_______________

" In all things of Nature, there is something of the marvelous" (Aristotle -Parts of Animals, I.645A16)

" Nature ......loves simplicity and unity" ( J. Kepler -Apologia)


****** Για το Περιβάλλον, τη Βιώσιμη Προοπτική και ......άλλα Σημαντικά!

(http://sites.google.com/site/perivalloncom/
http://www.perivallon.com, http://envifriends2.blogspot.com, http://envifriends.blogspot.com)
_______________

* ΦΥΣΗ & ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ----- * ΑΝΘΡΩΠΟΣ & ΚΟΙΝΩΝΙΑ -

- Ο ΚΑΙΡΟΣ -

- Πεύκα τα Μυριόπνοα

 ''Γιάννη, γιατί έκοψες το πεύκο; Γιατί; Γιατί;’’/- Αγέρας θάναι, λέει ο Γιάννης και περπατεί./ Ανάβει η πέτρα, το λιβάδι βγάνει φωτιά./ Να’ βρισκε ο Γιάννης μια βρυσούλα μια ρεματιά!/ Μες το λιοπύρι, μες στον κάμπο να ένα δεντρί./ Ξαπλώθη ο Γιάννης αποκάτω δροσιά να βρή/……/’’«Γιάννη, γιατί έσφαξες το δέντρο το σπλαχνικό πούρριχνεν ίσκιο στο κοπάδι και στο βοσκό;’’/ Ο πεύκος μίλαε στον αέρα/ – τ’ ακούς, τ’ ακούς;-/ και τραγουδούσε σα φλογέρα στους μπιστικούς./ Φρύγανο και κλαρί τού πήρες και τις δροσιές και το ρετσίνι του ποτάμι απ΄ τις πληγές….. (Ζ.Παπαντωνίου,’’Η Κατάρα του Πεύκου’’, 1931).
Tο πεύκο (είδος Pinus ),  είναι ένα από τα σημαντικότερα δένδρα στο ελληνικό περιβάλλον. Είναι αειθαλή ρητινοφόρα κωνοφόρα δένδρα με πάνω από 100 περίπου είδη ανά τον κόσμο. Η  κώμη τους απλωτή και φλοιό καστανό-γκρι. Φύλλα βελονόμορφα, με βαθύ πράσινο χρώμα και μήκος 5-7 εκατοστά Συναντάται κυρίως στη βόρεια εύκρατη ζώνη της Ευρώπης και της Αμερικής. Είναι είδη που αγαπούν το φως, είναι ανθεκτικά στην ξηρασία και προτιμούν ασβεστολιθικά εδάφη, αλλά αναπτύσσονται ακόμη και σε φτωχά εδάφη. Το ύψος τους κυμαίνεται από 20 έως 40 μέτρα. Ο φλοιός τους είναι παχύς και αυλακωτός, τα φύλλα βελονοειδή που φύονται κατά σπονδύλους ανά δύο, τρία ή πέντε, παραμένοντας στο πεύκο από 2 μέχρι 17 χρόνια. Στη βάση κάθε μονοετούς βλαστού αναπτύσσονται αρσενικοί (κίτρινο-καφε-πράσινοι) και θηλυκοί κώνοι που μετά τη γονιμοποίησή τους παράγονται οι καρποί, τα κουκουνάρια που περιέχουν τα σπέρματα. Είναι τα άνθη του πεύκου γνωστά με την ονομασία κουκουνάρια. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι το πεύκο, - η ‘’Πίτυς’’ των αρχαίων Ελλήνων-, ήταν αφιερωμένο στο θεό Ποσειδώνα γιατί έδινε την καλύτερη ξυλεία για την κατασκευή πλοίων. Ήταν, το αγαπημένο δέντρο της Ρέας, της μητέρας των θεών, της κόρης του Ουρανού και της Γης, γιατί συμβόλιζε το σύνδεσμο Ουρανού και Γης. Είναι γνωστός από την ελληνική μυθολογία και ο ''Σίνης ο Πιτυοκάμπτης'' ο οποίος ήταν ληστής και νόθος γιος του Ποσειδώνα και τον οποίο σκότωσε ο Θησέας.
