
Αναπαριστώντας τον πρώτο χορό των παρθένων, χόρευαν προς τιμή της θεάς,
ψάλλοντας τον ομηρικό και τον ορφικό (κυρίως) ύμνο, υπό τις ευωδιές των
θυμιαμάτων με στύρακα. Έτσι λοιπόν,
περνούσαν την υπόλοιπη νύχτα με ύμνους και χορούς, νοσταλγώντας την επόμενη
μέρα για τον εξαγνισμό τους, με αυστηρή νηστεία που έληγε με τον
"κυκεώνα" (μείγμα κριθάλευρου και νερού ανακατεμένο με καλοτριμμένο
δυόσμο), το ειδικό ποτό των Ελευσίνιων Μυστηρίων.
Ράριον Πεδίον. Το Ράριον πεδίο, αναφέρεται για
πρώτη φορά στον Ομηρικό ύμνο και μάλιστα, ως μαστός της γης ζωοδότης.
Γεωγραφικώς το Ράριον πεδίο, περικλείει την παρά την Ελευσίνα πεδιάδα και
κυρίως το δυτικό τμήμα προς τη Μεγαρίδα. Νεότερες αδημοσίευτες έρευνες, το
τοποθετούν σε βορειοδυτική διεύθυνση του σημερινού αρχαιολογικού χώρου, προς τη
σημερινή πόλη της Μάνδρας, και νοτιοανατολικά του όρους Τρικέρατο (Κέρατα κατά
τον Παυσανία).Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν ο αγρός στον οποίον ο Τριπτόλεμος
έσπειρε πρώτος, σύμφωνα με την υπόδειξη της θεάς Δήμητρας, τον κόκκο του ιερού
σίτου που έδωσε τους πρώτους καρπούς. Το Ράριον πεδίο εθεωρείτο ως "Γη
ιερά", ονομαζόμενη και "οργάς" δηλαδή έκταση γης πολύ καλά
αρδευόμενη και εύφορη, η οποία ήταν αφιερωμένη στη θεά Δήμητρα και περιελάμβανε
αγρούς και δάση.Το ρήμα οργάω σημαίνει είμαι πλήρης υγρών (χυμών), από την
υγρασία επί εδάφους, στην προκειμένη περίπτωση, αρδεύομαι, αφθονώ (είμαι
πλήρης) από καρπούς. Το όνομα έλαβε απ' τον μυθολογικό Ελευσίνιο ήρωα Ραρ,
παππού του Τριπτόλεμου (ή πατέρα σύμφωνα με τον Παυσανία), ο οποίος παρέλαβε
και περιποιήθηκε τη θεά Δήμητρα που έφθασε στην Ελευσίνα, προς αναζήτηση της
κόρης της Περσεφόνης. Η θεά προς εκδήλωση της ευγνωμοσύνης της για τη
φιλοξενία, δίδαξε τον γιο ή εγγονό του Ραρός Τριπτόλεμο τη γεωργία και κυρίως
την καλλιέργεια του σίτου στον αγρό του, που λόγω του επώνυμου ήρωα έλαβε το
όνομα του. Εκεί όπου είχε αλωνιστεί ο πρώτος παραχθείς απ' τη σπορά σίτος, είχε
εγκατασταθεί βωμός, όπου προσέφεραν θυσίες με χονδροαλεσμένους δημητριακούς
καρπούς, οι πανηγυρίζοντες. Στο συγκεκριμένο πεδίο επίσης γινόταν και η τελετή
της "Ιεράς Αρόσεως", που δεν πρόκειται για πραγματική άροση ολόκληρου
του πεδίου, αλλά περί συμβολισμού. Κατά την τελετή αυτή επαναλάμβαναν την
εργασία που είχε κάνει για πρώτη φορά ο Τριπτόλεμος, σύμφωνα με τις οδηγίες της
θεάς και περιελάμβανε τρεις συμβολικούς αρότρους. Οι τρεις αυτοί ιεροί άροτροι,
ήταν οι τρεις γεωργικές εορτές της Αττικής, τελούμενοι σε τρεις διαφορετικές
εποχές (τα τρία αλέτρια), την άνοιξη, το καλοκαίρι και το φθινόπωρο, ο δεύτερος
εκ' των οποίων γινόταν στο Ράριον πεδίο.
