
εννέα τον αριθμό, με κεντρική πηγή την ‘’Πάνοπος’’ κρήνη, απέναντι από τις ‘’Πύλες του Διοχάρους’’. Ο Παυσανίας λέγει ότι τα ύδατα του ήταν τόσο ακάθαρτα ώστε και αυτά ακόμη τα κοπάδια ζώων που έβοσκαν στη περιοχή τα απέφευγαν. Στα νεότερα χρόνια, η κεντρική πηγή βρισκόταν στο τέλος της σημερινής οδού Δημοκρίτου, μεταξύ των κτηρίων Ηλιάσκου και Δοξιάδη. Εκεί υπήρχε μικρό σπήλαιο, μέσα στο οποίο ανάβλυζε νερό από δύο σχισμές. Η ποσότητα του νερού της δίδυμης πηγής του σπηλαίου ήταν τέτοια, ώστε υδρευόταν όλη η περιοχή του Κολωνακίου. Σήμερα, δεν υπάρχει η δίδυμη πηγή. Ο ποταμός Ηριδανός ‘’δημιουργεί’’ μία υπόγεια διαδρομή μπαίνοντας στον περίβολο των αρχαίων τειχών της Αθήνας από την περιοχή της σημερινής πλατείας Συντάγματος. Πιθανότατα, στον Εθνικό κήπο, ενισχύεται με νερά από την πηγή Μπουμπουνίστρα, περνά από τη Βουλή, διασχίζει εγκάρσια την οδό Αμαλίας, στρίβει στην οδό Όθωνος, κατηφορίζει προς τη Μητροπόλεως, φτάνει στην πλατεία του Μοναστηρακίου σε βάθος περίπου 20 μέτρων, περνά κάτω από το Δημοπρατήριο, και την οδό Αδριανού, διασχίζει την οδό Ερμού και εμφανίζεται επιφανειακά στον αρχαιολογικό χώρο του Κεραμεικού. Εκεί ρέει για 150 μέτρα περίπου και μετά χάνεται πάλι κάτω από την οδό Πειραιώς. Στη συνέχεια στρέφει νότια και ενώνεται με τον Ιλισό, όπως διαπιστώθηκε με σύγχρονη τεχνολογία από ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου Πατρών, που είχε αναλάβει την αποτύπωση του ποταμού, στο πλαίσιο της διάνοιξης των σηράγγων του Μετρό. Δηλαδή ο Ηριδανός, με τον καιρό έγινε υπόγειος, διέσχιζε την αρχαία Αθήνα από τα ανατολικά προς τα δυτικά, ενώ σήμερα εμφανίζεται στον αρχαιολογικό χώρο, στο νεκροταφείο του Κεραμεικού, τον οποίο διαρρέει με κατεύθυνση Ν.Α.-Β.Δ. Τουλάχιστον στο δυτικό μέρος της πόλης το ρέμα ήταν καλυμμένο μέχρι το Δίπυλο (ήταν η κύρια πύλη εισόδου της αρχαίας Αθήνας, στον Κεραμεικό). Από τον Κεραμεικό, ο Ηριδανός συνεχίζει την πορεία του, υπογείως πάλι, προς το σημερινό ρέμα του Προφήτη Δανιήλ και καταλήγει στον Κηφισό διαμέσου της παλιάς κοίτης του Ιλισού. Στον πεδινό χώρο δυτικά του Διπύλου συναντούσε το ρέμα του Ιλισού, ο οποίος ακόμα δυτικότερα χυνόταν στον Κηφισό. Σε όλη του την πορεία ο ποταμός ενισχυόταν από μικρά ρέματα και χειμάρρους. Το σύστημα του ποταμού Ηριδανού χαρακτηρίζεται σύμφωνα με την UNESCO, ως ‘’πολιτιστικό τοπίο’’ καθώς με αυτή την έννοια περιγράφονται και προστατεύονται ‘’…. ανθρώπινα έργα ή συνδυασμός ανθρώπινων έργων και έργων της φύσης, καθώς και ολόκληρες περιοχές που περιλαμβάνουν μνημεία εξέχουσας ιστορικής, αισθητικής, εθνολογικής και ανθρωπολογικής αξίας’’. Ο Ηριδανός μέσα στον αρχαιολογικό χώρο του Κεραμεικού, είναι ένα από αυτά και είναι το ίδιο πολύτιμος