Τα πεύκα συνήθως είναι δέντρα και σπάνια θάμνοι, με ύψος 3 με 80 μέτρα, με την πλειοψηφία των ειδών να έχουν ύψος 15 με 45 μέτρα. Στη χώρα μας συναντούμε τα είδη: Πεύκη η χαλέπιος (Pinus halepensis), Κουκουναριά (P. Pinea), Μαυρόπευκο (P. brutia, P. nigra), Πεύκη η άγρια (P sylvestris, P. peuce, P. leucodermis). Στην Ασία, Αμερική και Ευρώπη τα χαμηλότερα είδη είναι: Πεύκη η νάνα της Σιβηρίας (Pinus pumila) και η Πεύκη η κορυφήτης, ενδημικό στο Μεξικό (Pinus culminicola), με ύψος μέχρι 3 μέτρα. Σε αντιδιαστολή, το ψηλότερο είναι η Πεύκη η βαριά ή πεύκη η βαρύξυλος (Pinus ponderosa), με ένα άτομο του είδος στο Όρεγκον των δυτικών ΗΠΑ να έχει ύψος 81,79 μέτρα, ενώ η Πεύκη η λαμπερτιανή (Pinus lambertiana ), γηγενές στα βουνά της ακτής του Ειρηνικού στις ΗΠΑ, μπορεί να ξεπεράσει σε ύψος τα 82 μέτρα.
Στην Ελλάδα, τα δάση αυτής της πεύκης αποτελούν το 11% των συνολικών δασών, μια έκταση που δεν παραμένει σταθερή λόγω των δασικών πυρκαγιών και της φυσικής αναγέννησης των πευκοδασών μέσα από αυτή. Συνεπώς, υπεύθυνα για τη μεταπυρική αναγέννηση και την επιτυχή.....(για συνέχεια)
επανίδρυση του πευκοδάσους μετά τη φωτιά είναι αποκλειστικά τα σπέρματα της''τράπεζας'' τους  πάνω στο έδαφος, που παραμένουν σε αναμονή, μέσα στους κλειστούς κώνους τους και συσσωρεύονται με την πάροδο του χρόνου. Οι υψηλές θερμοκρασίες της πυρκαγιάς προκαλούν άμεση διάνοιξη των κλειστών κώνων και την απελευθέρωση των σπερμάτων. Η φύτρωση των σπερμάτων αυτών αρχίζει λίγο μετά την έναρξη της επόμενης βροχερής περιόδου (Οκτώβριος-Δεκέμβριος) και ολοκληρώνεται συνήθως πριν από το χειμώνα. Ο επόμενος χρόνος θεωρείται ότι είναι ο πιο κρίσιμος από πλευράς ανανέωσης του πευκοδάσους, αφού πολλά δενδρύλια πεθαίνουν στο πρώτο χειμώνα ή καλοκαίρι. Τα δέντρα που θα επιβιώσουν πρακτικά θα αποτελέσουν το μελλοντικό δάσος. Θεωρείται ότι για να γίνει ένα πευκοδάσος πάλι ώριμο χρειάζεται να περάσουν 15 με 30 χρόνια από τη πρώτη πυρκαγιά. Η χαλέπιος πεύκη είναι συγγενικό είδος με την τραχεία, τη θαλάσσια (Pinus maritima) και την κανάρια πεύκη (Pinus canariensis), με τις οποίες μοιράζεται αρκετά κοινά χαρακτηριστικά. Μερικοί συγγραφείς κατατάσσουν την τραχεία πεύκη ως υποείδος της χαλεπίου πεύκης ως Pinus halepensis subsp. brutia, αν και γενικά θεωρείται ξεχωριστό είδος. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα δύο δέντρα έχουν διακριτή γεωγραφική κατανομή, με την Ελλάδα να είναι η μόνη χώρα στην οποία υπάρχουν και τα δύο είδη. Αν και τα οικοσυστήματα στα οποία τα δύο δέντρα αναπτύσσονται έχουν πολλά κοινά στοιχεία, η χαλέπιος πεύκη μπορεί να επιζήσει σε ξηρότερες, άρα και πιο δυσμενείς, συνθήκες.