Το Ράριον Πεδίον και τα Ελευσίνια Μυστήρια. Την 20η του
μηνός Βοηδρομιώνος (η σημαντικότερη ημέρα των Ελευσίνιων Μυστηρίων), οι
μυσταγωγοί επέβλεπαν για την τήρηση της νηστείας, που έληγε με τον κυκεώνα (το
ειδικό ποτό των Μυστηρίων) στην αρχή της τελετής, όπως άλλωστε και η θεά ήπιε
τον "κυκεώνα" στην αρχή της διαμονής της στην Ελευσίνα. Επίσης
πρόσφεραν ψωμί, τον "πέλανο" δώρο των Ευμολπιδών, από σιτάρι και
κριθάρι που καλλιεργούσαν στο Ράριον πεδίο. Την νύχτα της ίδιας ημέρας,
ακολουθούσε η "τελετή" στο Τελεστήριο. Εξάλλου κατά τη διάρκεια των
εορτών αυτών, διεξάγονταν και αγώνες, γυμναστικοί, ιππικοί και μουσικοί, που οι
αρχαίοι θεωρούσαν αρχαιότερους των Ολυμπιακών. Οι αγώνες μαρτυρούνται με την
προσωνυμία "πάτριος αγών" και οι νικητές είχαν σαν έπαθλο, ένα
ορισμένο αριθμό μερίδων κριθαριού, που προερχόταν απ' το Ράριον πεδίο, όπου
καλλιεργήθηκαν για πρώτη φορά τα δώρα της θεάς απ' τους ανθρώπους.
6η Στάση - Ισθμός Κορίνθου και Ποσειδωνία.
Η
σημαντική θέση της αρχαίας Κορίνθου κατοικήθηκε από τα νεολιθικά χρόνια
(5000-3000 π.Χ.). Η μεγάλη όμως ακμή της αρχίζει από τον 8ο π.Χ. αιώνα και
συνεχίζεται μέχρι την καταστροφή της από τον Ρωμαίο στρατηγό Μόμμιο το 146 π.Χ.
Δείγμα της αποτελεί ο δωρικός ναός του Απόλλωνα που κατασκευάσθηκε το 550 π.Χ.
Η πόλη επανοικίζεται το 44 π.Χ., αναπτύσσεται και πάλι και το 51-52 μ.Χ.
δέχεται την επίσκεψη του Απόστολου Παύλου. Το κέντρο της οργανώνεται νότια του
ναού του Απόλλωνα και περιλαμβάνει καταστήματα, μικρούς ναούς, κρήνες, λουτρό
και άλλα δημόσια κτήρια. Το 267 μ.Χ., με την εισβολή των Ερούλων, αρχίζει η
παρακμή της πόλης, η οποία ωστόσο επιζεί, παρά τις επανειλημμένες καταστροφές
και εισβολές, μέχρι την απελευθέρωσή της από τους Τούρκους το 1822.
Περιορισμένη σε
έκταση και αποτελέσματα έρευνα έγινε κατά τα έτη 1892 και 1906 από τον Α. Σκιά
με δαπάνες της Αρχαιολογικής Εταιρείας. Συστηματικές ανασκαφές στην περιοχή που
συνεχίζονται έως σήμερα, άρχισαν το 1896 από την Αμερικανική Σχολή Κλασικών
Σπουδών, που έφεραν στο φως την αγορά, ναούς, κρήνες, καταστήματα, στοές,
λουτρά. Επίσης, ερευνήθηκαν ο Ακροκόρινθος, προϊστορικοί οικισμοί, το Θέατρο,
το Ωδείο, το Ασκληπιείο, νεκροταφεία, η συνοικία των κεραμέων και άλλα κτήρια.
Αρχαία Δίολκος. Λιθόστρωτος δρόμος που
χρησιμοποιείτο για την από ξηράς μεταφορά πλοίων, πάνω σε τροχοφόρο όχημα
("Ολκός νεών") από τον Σαρωνικό στον Κορινθιακό κόλπο και
αντιστρόφως. Αποκαλύφθηκε το δυτικό του τμήμα σε μήκος 255 μ. στην πλευρά της
Πελοποννήσου και σε μήκος 204 μ. στην Στερεά Ελλάδα μέσα στις εγκαταστάσεις της
Σχολής Μηχανικού.Το πλάτος του είναι 3,40 - 6,00 μ. Είναι στρωμένος με
κανονικούς πώρινους κυβόλιθους και στο μέσον του φέρει δύο αυλακώσεις σε
απόσταση 1,50 μ. Στο δυτικό άκρο του κατέληγε σε λιθόστρωτη αποβάθρα. Η
κατασκευή της Διόλκου προέκυψε από την ανάγκη για γρήγορο πέρασμα των πλοίων
από τον Σαρωνικό στον Κορινθιακό κόλπο και αντίστροφα, έγινε στις αρχές του 6ου
π.Χ. αιώνα και συνδέεται με την τυραννίδα του Περίανδρου στην Κόρινθο. Το
δυτικό άκρο του ανακατασκευάσθηκε στις αρχές του 4ου π.Χ. αιώνα. Χρησιμοποιείτο
για τη μεταφορά μικρών, κυρίως πολεμικών σκαφών. Τέτοια χρήση βεβαιώνεται από
τις πηγές ως τον 9ο μ.Χ. αιώνα. Η
ανασκαφή του μνημείου έγινε κατά τα έτη 1956-1959 από την Αρχαιολογική Υπηρεσία
(ανασκαφέας Ν. Βερδελής). Συνεχίστηκε κατά τα έτη 1960 και 1969 από τον ίδιο
ανασκαφέα με δαπάνη της Αρχαιολογικής Εταιρείας.