για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της πόλης των Αθηνών. Ο Πλάτωνας αναφέρει τον Ηριδανό και τον Ιλισό, ως τα δύο ποτάμια της Αθήνας που περιέβαλλαν την πόλη και την οριοθετούσαν, ο Ηριδανός από το Βορρά και ο Ιλισός από το Νότο. Από τα προϊστορικά χρόνια στις όχθες του Ηριδανού και στη γύρω βαλτώδη περιοχή του Κεραμεικού, που πλημμύριζε το χειμώνα, οι κάτοικοι του κοντινού οικισμού έθαβαν τους νεκρούς τους. Μέχρι και την εποχή του Σόλωνα (γύρω στο 600π.Χ.) φαίνεται ότι το ποτάμι ξεκινούσε με δύο ή τρία παρακλάδια που ενώνονταν περίπου στην περιοχή του Συντάγματος και στη συνέχεια περνούσαν ενωμένα από τον Κεραμεικό. Ήδη όμως από την εποχή του Θεμιστοκλή, οπότε επεκτάθηκε η πόλη, ο Ηριδανός καλύφθηκε «ένθεν του τείχους», δηλαδή νοτίως της σημερινής οδού Βουλής, και στην κοίτη του κατασκευάστηκε αγωγός. Με την οικοδόμηση του Θεμιστόκλειου τείχους (487π.Χ.) και τη διευθέτηση του χώρου του Κεραμεικού ξεκίνησαν και οι εργασίες ευθυγράμμισης της κοίτης του Ηριδανού, που πλέον κυλούσε τα νερά του σε κτιστό κανάλι, ενώ η παλιά κοίτη μπαζώθηκε με χώμα και χιλιάδες θραύσματα αγγείων. Διευθετήσεις της κοίτης έγιναν και στις εργασίες ανοικοδόμησης του τείχους το 394, 307 και το 86π.Χ. Γέφυρες υπήρχαν στα σημεία όπου ο ποταμός διασταυρωνόταν με τις μεγάλες οδικές αρτηρίες όπως της Εγκαρσίας οδού, που συνέδεε το Δρόμο με την Ιερά οδό με μια γέφυρα επάνω από τον Ηριδανό. Κατά τον Ηρόδοτο, ο Ηριδανός, ήταν ένας από τους τρεις ποταμούς που άρδευαν το λεκανοπέδιο των Αθηνών, δεχόταν συχνά νερά από την Ακρόπολη τον Άρειο Πάγο και την Πνύκα, άλλαζε συχνά κοίτη και πλημμύριζε με τις μεγάλες βροχοπτώσεις.. Κατά τους προϊστορικούς χρόνους βρισκόταν εκτός κατοικημένης περιοχής, όχι πολύ μακριά από τον οικισμό. Σταδιακά, ο οικισμός άρχισε να επεκτείνεται προς τα βόρεια και δυτικά και η επέκτασή του οριοθετήθηκε και επηρεάστηκε από την παρουσία του ποταμού. Έργα ύδρευσης είχαν γίνει στο ποταμό Ηριδανό. Αγωγός διοχέτευε τα πλεονάζοντα νερά της νοτιοανατολικής κρήνης της Αγοράς, στον Ηριδανό. Το πρώτο μεγάλο υδρευτικό έργο στην Αθήνα έγινε από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Αδριανό, που κατασκεύασε το Αδριάνειο υδραγωγείο και την Αδριάνειο δεξαμενή, τμήμα της οποίας υπάρχει και σήμερα στο Κολωνάκι. Ήδη από τα ρωμαϊκά χρόνια ο Ηριδανός είχε αρχίσει να «αφανίζεται». Οι Αθηναίοι τον είχαν σκεπάσει σε πολλά σημεία του, εγκιβωτίζοντας την κοίτη. Επρόκειτο για ένα υδραυλικό έργο πρωτοποριακό. Ο Ηριδανός, που βρέθηκε να κυλά στη μέση της πόλης, άρχισε να δέχεται τα λύματα της πόλης, με αποτέλεσμα να μετατραπεί σε βούρκο (Στράβωνας,ΙΧ,397), όπως έγινε και με τον Ιλισό στα τέλη του 19ου αιώνα. Σήμερα, εκτός