-Η Χαλέπιος Πεύκη ή Κοινό Πεύκο (λατ., Pinus halepensis) αποτελεί το κυρίαρχο είδος πεύκης της δυτικής και κεντρικής ζώνης των παραλίων της Μεσογείου. Μαζί με το συγγενικό είδος της τραχείας πεύκης (Pinus brutia ), που την αντικαθιστά στην ανατολική ζώνη, συγκροτούν τα Μεσογειακά πευκοδάση, τα πιο σημαντικά δασικά οικοσυστήματα της Μεσογείου. Απαντάται στην Ελλάδα, Ιταλία, νότια Γαλλία, Ισπανία, Κροατία, Τυνησία, Μαρόκο, και τη Λιβύη και υπάρχει επίσης ένας πληθυσμός στη Συρία, Λίβανο, Ισραήλ και τη νότια Τουρκία, όπου και περιγράφηκε αρχικά το είδος. Στην Ελλάδα βρίσκεται στην Κρήτη, Στερεά Ελλάδα, Εύβοια, στα νησιά του Αιγαίου, στη Χαλκιδική, στα νησιά του Ιονίου, σχηματίζοντας δάση. Αναπτύσσεται από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι τα 1.000 μέτρα. Προτιμά τις ξερές και ζεστές περιοχές και τα ασβεστολιθικά εδάφη που δεν συγκρατούν υγρασία. Η χαλέπιος πεύκη είναι μικρό προς μεσαίο δέντρο με ύψος 15 με 30 μέτρα και διάμετρο κορμού που φτάνει τα 60 εκατοστά και σε σπάνιες περιπτώσεις μέχρι το ένα μέτρο. Οι βελόνες είναι πολύ λεπτές και έχουν μήκος μέχρι 12 εκατοστά και έχουν ένα χαρακτηριστικό κιτρινωπό πράσινο χρώμα. Οι βελόνες αναπτύσσονται σε ζεύγη. Οι κώνοι είναι στενοί και αρχικά πράσινοι, ενώ όταν ωριμάσουν ύστερα από περίπου δύο χρόνια είναι καφεκόκκινοι. Στη συνέχεια ανοίγουν σιγά για τα επόμενα χρόνια, μια διαδικασία που επιταχύνεται με την έκθεση σε θερμότητα, όπως σε μία δασική πυρκαγιά. Οι σπόροι παρασύρονται από τον αέρα.
Η χαλέπιος πεύκη, όπως άλλωστε όλα σχεδόν τα είδη πεύκου, είναι υποχρεωτικά σπερματο-αναγεννητικό φυτό (δεν διαθέτει δηλαδή την ικανότητα της αναβλάστησης) αντίθετα με αρκετά είδη φρυγάνων. Το γεγονός αυτό παρατηρήθηκε για πρώτη φορά από το Θεοφράστου. Οι κώνοι και τα σπέρματα ωριμάζουν στην αρχή του καλοκαιριού, ανοίγουν πάνω στο δέντρο και τα σπέρματα διασπείρονται γρήγορα και συχνά σε σημαντικές αποστάσεις χάρη στα πτερύγια που διαθέτουν (φαινόμενο ανεμοχωρίας). Υπολογίζεται ότι ένα ώριμο δέντρο χαλεπίου πεύκης παράγει αρκετές χιλιάδες σπέρματα κάθε χρόνο. Όμως, αρκετά από αυτά δεν απελευθερώνονται και παραμένουν κλειστά πάνω στο δέντρο για αρκετά μεγάλα χρονικά διαστήματα, μπορεί και περισσότερο από 10 χρόνια. Αποτέλεσμα αυτής της τακτικής, που ονομάζεται βραδυχωρία, είναι η δημιουργία μιας υπέργειας τράπεζας από σπέρματα διαφορετικών ηλικιών. Το άνοιγμα των κώνων, απουσία της φωτιάς, γίνεται με μηχανικό τρόπο κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού (και μάλιστα τους πρώτους μήνες του), μετά από παρατεταμένης διάρκειας υψηλές θερμοκρασίες και χαμηλή σχετική υγρασία αέρα. Παρόμοιες συνθήκες, αλλά σαφώς πιο ακραίες, κυριαρχούν και κατά τη διάρκεια της φωτιάς. Τα σπέρματα των πεύκων που βρίσκονται μέσα στη στρωμνή ή κοντά στην επιφάνεια του εδάφους απανθρακώνονται από τη φωτιά.