Ισθμία. Το ιερό του Ποσειδώνα στην Ισθμία ήταν
σημαντικό θρησκευτικό και αθλητικό κέντρο, όπου κάθε δύο χρόνια γίνονταν
πανελλήνιοι αγώνες, "τα Ίσθμια", προς τιμήν του Μελικέρτη-Παλαίμονα ή
του Ποσειδώνα. Η θέση οχυρώθηκε στα 1200 π.Χ., ενώ ιεροτελεστίες τελούνταν από
τα μέσα του 11ου π.Χ. αιώνα. Ο ναός του Ποσειδώνα που οικοδομήθηκε για πρώτη
φορά τον 7ο αιώνα π.Χ., γνώρισε τρεις οικοδομικές φάσεις από τα μέσα του 7ου
π.Χ. αιώνα έως το 146 π.Χ. Στον 6ο π.Χ. αιώνα κατασκευάζεται το πρώτο στάδιο
και στον 5ο π.Χ., ο περίβολος του Παλαίμονα και το θέατρο. Στα ρωμαϊκά χρόνια
επισκευάζονται ο ναός και το θέατρο, ενώ παράλληλα ιδρύεται ο κυκλικός ναός του
Παλαίμονα και ένα λουτρό. Το ιερό εγκαταλείπεται στα τέλη του 4ου μ.Χ. αιώνα
και το οικοδομικό υλικό των κτηρίων του θα χρησιμοποιηθεί αργότερα για την
κατασκευή του Εξαμιλίου τείχους.
Οι πρώτες
ανασκαφές, περιορισμένες σε έκταση και αποτελέσματα, έγιναν το 1883 από τον
Paul Monceaux και το 1930 από τους Β. S. Jenkins και H. Megaw. Συστηματικές
ανασκαφές στο χώρο διεξήγαγε η Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών. Κατά τα έτη 1959-1967
ο Oscar Broneer ανέσκαψε το ναό του Ποσειδώνα, στοές, το ιερό του Παλαίμονα, τα
δύο στάδια και ένα ελληνιστικό οικισμό στηθέση "Ράχη", ενώ αργότερα η
Ε. Gebhard αποκάλυψε το θέατρο. Κατά τα έτη 1967-1976, ο P. Clement έσκαψε το
ρωμαϊκό λουτρό και άλλα κτήρια. Τέλος, το 1980 και 1989, η Ε. Gebhard ερεύνησε
το κεντρικό ιερό και τον οικισμό της Ράχης.
Στάση 7η – Μυκήνες. Οι Μυκήνες ήταν
ένα από τα πιο σημαντικά πολιτιστικά και πολιτικά κέντρα της Ελλάδας από το
2.500 π.Χ. και μετά. Κυριαρχούσαν στην πεδιάδα και είχαν τον έλεγχο όλων των
διαδρομών προς βορρά, ανατολή και δύση ακόμα και της θαλάσσιας διαδρομής από
τον κόλπο του Ναυπλίου μέσω της επίβλεψης από το φρούριο της Τύρινθας. Η πιο
λαμπρή περίοδος των Μυκηνών άρχισε το 1.600 π.Χ. και εξελίχθηκε μέχρι το 1200
π.Χ. Ο λόφος (280 μέτρα υψόμετρο) πρωτοκατοικήθηκε το 2.500 π.Χ. (Πρώιμη Εποχή
Χαλκού) και πιθανόν την εποχή του Λίθου.
Γενικότερα
θεωρείται ότι: Ο ιδρυτής και πρώτος βασιλιάς των Μυκηνών ήταν ο Περσέας, ο γιος
του Δία και της Δανάης. Ο Περσέας έχτησε τα τείχη των Μυκηνών κατά το πρώτο
μισό του 14ου αιώνα, (περίπου το 1340 π.Χ.) χρησιμοποιώντας τους θρυλικούς
Κύκλωπες. Τα οχυρωτικά τείχη δεν ανήκουν αποκλειστικά σε μία περίοδο καθώς η
τριγύρω περιοχή αυξανόταν σταδιακά. Γύρω στο 1250 π.Χ. οι Μυκηναίοι αύξησαν την
έκταση του φρουρίου προς δύση και νότο.
Σύμφωνα με την
Ελληνική Μυθολογία: Ο Περσέας (1400 – 1350 π.Χ.) ήταν ο ιδρυτής των Μυκηνών. Ο
Περσέας ήταν ο γιος του Δια και της Δανάης και αυτός που σκότωσε τη γοργόνα
Μέδουσα. Ο Ευρισθέας – ένας από τους απόγονους του Περσέα – ήταν ο βασιλιάς για
τον οποίο ο Ηρακλής πραγματοποίησε τους 12 άθλους. (1250 π.Χ.). Ατρέας: Οι
Μυκηναίοι επέλεξαν τον Ατρέα ως διάδοχο της βασιλίας του Ευρυσθέα ο οποίος
σκοτώθηκε στη μάχη εναντίων των παιδιών του Ηρακλή. Ο Ατρέας ήταν ο γιος του
Πέλοπα. Αγαμέμνονας (1220 π.Χ.): Ο γιος του Ατρέα εκλέχθηκε να οδηγήσει τους
Αχαιούς εναντίων της Τροίας (1200 – 1190 π.Χ.).