από το τμήμα της παλαιοκοίτης του Ηριδανού, που έχει διαφυλαχθεί μέσα στο σταθμό του Συντάγματος, η αρχαιολογικής σημασίας εγκιβωτισμένη κοίτη εκτίθεται στο σταθμό του μετρό στο Μοναστηράκι σε «φυσική προθήκη», με το νερό του ποταμού να ρέει ελεύθερο, όπως και στη Ρωμαϊκή Αγορά. Είναι χαρακτηριστικό ότι τόσο από γραφές αρχαίων συγγραφέων [Παυ¬σανίας (Ι 2, 4) και Δημοσθένης (34, 39)] (Παπαχατζής 1992) όσο και από τα πρόσφατα στρωματογραφικά δεδομένα των ανασκαφών πιστοποιείται ότι η περιοχή του Κεραμεικού κατά τον 4ο αιώνα π.Χ. αποτελούσε ένα έλος που προφανώς τροφοδοτούνταν από υπερχειλίσεις των νερών του Ηριδανού ποτα¬μού. Το στρώμα ιλύος και αργίλου, που αποτελούσε τις αποθέσεις του έλους, βρέθηκε διάτρητο από οπές υδροχαρών φυτών (καλαμιών) που συνιστούσαν τη βλάστηση του υγρότοπου. Η εξάπλωση των λεπτομερών αποθέσεων οδηγεί στη διαπίστωση ότι το τέλμα κάλυπτε συνολική έκταση 3000 μ2, έχοντας μήκος 60 μ. και πλάτος 50 μ. (Υπουργείο Πολιτισμού 2000/5). Η στάθμη των νερών του έλους αυξομειωνόταν ανάλογα με την εποχιακή τροφοδοσία της παροχής του Ηριδανού. Η κοίτη του Ηριδανού ποταμού έχει υποστεί μια σειρά συνεχών ανθρώπινων επεμβάσεων από την εποχή του Θεμιστοκλή μέχρι τους ρωμαϊκούς χρόνους. Η ανάπτυξη του ποταμού στο εσωτερικό της πόλης ευνόησε την επέμβαση αυτή αρ¬κετά νωρίς, θεωρήθηκε αναγκαία η διαμόρφωση της κοίτης του για να μπορέ¬σει να «εναρμονιστεί» με την οικιστικά αναπτυσσόμενη πόλη και να «προσαρ¬μοστεί» στις ανάγκες των πολιτών. Το σύνολο των διαχρονικών επεμβάσεων του ανθρώπου στην κοίτη του ποταμού είναι εμφανές στο χώρο του Κεραμεικού. Σημαντική παρέμβαση του ανθρώπου στο φυσικό περιβάλλον του Ηρι-δανού ποταμού αποτελεί η συρρίκνωση, με τεχνητά μέσα, του έλους που είχε αναπτυχθεί στην ευρύτερη περιοχή του Κεραμεικού από τις υπερχειλίσεις του ποταμού. Η απόπειρα περιορισμού της έκτασης του έλους πραγματοποιήθηκε τον 4ο αιώνα π.Χ. με την κατασκευή αγωγών για τη συλλογή και την υπόγεια αποστράγγιση των στάσιμων νερών (Υπουργείο Πολιτισμού 2000β). Το έργο αποσκοπούσε στην πλήρη αποξήρανση του έλους με σκοπό την κατασκευή κε¬ραμικών εργαστηρίων και αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα επέμβασης των αρχαίων κατοίκων με σκοπό την αλλαγή χρήσης γης, κάτι που ο σύγχρονος άνθρω¬πος ανήγαγε σε καθημερινή δραστηριότητα. Σήμερα ο Ηριδανός, με εμφανή τα φυσικά χαρακτηριστικά ενός ποταμού (κοίτη, φυσικά και τεχνητά αναχώματα), είναι ορατός μόνο στον αρχαιολογικό χώρο των ανασκαφών του Κεραμεικού. Η κοίτη του ποταμού, πλάτους 2 μ., δια¬σχίζει τον αρχαιολογικό χώρο από τα ανατολικά προς τα δυτικά σε μήκος πε¬ρίπου 190 μ. Σε όλο το μήκος αυτής της διαδρομής είναι εμφανείς ό¬λες οι διαχρονικές ανθρώπινες