-Η Τραχεία Πεύκη (λατ., Pinus brutia ) είναι ιθαγενές της ανατολικής περιοχής της Μεσογείου και απαντάται από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι τα 1200 μέτρα υψόμετρο στις πιο νότιες περιοχές. Έχει διάφορες κοινές ονομασίες όπως Τουρκικό πεύκο ή Καλαβρέζικο πεύκο, αν και στην Τουρκία το αποκαλούν Κόκκινο πεύκο (Kızılçam, Κιζιλτσάμ). Είναι στενά συνδεδεμένο με την χαλέπιο πεύκη, γι' αυτό το λόγο κάποιοι ερευνητές τη θεωρούν υποείδος της, αλλά συνήθως θεωρείται ξεχωριστό είδος. Φύεται κυρίως στην Τουρκία. Στην Ελλάδα συναντάται στη Θράκη, στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου και την Κρήτη. Επίσης απαντάται στην Κύπρο, στις ακτές του Εύξεινου Πόντου, στο Αζερμπαϊτζάν, στο βόρειο Ιράκ, στην δυτική Συρία, τον Λίβανο και την Καλαβρία της νότιας Ιταλίας. Η τραχεία πεύκη μπορεί να φτάσει τα 35μέτρα σε ύψος, συνήθως με μια φαρδιά κορυφή από ακανόνιστα κλαδιά. Ο φλοιός του κορμού είναι χοντρός, λεπιδωτός, με ρωγμές και έχει καστανοκόκκινο χρώμα. Οι βελόνες του είναι λεπτές, αδρές στην αφή κι έχουν χρώμα ανοιχτό πράσινο. Οι κώνοι είναι ορθοί, συμμετρικοί, με μήκος 6-10 εκατοστά.
- Η Μαύρη Πεύκη ή Μαυρόπευκο (λατ., Pinus nigra) είναι ένα ψηλό δέντρο που φτάνει σε ύψος και τα 55 μέτρα (συνήθως 20-35 μέτρα). Απαντάται στη νότια Ευρώπη και στα βουνά των βόρειων Αφρικανικών χωρών, με μεγάλη ενδοειδική ποικιλότητα. Το ξύλο του έχει ερυθρωπό χρώμα εσωτερικά, είναι καλής ποιότητας, χρησιμοποιείται στις οικοδομές, στη ναυπηγική και για στύλος στήριξης καλωδίων μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος. Ο φλοιός αυτού του πεύκου έχει απόχρωση γκρι προς κίτρινο-καφέ και χωρίζεται με φολιδωτές λωρίδες. Τα φύλλα, οι πευκοβελόνες του, είναι πιο λεπτά και πιο ευέλικτα στους δυτικούς πληθυσμούς. Τα κουκουνάρια του είναι μικρά. Η ωριμότητα επιτυγχάνεται στα 15 με 40 χρόνια με τα δέντρα να εμφανίζουν ένα μέγιστο στη παραγωγή σπόρων κάθε 2 με 5 χρόνια, ενώ οι σπόροι να παραμένουν σε λήθαργο και η βλάστησή τους να αρχίζει την ίδια άνοιξη που απελευθερώθηκαν από τον κώνο. Η μαύρη πεύκη αναπτύσσεται με μέτρια ταχύτητα, περίπου 30 με 70 εκατοστά κάθε χρόνο. Συνήθως, έχει μια στρογγυλή, κωνική κόμη, που γίνεται ακανόνιστη, καθώς αναπτύσσεται. Το δέντρο μπορεί να ζήσει αρκετά χρόνια, με κάποια δέντρα να έχουν ηλικία μεγαλύτερη από 500 ετών. Είναι δένδρα ανθεκτικά στο κρύο και το παγετό. Σε αντίθεση με τη χαλέπιο πεύκη με την οποία μερικές φορές συνυπάρχει, η μαύρη πεύκη δεν έχει μηχανισμούς αναγέννησης μετά από πυρκαγιά, κάτι που δυσκολεύει τη φυσική αναγέννηση των δασών μαύρης πεύκης που έχουν καεί.
Η μαύρη πεύκη αναπτύσσεται στην Ελλάδα σε ορεινά και ημιορεινά εδάφη, με υψόμετρο από 400 μέχρι 1800 μέτρα, σε ασβεστολιθικά και οφιολιθικά πετρώματα με αυξημένη υγρασία. Βρίσκεται σε δάση στην οροσειρά της Πίνδου, στα βουνά της Μακεδονίας, στην Πελοπόννησο, ενώ λίγα υπάρχουν και στα βουνά της Κρήτης και στα νησιά του βόρειοανατολικού Αιγαίου Λέσβο, Θάσο και Σάμο. Μια ιδιαίτερη εξαίρεση είναι το παράκτιο δάσος μαύρης πεύκης στα Πετρωτά Αλεξανδρούπολης, το οποίο αποτελείται από δέντρα νάνους.