Η αρχαιολογική
έρευνα δείχνει ότι: γύρω στο 1475 π.Χ. οι Μυκηναίοι, “Μυκηναίοι” δεν θεωρούνταν
μόνο οι κάτοικοι των Μυκηνών αλλά και όλος ο πληθυσμός της κεντρικής Ελλάδας.
Μυκηναϊκός Πολιτισμός: όχι μόνο εξελίχθηκε στις Μυκήνες αλλά και στην υπόλοιπη
Ελλάδα από το 1620 μέχρι το 1120 π.Χ. Γύρω στο 1450 π.Χ., ήταν η περίοδος την
μεγαλύτερης κυριαρχίας και επιρροής των Μυκηναίων σε Ανατολική και Δυτική
Μεσόγειο. Οι έμποροι μετέφεραν προϊόντα από την πατρίδα τους – ελαιόλαδο,
αρωματικά έλαια, κρασί, έργα τέχνης και κεραμικά – στην Αίγυπτο, Παλαιστίνη και
Συρία, στις δυτικές ακτές της Μικράς Ασίας, της Νότιας Ιταλίας, Σικελίας και
πιθανότατα δυτικότερα μέχρι τις ακτές της Νότιας Αγγλίας. Σε αντάλλαγμα
έπαιρναν χαλκό, χρυσό, κασσίτερο, ελεφαντόδοντο, αρωματικά βότανα και φυσικά
πολιτιστικές και καλλιτεχνικές ιδέες. Ο Αγαμέμνων, ο απόγονος του Περσέα ήταν ο
αρχηγός των Αχαιών εναντίων της Τροίας. Οι Δωριείς κατέστρεψαν τις Μυκήνες προς
το τέλος του 12ου αιώνα π.Χ. κατέκτησαν την Κνωσσό, εκμεταλλευόμενοι την
καταστροφική ηφαιστειακή έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας και ενός ισχυρού
σεισμού ο οποίος κατέστρεψε τα Κρητικά παλάτια. Το πολιτικό σύστημα της πόλης
κράτους καταργήθηκέ από τον βασιλιά Αναξ. Χρησιμοποιούσαν την Γραμμική Β η
οποία εξελίχθηκε από την πρώιμη Μινωική Γραμμική Α, όταν οι Μυκηναίοι
επικρατούσαν στη Κνωσσό. Ο Μιχάλης Βεντρής κατάφερε να αποκωδικοποιήσει και να
ερμηνεύσει ένα αριθμό επιγραφών. Το επίτευγμα του έργου του Βεντρή είναι η
απόδειξη ότι η Γραμμική Β είναι Ελληνική και ότι οι Μυκηναίοι μιλούσαν
Ελληνικά.
Η υπόγεια δεξαμενή. Η είσοδος της
δεξαμενής είναι στη βορειοανατολική γωνία της προέκτασης του βορείου Κυκλώπειου
τείχους. Περίπου 54 σκαλοπάτια πιο κάτω (12 μέτρα βάθος) ο διάδρομος καταλήγει
σε μια δεξαμενή με διαστάσεις 1.60 μ .Χ 0.70 μ. Χ 5 μ βάθος. Ακριβώς πάνω από
την δεξαμενή στην οροφή του διαδρόμου υπάρχει ένα μεγάλο άνοιγμα, το κανάλι
μεταφοράς του νερού από κεραμικούς σωλήνες και το υδραγωγείο των Μυκηνών.
Στάση 8η – Αρχαία Τίρυνθα. Στο μυχό του
αργολικού κόλπου, σε μικρή απόσταση από το Ναύπλιο, η ακρόπολη της Τίρυνθος
προβάλλει επιβλητικά πάνω σ' ένα βραχώδη λόφο ύψους 16 μ. Η αρχαιότερη
εγκατάσταση πάνω στον λόφο χρονολογείται στη νεολιθική εποχή (περίπου 5.000
π.Χ.). Ακολούθησαν αλλεπάλληλοι οικισμοί, των οποίων όμως τα κατάλοιπα
καταστράφηκαν σχεδόν ολότελα κατά τις μεγάλης τάξεως διαμορφώσεις της
Μυκηναϊκής εποχής. Από τον οικισμό της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού (2500-2000
π.Χ.) διασώζονται αρκετές ενδείξεις για την ύπαρξη μίας σειράς αψιδωτών κτιρίων
και ένας τεραστίων διαστάσεων κυκλικού κτιρίου (διαμέτρου 28 μ.) στο ψηλότερο
σημείο του λόφου. Τον 14ο αιώνα π.Χ. αρχίζει η κατασκευή της οχύρωσης του λόφου
που ολοκληρώνεται στα τέλη του 13ου αιώνα π.Χ. (Υστεροελλαδική ΙΙΙΒ περίοδος).