επεμβάσεις. Εξάλλου, η εγκιβωτισμένη κοίτη του είναι σπάνιο δείγμα υδραυλικής τεχνολογίας που έχει γίνει σε τρεις κατασκευαστικές φάσεις με μαρμάρινες ή πλίνθινες πλάκες, θολωτή κατασκευή σε σχήμα καμάρας και με πλίνθους σε οξυκόρυφη διάταξη. Ο Ηριδανός ποταμός αποτελεί έναν από τους πρώτους ποτάμιους κλά¬δους της αρχαίας Αθήνας που ο άνθρωπος διαμόρφωσε και προσάρμοσε στις δικές του ανάγκες. Αποτέλεσμα των ενεργειών αυτών ήταν η πλήρης εξαφάνι¬ση του ποταμού κάτω από επιχώσεις και ανθρώπινες κατασκευές. Το απογοη¬τευτικό είναι ότι παρόμοια τύχη είχαν πλήθος ποτάμια ρεύματα και χείμαρροι της Αττικής, με αποτέλεσμα τις αρνητικές επιπτώσεις που παρατηρούνται με¬τά από, έστω και μικρής διάρκειας, ραγδαίες βροχοπτώσεις. Μικρότερης έκτασης, εξίσου όμως αρνητικές επεμβάσεις έχουν πραγματοποιηθεί στον Ιλισό και τον Κηφισό, με αποτέλεσμα σε ένα μεγάλο μήκος τους να έχουν εκτρα¬πεί, εγκιβωτιστεί τεχνητά ή ακόμη και εντελώς καλυφθεί, ενώ ο Σκύρος και ο Κυκλοβόρος είναι γνωστοί ποταμοί, μόνο από τον Στράβωνα και τον Παυσανία, και η διαδρομή τους πιθανολογείται, θαμμένη κάτω από τη σύγχρονη μεγαλούπολη. Ωστόσο, οι αλλαγές που συντελέστηκαν τα τελευταία πενήντα χρόνια στην Αθή¬να είναι πολύ πιο έντονες από όσες έγιναν συνολικά στους αιώνες που ακο-λούθησαν μετά το τέλος της αρχαιότητας (π.χ., Κάραλη κ.ά. 2000). Η έντονη οικιστική ανάπτυξη της πόλης των Αθηνών έχει ως απο¬τέλεσμα τη ριζική αλλαγή των χρήσεων γης. Αυτό είχε συνέπεια την κάλυψη των γεωλογικών σχηματισμών από ανθρώπινες κατασκευές που στεγανο¬ποιούν το έδαφος και το καθιστούν αδιαπέραστο από το νερό των ατμοσφαιρι¬κών κατακρημνισμάτων, επηρεάζοντας το υδρολογικό ισοζύγιο. Εκτιμήθηκε ότι η κάλυψη της περιοχής που αποστράγγιζε ο Ηριδανός ποταμός από ανθρώ¬πινες κατασκευές που στεγανοποιούν το έδαφος (οικοδομήματα, άσφαλτος, τσιμέντο) φτάνει το 85%, με αποτέλεσμα να μειώνεται σημαντικά το ποσοστό του νερού των βροχοπτώσεων που κατεισδύει μέσα στο έδαφος και εμπλουτίζει τα υπόγεια νερά. Το πρόβλημα φυσικά δεν πε¬ριορίζεται μόνο στην περιοχή των Αθηνών, αλλά οπουδήποτε ο άνθρωπος δεν λαμβάνει υπόψη την αναγκαιότητα να διατηρηθούν ανέπαφα ορισμένα φυσι¬κά χαρακτηριστικά (όπως κοίτες ποταμών, αλλαγή χρήσεων γης, σύσταση της ατμόσφαιρας) που είναι απαραίτητα για την ομαλή εξέλιξη των φυσικών φαι¬νομένων. (πηγές πληροφόρησης: Εφορία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, Αμερικάνικη Αρχαιολογική Σχολή, Περιοδικό-Γεωγραφίες τ., 3, 2002, Ε.Καρύμπαλης & Κ. Παυλόπουλος, και στις ιστοσελίδες, http://www.e-telescope.gr/gr/cat05/art05_030227.htm, http://eridanos-river.blogspot.com/2008/09/blog-post.html, http://apollonionfos.forumotion.net/forum-f37/topic-t314.htm )