Κουκουναριά ή Ήμερο Πεύκο (λατ., Pinus pinea ) είναι ένα ιθαγενές πεύκο της Νότιας Ευρώπης στην περιοχή της Μεσογείου, αλλά και καλλιεργείται για τους εδώδιμους σπόρους του από τους προϊστορικούς χρόνους. Η αρχική καταγωγή της κουκουναριάς είναι η Πορτογαλία, η Ισπανία και η Βόρεια Αφρική (όταν το κλίμα ήταν κάποτε πιο υγρό). Έχει εγκλιματιστεί σε όλη την περιοχή της Μεσογείου, στη Νότια Αφρική, την Καλιφόρνια, την Αυστραλία και τη Δυτική Ευρώπη. Η κουκουναριά μπορεί να υπερβεί τα 25 μέτρα σε ύψος, αν και συνήθως είναι λιγότερο ψηλή, γύρω στα 12-20 μέτρα. Έχει μια χαρακτηριστική ομπρελοειδή μορφή με κοντό κορμό και στρογγυλή επίπεδη κορυφή. Ο φλοιός είναι χοντρός, καστανοκόκκινος, βαθιά χαραγμένος από φαρδιές, κατακόρυφες πλάκες. Έχει ευλύγιστα βελονοειδή φύλλα σε δέσμες των δύο, μήκους 10-20 εκατοστών. Τα νεαρά δέντρα έχουν διαφορετικά φύλλα, μήκους 2-4 εκατοστών με γλαυκοπράσινο χρώμα. Οι κώνοι είναι ωοειδείς, μήκους 8-15 εκατοστών και χρειάζονται 36 μήνες για να ωριμάσουν, περισσότερο από κάθε άλλο πεύκο. Οι σπόροι είναι μεγάλοι, μήκους δύο εκατοστών, ανοιχτοί καστανοί με μια μαύρη επίστρωση που φεύγει εύκολα. Οι σπόροι διαδίδονται με τα ζώα και στην πρόσφατη ιστορία με την βοήθεια των ανθρώπων. Ο εδώδιμος σπόρος είναι γνωστός ως κουκουνάρι και χρησιμοποιείται στη Μεσογειακή κουζίνα, με πιο γνωστή τη χρήση του ως βασικό συστατικό της Ιταλικής σάλτσας ‘’πέστο’’.
-H Θαλάσσια Πεύκη (Pinus pinaster ή maritima) δεν ευδοκιμεί σε εδάφη με ενεργό ασβέστιο, είναι καλλωπιστικό, ταχυ-αυξανόμενος είδος, με πλούσια κόμη και μεγάλες σαρκώδεις βελόνες. Ο φλοιός είναι πορτοκαλής, πυκνά και βαθειά σχισμένος στη βάση του κορμού, κάπως λεπτότερος στην ανώτερη κόμη.  είναι το γηγενές στη δυτική Μεσόγειοι (Πορτογαλία, Ισπανία, βόρεια, νότια και δυτική Γαλλία, ανατολή σε δυτική Ιταλία, νότιο σε βόρειο Μαρόκο, με τους μικρούς αραιούς πληθυσμούς στο Αλγερία και τη Μάλτα). Εμφανίζεται γενικά σε χαμηλό υψόμετρο, συνήθως από τη στάθμη θάλασσας μέχρι τα 600 μ, αλλά μέχρι το 2000 μ. στο Μαρόκο. Είναι ένα μεσαίου μεγέθους δέντρο, φθάνοντας σε 20-35 μ. σε ύψος και με διάμετρο κορμού μέχρι 1.2 ή και 1.8μ. Φυτεύεται ευρέως για την ξυλεία του και θεωρείται κατάλληλο για κήπους, πάρκα, αναδασώσεις. Έχει εγκλιματιστεί επίσης στη νότια Αγγλία, νότια Αφρική και Αυστραλία.