Τα κυκλώπεια τείχη που περιλαμβάνουν την άνω, μέση και κάτω Ακρόπολη, έχουν
συνολική περίμετρο 750 μ περίπου και πλάτος από 4,50 ως 7 μ. Εντός αυτών
οργανώνεται το τοιχογραφημένο ανάκτορο, οι λοιποί δημόσιοι χώροι, οι αποθήκες
και οι κυκλώπειες σήραγγες, τα εργαστήρια καθώς και συγκροτήματα οικιών. Έξω
και γύρω από την ακρόπολη, εκτείνεται η οργανωμένη σε οικοδομικά τετράγωνα πόλη
(περίπου 250 στρέμματα). Μετά την
κατάρρευση του ανακτορικού συστήματος (γύρω στο 1200 π.Χ.), η ακρόπολη
εξακολουθεί να χρησιμοποιείται κυρίως ως χώρος λατρείας. Ο χώρος είχε ερημωθεί
όταν τον επισκέφτηκε ο Παυσανίας, τον 2ο μ.Χ. αιώνα.
Στάση 9η – Πηγές Λέρνης, ο Ηρακλής και η
Λερναία Ύδρα. Ο
γεωμυθολογικός γεώτοπος, των Πηγών της Λέρνης συνδέεται με τον 2ο άθλο του
Ηρακλή, του ήρωα που δεσπόζει στην Ελληνική Μυθολογία και εξολόθρευσε το
οφιόμορφο τέρας τη Λερναία Ύδρα. Η Ύδρα ζούσε στην περιοχή του Άργους, κοντά
στην Λίμνη της Λέρνης. Το σώμα της ήταν τεράστιο και κατέληγε σε πολλαπλά
πλοκάμια και κάθε πλοκάμι είχε στην κορυφή του ένα κεφάλι. Η ανάσα του τέρατος
ήταν δηλητηριώδης και ακόμα και όταν κοιμόταν συνήθιζε να καταστρέφει τα πάντα
γύρω της: καλλιέργειες, δένδρα, ζώα και ανθρώπους. Υπάρχουν πολλές απόψεις
σχετικά με τον αριθμό των κεφαλιών της Ύδρας οι οποίες αναφέρονται παρακάτω: -Πάνω
σε ένα ερυθρόμορφο αγγείο του 480-470 π.Χ. και σε άλλες παραστάσεις, η Ύδρα
παρουσιάζεται με 12 κεφάλια. -Κατά τον Αλκαίο και τον Απολλόδωρο η Ύδρα είχε 9
κεφάλια. -Σε πόρπες της γεωμετρικής περιόδου η Ύδρα παρουσιάζεται με 5 ή 6
κεφάλια. -Κατά τον Σιμωνίδη, η Ύδρα είχε 50 κεφάλια. -Κατά τον Ευριπίδη και τον
Διόδωρο, η Ύδρα είχε 100 κεφάλια.
Η Ύδρα έχει
χαρακτηρισθεί ως «μυριόκρανος» και «πολυαύχενος», επίθετα που υποδηλώνουν την
ποικιλία των θρύλων σχετικά με τον αριθμό των κεφαλιών και οπωσδήποτε τον
τρομακτικό χαρακτήρα του τέρατος. Ο μύθος της Λερναίας Ύδρας μπορεί να εξηγηθεί
μέσα από την υδρογεωλογική συμπεριφορά των πηγών της Λέρνης, αν λάβουμε υπόψη
τα παρακάτω: -Το υψόμετρο των πηγών της Λέρνης είναι 0.5-1m πάνω από την σημερινή στάθμη της θάλασσας. -Το 1965
η παροχή των πηγών ήταν 60 εκατομμύρια m3 το χρόνο. -Οι
πηγές παρόλο που έχουν μέση ετήσια ποσότητα εκφόρτισης χαμηλότερη από άλλες
καρστικές πηγές, η κεντρική πηγή δεν έχει διακόψει ποτέ τη λειτουργία της. -Ένας
αριθμός μικρότερων πηγών εμφανίζονται εκατέρωθεν της κεντρικής. -Επίσης, τα
σημεία όπου ο καρστικός υδροφόρος ορίζοντας των πηγών εκφορτίζεται διαφέρουν
και εξαρτώνται από την εποχή του χρόνου, το μέσο ετήσιο ύψος των ατμοσφαιρικών
κατακρημνισμάτων κυρίως στις ορεινές περιοχές της Αρκαδίας και Κορινθίας, και
το χρονικό διάστημα, δηλ. αν η «υγρή» κλιματική περίοδος είναι 100, 500 ή ακόμα
και 2.000 χρόνια. Έτσι, μπορούν να ερμηνευθούν οι διαφορές στον αριθμό των
κεφαλών της Λερναίας Ύδρας, αφού γίνεται αποδεκτό ότι κάθε κεφάλι
αντιπροσωπεύει ένα σημείο εκφόρτισης του καρστικού υδροφορέα και, όπως
αναφέρθηκε και παραπάνω, αυτός ο αριθμός διαφέρει ανάλογα με τις κλιματικές
συνθήκες που επικρατούν για ένα μικρό ή μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Σε ότι
αφορά την αναγέννηση των κεφαλών της Λερναίας Ύδρας, είναι δυνατόν να
ερμηνευτεί από το γεγονός ότι αν φραχθεί το σημείο εξόδου μιας καρστικής πηγής,
το νερό θα εκφορτιστεί από δύο ή περισσότερα διαφορετικά σημεία.
Σύμφωνα με όσα
παρουσιάστηκαν παραπάνω, είναι προφανές ότι ο μύθος της Λερναίας Ύδρας και του
Ηρακλή είναι άμεσα συνδεδεμένος με τις υδρογεωλογικές συνθήκες της πηγής της
Λέρνης. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που η πηγή της Λέρνης θα πρέπει να
συμπεριληφθεί στον Διεθνή Κατάλογο των Γεωμυθολογικών Γεωτόπων. Ένας άλλος
λόγος είναι ότι, εξαιτίας της υπεράντλησης, δεν αργεί η στιγμή που η πηγή θα
στερέψει και συνεπώς, η αθάνατη κεντρική κεφαλή της Ύδρας θα «πεθάνει», κάτι
που δεν είχε επιτύχει ούτε ο Ηρακλής.
Στάση 10η – Υποθαλάσσιες πηγές Κιβερίου,
Σημείο άφιξης του θεού Ποσειδώνα στον Αργολικό κόλπο.
Στάση 11η – Αρκαδία, ο τόπος γέννησης του
Ποσειδώνα και το Αργόν πεδίον. Είναι γνωστά ότι ο πολιτισμός ενός λαού,
ήτοι το πολίτευμα, η θρησκεία, οι τέχνες, οι επιστήμες, οι οικονομικές
δραστηριότητες κλπ, συνδέεται άμεσα με τα φυσικογεωλογικά χαρακτηριστικά και,
κυρίως, με το γεωπεριβάλλον της περιοχής που αναπτύσσεται. Ο μεγάλος Ελληνικός
Πολιτισμός δεν θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα
μιας τέτοιας σύνδεσης ενός από τους σημαντικότερους θεούς της αρχαιοελληνικής
θρησκείας με το γεωπεριβάλλον αποτελεί ο μύθος της γέννησης του Ποσειδώνα στο
οροπέδιο της Τρίπολης, και ειδικότερα οι γεωλογικές και υδρογεωλογικές συνθήκες
της Αρκαδίας.
Πιο
συγκεκριμένα, στο βορειοανατολικό τμήμα του οροπεδίου της Τρίπολης αναπτύσσεται
μια υπολεκάνη, το Αργό Πεδίον, που ονομάζεται έτσι επειδή για μεγάλο χρονικό
διάστημα πλημμυρίζει και δεν καλλιεργείται. Σύμφωνα λοιπόν με την Ελληνική
Μυθολογία, σε μικρή απόσταση από το Αργό Πεδίο στην περιοχή της σημερινής
Μηλιάς, η Ρέα γέννησε τον Ποσειδώνα και τον άφησε δίπλα σε μία στάνη σε μια
πηγή, την Άρνα, λέγοντας ψέμματα στον πατέρα του Ποσειδώνα τον Κρόνο, ότι δεν
γέννησε παιδί αλλά ένα πουλαράκι, κι αυτό για να προστατέψει το νεογέννητο. Τα
νερά του Αργού Πεδίου απομακρύνονται από την καταβόθρα –σπήλαιο της Νεστάνης.
Το νερό φθάνει στην καταβόθρα με μια μικρή αποχετευτική αύλακα που έχει
οφειοειδές σχήμα. Κατά την αρχαία εποχή ήταν γνωστό ότι υπήρχε υδραυλική
επικοινωνία μεταξύ της καταβόθρας της Νεστάνης και της πηγής που αναβλύζει από
τον πυθμένα του Αργολικού κοντά στο Κιβέρι, που σήμερα είναι γνωστή και ως
Μικρός Ανάβαλος, ενώ κατά την αρχαιότητα ονομαζόταν Δίνη, που βρίσκεται στην
περιοχή Γενέθλιο ή Γενέσιον, όπου οι αρχαίοι Αργίτες θυσίαζαν άλογα στον
Ποσειδώνα, επειδή μάλλον πίστευαν ότι εκεί εμφανίστηκε ο Ποσειδών. Σημειωτέον ότι
σε μωσαϊκό ρωμαϊκής εποχής εμφανίζεται ο Ποσειδών σε τέθριππο να αναδύεται μέσα
από την θάλασσα. Μήπως για να φτάσει στο Γενέσιο χρησιμοποίησε την
καταβόθρα-σπήλαιο της Νεστάνης και την υπόγεια οδό που ακολουθούν τα νερά του
Αργού Πεδίου, μέχρι να φτάσουν στη Δίνη;
Ιερό Ιππίου Ποσειδώνος (Αρχαία Μαντίνεια). Το Ιερό
βρίσκεται νοτιοανατολικά της αρχαίας Μαντινείας, στα όρια του συνοικισμού Μηλιά
της κοινότητας Νεστάνης. Είχε εντοπισθεί από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή που
ανέσκαψε την αρχαία Μαντινεία. Επανεντοπίσθηκε και ανασκάφηκε από τον Έφορο
Αρχαιοτήτων Δρα Θ. Σπυρόπουλο, την τελευταία δεκαετία. Οι ανασκαφές (1985-1995)
αποκάλυψαν λείψανα του αρχαϊκού ναού και σημαντικά κινητά ευρήματα των ίδιων
χρόνων (πήλινο ακρωτήριο λακωνικού τύπου με γοργόνειο, κεραμεική των αρχαϊκών
και κλασικών χρόνων, ειδώλια κλπ.). Αποκαλύφθηκαν, επίσης, νεώτερα κτίσματα και
τάφοι με αρχαίες απελευθερωτικές επιγραφές στον ΄Ιππιο Ποσειδώνα.