Ο σπόρος του κουκουναριού, ο κουκουναρόσπορος, καταναλωνόταν ευρέως από την Παλαιολιθική περίοδο στην Ευρώπη και την Ασία. Στην αρχαία Ελλάδα, αλλά και στη Ρώμη, την Αμερική των Ινδιάνων και στη μακρινή Σιβηρία, το κουκουνάρι αποτελούσε ανέκαθεν περιζήτητη λιχουδιά. Οι αρχαίοι Έλληνες και οι Ρωμαίοι εκτιμούσαν την πλούσια θρεπτική αξία του και ίσως και αυτός ήταν ο λόγος που το θεωρούσαν και σύμβολο ανδρισμού και γονιμότητας. Κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, συνήθιζαν να σερβίρουν ένα είδος μπισκότου με κουκουνάρι, που είχε ως κύριο στόχο την ενίσχυση των ερωτικών επιδόσεων. Επίσης και τα νεαρά κουκουνάρια είναι βρώσιμοι καρποί. Έχουν μαλακή σύσταση με γεύση ρητίνης και κάνουν εύγευστα τα φαγητά. Προστίθενται στο παγωτό, κέικ, πουτίγκες, και σε  άλλα γλυκίσματα. Αλεσμένοι οι σπόροι, χρησιμοποιούνται στις σούπες ως πηκτική ουσία ή για άρωμα. Πάνω από 20 είναι τα είδη του πεύκου που παράγουν καρπούς κατάλληλους για συγκομιδή.
Χρήσιμα μέρη του πεύκου είναι ο φλοιός, τα νεαρά φύλλα και οι νεαροί βλαστοί του, οι αρσενικές ταξιανθίες,. Το πεύκο περιέχει ρετσίνι, τερπένια, εστέρες, αιθέρια έλαια και άλλα χημικά-φαρμακευτικά συστατικά. Από το ρετσίνι του πεύκου με βιομηχανική κατεργασία εξάγονται το κολοφώνιο και το τερεβινθέλαιο (νέφτι) που χρησιμοποιούνται στα χρώματα, σε αλοιφές και έμπλαστρα. Ειδικότερα τα φύλλα του περιέχουν τερπένια, εστέρες και το αιθέριο έλαιο οξικό βορνύλιο. Ο κορμός και ο φλοιός περιέχουν μια βαλσαμική ρητίνη, τη τερεβινθίνη (ελαιώδης ρητίνη η οποία ρέει, είτε από μόνη της είτε μετά από εντομή, από τον κορμό ορισμένων δέντρων, κυρίως των κωνοφόρων). Οι νέοι ρητινούχοι κλώνοι περιέχουν έλαιο αποτελούμενο από εστέρες, το πτητικό έλαιο φελλανδρένιο, τερπένια κ.ά.  Ο κουκουναρόσπορος είναι πλούσιος σε πρωτεΐνες και Ω3 λιπαρά οξέα, που είναι ευεργετικά για το καρδιαγγειακό σύστημα. Ακόμα, είναι πλούσια πηγή βιταμινών, φυτικών ινών, φολικού οξέως, ασβεστίου, φωσφόρου και σιδήρου και μπορεί να λειτουργήσει και ως συμπλήρωμα διατροφής, χάρη στην υψηλή ενεργειακή του αξία.
Στη βοτανοθεραπεία, τα συστατικά του πεύκου έχουν αντισηπτικές, διουρητικές, αποχρεμπτικές, αντικαταρροϊκές, αντιοξεοδωτικές και τονωτικές ιδιότητες. Από ορισμένα είδη πεύκων λαμβάνονται κάποια συστατικά που ονομάζονται προ-ανθοκυανιδίνες, τα οποία έχουν υποστηρικτική δράση στο κολλαγόνο των ιστών. Έτσι μπορούν να είναι ωφέλιμα στην αντιμετώπιση μωλωπισμών και τραυμάτων. Τα φρέσκα φύλλα του πεύκου μαζί με νεαρά αρσενικά άνθη σε βραστό νερό είναι ωφέλιμα για εισπνοές, τη βρογχίτιδα, την ιγμορίτιδα και το συνάχι. Αν ρίξουμε το αφέψημα τους στο νερό του μπάνιου, μας ξεκουράζουν, και ταυτόχρονα ωφελούν σε δερματικά προβλήματα. Το αιθέριο έλαιο του πεύκου είναι εξαιρετικό αντισηπτικό για πολλές αναπνευστικές διαταραχές και ιδιαίτερα ωφέλιμο σε συνδυασμό με έλαιο ευκαλύπτου, όταν χρησιμοποιείται σε εισπνοές για ρινική απόφραξη.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...