Στάση 12η – Ο Αρκαδικός Ορχομενός και τα
προϊστορικά υδραυλικά έργα. Ο προϊστορικός Ορχομενός της Αρκαδίας
είχε ιδρυθεί στους πρόποδες της ακρόπολης, ενώ στους ιστορικούς χρόνους
ιδρύθηκε επί του όρους όπου βρίσκονται και τα σημαντικότερα μνημεία του (Αγορά,
Θέατρο κλπ.). Στην πεδιάδα έχουν εντοπισθεί εγκαταστάσεις αποστράγγισης και διευθέτησης
ποταμών κατά τους προϊστορικούς και μεταγενέστερους χρόνους (Χώμα των
Καφυατών). Στις αρχές του
αιώνα, η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών, υπό τον Mendel και άλλους, ανέσκαψε
τα μνημεία του Ορχομενού των ιστορικών χρόνων. Την τελευταία δεκαπενταετία, ο
΄Εφορος Αρχαιοτήτων Δρ. Θ. Σπυρόπουλος ερεύνησε και ανέσκαψε τους προϊστορικούς
τύμβους και οικισμούς και τις προϊστορικές αποστραγγιστικές εγκαταστάσεις της
πεδιάδας του Ορχομενού. Τα σημαντικότερα μνημεία του αρχαιολογικού χώρου είναι:
-Το αρχαίο Θέατρο των πρώιμων ελληνιστικών χρόνων (4ος/3ος αιώνας π.Χ.). -Η
αρχαία Αγορά. - Το Βουλευτήριο. - Τα Τείχη. - Ο εκατόμπεδος Ναός της
Μεσοπολίτιδος Αρτέμιδος. - Ο Προϊστορικός Τύμβος - Σωρός. - Γέφυρα των Αρχαϊκών
χρόνων. - Προϊστορικός οικισμός στη θέση "Καταλύματα" και προϊστορικά
αποστραγγιστικά έργα. - Μυκηναϊκός οικισμός και αρχαίο Ιερό στη θέση
"Μύτικας" Παλαιοπύργου. - Αρχαίο Ιερό και παλαιοχριστιανική Βασιλική
μεταξύ Ορχομενού και Παλαιοπύργου Μαντινείας.
Στάση 13η - Λίμνη Στυμφαλία (Ηρακλής). Η περιοχή είναι
γνωστή από τη μυθολογία γιατί στις όχθες της λίμνης ο Ηρακλής σκότωσε τις
μυθικές καταστρεπτικές όρνιθες. Γνωστή η λίμνη της Στυμφαλίας που την ονομασία
της την οφείλει στην πόλη Στύμφαλο που ήταν χτισμένη στις όχθες της και όπου ο
Ρωμαίος αυτοκράτορας Αδριανός μετέφερε τα νερά της με υδραγωγείο στην Κόρινθο.
Ο άθλος αυτός του Ηρακλή εξηγείται ίσως από τις αναθυμιάσεις της ελώδους
περιοχής, προτού αποξηρανθεί. Η πόλη ήταν χτισμένη στη βόρεια πλευρά της λίμνης
και περιβαλλόταν με τείχος, λείψανα του οποίου διακρίνονται. Οι ανασκαφές
έφεραν στο φως οικοδομήματα της αγοράς και θεμέλια παλαίστρας, στοάς και ναού.
Βρέθηκαν ακόμη εξέδρες που χρησίμευαν σαν βάθρα αγαλμάτων, μια κρήνη και πάνω
στο ύψωμα που χρησίμευε σαν ακρόπολη, τμήματα του οχυρωματικού περιβόλου και
ίχνη ναού της Αθηνάς. Διακρίνονται ακόμη ίχνη υδραγωγείου, του οποίου το νερό
έφτανε μέχρι την Κόρινθο σε μήκος 100 χλμ περίπου.
Ο Δρόμος του Ηρακλή. Υπάρχουν τόσες
διαφορετικές εκδοχές για τη ζωή του Ηρακλή, όσοι ακριβώς και αυτοί που την
εξιστορούν. Ο Δίας, ο πατέρας του Ηρακλή, ήταν ο ισχυρότερος Θεός. Ο Δίας
ερωτεύτηκε μία όμορφη γυναίκα, την Αλκμήνη και, με δόλο, όταν ο άνδρας της
Αλκμήνης, ο Αμφιτρύων έλειπε, ο Δίας άφησε έγκυο την Αλκμήνη. Αυτό εξαγρίωσε
τόσο την Ήρα που προσπάθησε να εμποδίσει τη γέννηση του παιδιού. Όταν, παρόλα
αυτά, η Αλκμήνη γέννησε το παιδί, το ονόμασε Ηρακλή. Το όνομα Ηρακλής σημαίνει
«το δοξασμένο δώρο της Ήρας», και αυτό εξαγρίωσε την Ήρα ακόμη περισσότερο.
Τότε προσπάθησε να σκοτώσει το μωρό, στέλνοντας φίδια στην κούνια του. Αλλά ο
μικρός Ηρακλής ήταν πολύ δυνατός και έπνιξε τα φίδια, ένα με κάθε χέρι, πριν
προλάβουν να τον τσιμπήσουν. Η Ήρα παρέμεινε θυμωμένη. Πώς θα μπορούσε να
εκδικηθεί; Η Ήρα ήξερε ότι θα έχανε σε μία μάχη και ότι δεν ήταν αρκετά ισχυρή,
ώστε να εμποδίσει το Δία να κάνει αυτό που επιθυμεί. Έτσι, αποφάσισε να
εκδικηθεί την απιστία του Δία κάνοντας την υπόλοιπη ζωή του Ηρακλή όσο δύσκολη
μπορούσε. Ο Ηρακλής έγινε γιγαντόσωμος και γρήγορα άρχισα να κάνει θαυμαστές
πράξεις. Η πρώτη από όλες, που ήταν να σκοτώσει το λιοντάρι του Κιθαιρώνα,
έγινε όταν ήταν 18 χρονών. Ο Ηρακλής ανέλαβε το κυνήγι αυτό για χάρη του
Θεσπιέα, το γιο του Ερεχθέα, βασιλιά της Αθήνας, ο οποίος βασίλευε στις
Θεσπιές. Κατά τη διάρκεια ενός πολέμου τον οποίο κέρδισε εναντίον του βασιλιά
του Ορχομενού, απελευθέρωσε τη Θήβα από τους φόρους που είχε ο τελευταίος
επιβάλει, αλλά σκοτώθηκε ο θετός πατέρας του, Αμφιτρύων. Σαν ανταμοιβή για την
απελευθέρωση των Θηβών, ο Κρέων έδωσε την κόρη του Μεγάρα και τη νεότερη αδερφή
της ως συζύγους στον Ηρακλή και τον Ιφικλή. Από τη Μεγάρα, ο Ηρακλής απέκτησε
πολλά παιδιά, αλλά μετά σε μια κρίση παράνοιας που του προκάλεσε η Ήρα, τα
σκότωσε. Όταν συνήλθε, δεν μπόρεσε πια να ζήσει με τη Μεγάρα, και την έδωσε για
σύζυγο στον ανιψιό του Ιόλαο, πιστό του σύντροφο και σύμμαχο στους άθλους. Μια
εξήγηση των άθλων είναι ότι μετά από το συμβάν αυτό, ο Ηρακλής συμβουλεύτηκε το
μαντείο των Δελφών, όπου ο χρησμός του Απόλλωνα τον οδήγησε κάτω από τις
διαταγές του εξάδελφού του, Ευρυσθέα, για 12 χρόνια, με αντάλλαγμα την
αθανασία. Άλλοι υποστηρίζουν ότι ο Ηρακλής απλά ήθελε να επιστρέψει στο Άργος,
και οι άθλοι ήταν οι όροι που του έθεσε ο Ευρυσθέας.
Από τους 12
άθλους, οι έξι πρώτοι έλαβαν χώρα στην Πελοπόννησο, και οι υπόλοιποι έξι σε όλο
τον τότε γνωστό κόσμο ( 1ος
Άθλος: Το λιοντάρι της Νεμέας, 2ος Άθλος: Η Λερναία Ύδρα, 3ος
Άθλος: Το ελάφι της Κυρήνειας, 4ος Άθλος: Ο Ερυμάνθιος κάπρος, 5ος
Άθλος: Η κόπρος του Αυγεία, 6ος Άθλος: Οι Στυμφαλίδες όρνιθες, 7ος
Άθλος: Ο ταύρος της Κρήτης, 8ος Άθλος: Τα άλογα του Διομήδη, 9ος
Άθλος: Η ζώνη της Ιππολύτης, 10ος Άθλος: Τα βόδια του Γηρυόνη, 11ος
Άθλος: Τα μήλα των Εσπερίδων, 12ος Άθλος: Ο Κέρβερος).